Ελλάδα

Πέθανε ο Ηρακλής Καλλισθένης

Ηρακλής Καλλισθένης: Πέθανε σε ηλικία 88 ετών ο «βασιλιάς» της γούνας Ηρακλής Καλλισθένης. Είχε ξεκινήσει να γράφει βιβλίο για τη ζωή του.

Ο «βασιλιάς» της γούνας Ηρακλής Καλλισθένης, άφησε την τελευταία του πνοή πριν από λίγες μέρες σε ηλικία 88 ετών. Ο επιχειρηματικός κόσμος θρήνησε πρόσφατα την απώλεια του Μπάμπη Αναστασίου και του Θανάση Λαβίδα.

Ηρακλής Καλλισθένης: Ποιος ήταν

Ο Ηρακλής Καλλισθένης, ήταν ένας από τους παλαιότερους γουνοποιούς της Καστοριάς. Πολλοί τον χαρακτήριζαν «ο βασιλιάς της γούνας» λόγω της μακρόχρονης εμπειρίας του αλλά και του πλούσιου φιλανθρωπικού του έργου. Διετέλεσε επί σειρά ετών Πρόεδρος του Σ.Γ.Κ., παρέμεινε σε ενεργή δράση μέχρι τη τελευταία στιγμή της ζωής του και άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στον κλάδο της ελληνικής γουνοποιίας.

«Μεγάλη η απώλεια για τον κλάδο της γούνας και την Καστοριά, ο θάνατος του Ηρακλή Καλλισθένη. Επί πολλά χρόνια Πρόεδρος του Συνδέσμου Γουνοποιών Καστοριάς «Ο Προφήτης Ηλίας», αφιέρωσε κυριολεκτικά ένα κομμάτι της ψυχής του για τη στήριξη της γούνας και της Καστοριάς. Με έμφυτη ευγένεια και ακλόνητη πίστη, διεκδικούσε και επιτύγχανε πολλά για το συλλογικό όφελος και τους επαγγελματίες που εκπροσωπούσε. Δικό του έργο το Κέντρο Γούνας Δυτικής Μακεδονίας, το οποίο αποτελεί ιστορική παρακαταθήκη όχι μόνο για τον κλάδο αλλά και όλη τη Δυτική Μακεδονία. Φωτεινό το παράδειγμά του στην επιχειρηματικότητα και στη ζωή, αφού η κοινωνική προσφορά του, μένει ως κληρονομιά και οδηγός  για όλους εμάς», αναφέρει σε μήνυμά του ο περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας Γιώργος Κασαπίδης.

Ο ίδιος είχε ξεκινήσει να γράφει ένα βιβλίο για τη ζωή του αλλά δεν κατάφερε να το ολοκληρώσει. Στα πρώτα κεφάλαια αυτού του βιβλίου αναφέρεται στη ζωή του, στις δυσκολίες που αντιμετώπισε εν μέσω Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και πως δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της γούνας, παρόλο που ο πατέρας του ήταν ψαράς.

Ηρακλής Καλλισθένης: Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του

«Γεννήθηκα στην Καστοριά στις 13/3/1933, από γονείς πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη. Το 1939, όταν ξεκίνησε ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος, ήμουν 6 χρονών. Παρά τις κακουχίες φοίτησα 6 χρόνια στο Δημοτικό Σχολείο ολοκληρώνοντας τις σπουδές μου σε αυτό, ήταν η χειρότερη εποχή για όλους μας. Υπήρχε πείνα και κακουχία που τραυμάτιζε τις ψυχές των παιδιών. Οι γονείς δεν είχαν τη δυνατότητα να προσφέρουν στα παιδιά τους και τα λιγοστά ακόμη αγαθά που θα μπορούσαν για να γλυκάνουν τις δύσκολες στιγμές που περνούσαν στη διάρκεια του πολέμου. Το 99% των παιδιών της εποχής εκείνης αναγκαζόταν να δουλεύουν προκειμένου να βοηθήσουν τις οικογένειές τους.

Το 1946 άρχισε και πάλι να ανοίγει το εμπόριο της γούνας. Μας δόθηκε η ευκαιρία να μάθουμε τη ραπτική της γούνας και είχαμε την ευκαιρία να βγάζουμε ένα μεροκάματο το οποίο όμως και πάλι δεν έφτανε καθώς μετριόταν σε πολύ λίγες δραχμές. Αναγκαστικά και πάλι βοηθούσα τον πατέρα μου ο οποίος ήταν ψαράς, ορισμένες ώρες της ημέρας, προκειμένου να αυξηθεί το οικογενειακό εισόδημα. Τα δεινά μας συνεχίστηκαν και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου», αναφέρεται στα εισαγωγικά κομμάτια του βιβλίου του.