Τον Μάρτιο του 2020 μαζί με το lockdown μας «συστήθηκαν» παράλληλα η τηλεργασία και η τηλεκπαίδευση ξαφνικά, απότομα και υποχρεωτικά λόγω της πανδημίας.
«Μεγάλη έρευνα στις ΗΠΑ τον Δεκέμβριο του 2020 έδειξε ότι το 38% των οικονομικών δραστηριοτήτων μπορεί να πραγματοποιηθεί εκτός του τόπου φυσικής εργασίας. Στην Ελλάδα, από τους ήδη τηλεργαζόμενους το 34,1% είναι απολύτως υπέρ της τηλεργασίας και μόνο το 22,3% απολύτως εναντίον. Οι υπόλοιποι είναι είτε αδιάφοροι είτε μερικώς υπέρ. Αυτό δείχνει ότι η τηλεργασία θα παραμείνει στη χώρα μας, δειλά στην αρχή, πιο έντονα σε μερικά χρόνια», είχε σχολιάσει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Μιχάλης Γλαμπεδάκης που είχε την επιμέλεια της έρευνας σχετικά με το εν λόγω θέμα.
Η τηλεργασία μπήκε στη ζωή μας και θα μείνει
«Υπάρχουν επαγγέλματα κύρια του τριτογενή τομέα, που μπορούν να πραγματοποιηθούν εξ αποστάσεως κατά περίπου 90% με ελάχιστη φυσική παρουσία (π.χ. μελετητές, συγγραφείς, μεταφραστές, λογιστές, δημοσιογράφοι κ.ά.). Σε άλλες χώρες η τηλεργασία πραγματοποιείται ήδη σε μόνιμη βάση, όπως σε Ολλανδία και Σουηδία πάνω από 37%, στο Λουξεμβούργο 33%, στη Φιλανδία 32%, στη Δανία 28% και στο Ηνωμένο Βασίλειο 26%», σύμφωνα με τον κ. Γλαμπεδάκη.
«Σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει στο εξωτερικό υπάρχει μια αμφισβήτηση για την εφαρμογή της τηλεργασίας από κάποιους εργαζόμενους και από κάποιους εργοδότες. Οι μεν εργαζόμενοι θεωρούν ότι διαπλέκεται η προσωπική τους ζωή με την επαγγελματική, οι δε εργοδότες ότι οι εργαζόμενοι δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους και τεμπελιάζουν».
«Πιστεύουμε ότι η πανδημία έδωσε την ευκαιρία και στους μεν και στους δε να διαπιστώσουν τα θετικά και τα αρνητικά αυτής της μορφής απασχόλησης και να καταλήξουν σε συμπεράσματα εκ των γεγονότων. Ένα είναι πάντως το βέβαιο: Η τηλεργασία μπήκε στη ζωή μας και θα μείνει. Με την πάροδο του χρόνου θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων, και ένα μικρό στην αρχή, μεγαλύτερο στη συνέχεια μέρος επαγγελματικών δραστηριοτήτων, θα πραγματοποιείται πλέον εκτός του φυσικού χώρου εργασίας».
Η τηλεκπαίδευση ως λύση ανάγκης
Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά σε σχέση με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση που εφαρμόστηκε κυρίως ως λύση ανάγκης, αφού σύμφωνα με μελέτες, ειδικούς αλλά και την ίδια την εκπαιδευτική κοινότητα παγκοσμίως, είναι πολύ δύσκολο να υποκαταστήσει ικανοποιητικά την φυσική σχέση μαθητή – εκπαιδευτικού, αλλά και την αλληλεπίδραση των μαθητών μέσα στο σχολικό περιβάλλον, η οποία παρουσιάζει μεγάλο αριθμό πλεονεκτημάτων για τους μαθητές και την ίδια την διαδικασία της μάθησης.
«Στα νηπιαγωγεία, δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια τα νήπια και οι μαθητές έρχονται σε επαφή με την προσωπικότητα του εκπαιδευτικού την οποία εν πολλοίς αντιγράφουν. Στα σχολεία αυτά διαπλάθονται οι προσωπικότητες και οι συνειδήσεις των παιδιών. Αυτό δεν μπορεί να γίνει μέσω υπολογιστών. Στα πανεπιστήμια μεταδίδονται επιστημονικά ερεθίσματα και κεντρίζονται οι επιστημονικές ευαισθησίες και ανησυχίες των φοιτητών», είχε εξηγήσει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Γλαμπεδάκης.
«Φυσικά, κάποιες δραστηριότητες γινόταν και πριν μέσω υπολογιστών, όπως η υποβολή εργασιών από φοιτητές σε καθηγητές και επιστροφές των σχολίων στους φοιτητές από τους καθηγητές και θα εξακολουθήσουν να γίνονται. Επίσης θετικό στοιχείο είναι η ασύγχρονη παρακολούθηση ειδικά για εργαζόμενους φοιτητές μπορούν να εγγράψουν το μάθημα και να το παρακολουθήσουν αργότερα, όμως αυτό τους στερεί τη δυνατότητα της ερώτησης. Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δια ζώσης, όμως το μη χείρον βέλτιστον στη δύσκολη κατάσταση που δημιούργησε η πανδημία».
Ωστόσο, με την τηλεκπαίδευση σε πολλές περιπτώσεις αυξήθηκε ο αριθμός των φοιτητών που συμμετείχαν στο μάθημα, καθώς δεν υπήρχαν πλέον πολλά από τα συνηθισμένα εμπόδια που δεν αφήνουν τους φοιτητές να πάνε στα αμφιθέατρα και παράλληλα λόγω του lockdown οι φοιτητές είχαν πολύ λιγότερα πράγματα να τους αποσπούν την προσοχή από τις παραδόσεις.