Μοιάζει σαν χθες και όμως πέρασαν τρία χρόνια από την ημέρα που ο Παύλος Γιαννακόπουλος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών. Έφυγε αφήνοντας πίσω σπουδαία παρακαταθήκη τόσο στο κομμάτι του ελληνικού αθλητισμού όσο και του επιχειρείν. Η ΒΙΑΝΕΞ ήταν ο πόθος του και ο Παναθηναϊκός το πάθος του. Τα υπηρέτησε και τα δύο με συνέπεια μέχρι την τελευταία στιγμή. Στις 20 Αυγούστου του 1929 ο Δημήτρης και η Κατερίνα Γιαννακοπούλου, αποκτούν τον πρώτο τους γιο. Τον Παύλο. Όπως αναφέρουν τα μέσα ενημέρωσης του ομίλου DPG του γιου του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, ο πατέρας του Παύλος, έχει τις οικογενειακές ρίζες του από την Σελλασία της Σπάρτης, εκεί όπου πριν από ένα χρόνο οι συμπατριώτες του, τίμησαν την οικογένεια Γιαννακόπουλου, με ένα μνημείο που θα στέκει σε αυτή τη γωνιά της σπαρτιατικής γης για πάντα.
Ο Παύλος θα μεγαλώσει στην Αθήνα. Θα παίξει μπάλα με τα αδέρφια και τους φίλους του στις λασπωμένες αλάνες στο Γκάζι. Εκεί που τα παιδιά δεν προλαβαίνουν να ονειρευτούν και οι φιλίες είναι παντοτινές. Θα μεγαλώσει δύσκολα αλλά έντιμα. Θα πορευτεί με τις συμβουλές των γονιών του από την πρώτη στιγμή μέχρι το τέλος της διαδρομής. Δεν θα τις ξεχάσει ποτέ.
Ούτε ως το παιδί που με μια τσάντα στα χέρια γύριζε με τα πόδια όλη την Αθήνα, ούτε ως ο αυτοκράτορας της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. Ο άνθρωπος που θα αναγεννήσει το ελληνικό φάρμακο μέσω της ΒΙΑΝΕΞ και θα το ταξιδέψει στα πέρατα του κόσμου. Τόσο μακριά και τόσο επιτυχημένα που ακόμη και οι ανταγωνιστές του θα υποκλιθούν στο μεγαλείο του. Οι αναμνήσεις πολλές και η εκτίμηση όσων δούλεψαν για εκείνον πολύ μεγάλη. Αρκεί ένα πέρασμα από τα Γραφεία της ΒΙΑΝΕΞ για να το αντιληφθείς. Εκεί που παντού δεσπόζει η φωτογραφία του κι όλοι έχουν κάτι να θυμηθούν από τον εργοδότη και άνθρωπο Παύλο.
Παύλος Γιαννακόπουλος είναι παιδί της Κατοχής. Τότε που τίποτα δεν ήταν δεδομένο. Πριν κλείσει τα 21 χρόνια του, χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του, όταν ο πατέρας του φεύγει από τη ζωή. Δεν έχει επιλογές. Οφείλει να μείνει και θα μείνει όρθιος. Πρέπει να τα καταφέρει για όλη την οικογένεια. Ακόμη και αν χρειαστεί να δουλεύει από το ξημέρωμα μέχρι τα βαθιά μεσάνυχτα… Θα δουλέψει σκληρά. Σκληρότερα από τον καθένα. Για να πετύχει τον στόχο του, τον κάθε στόχο που έβαζε, ξέχναγε γιορτές, αργίες και διακοπές. Δούλευε νυχθημερόν. Με πείσμα και διορατικότητα. Αυτόν τον συνδυασμό που γεννά την επιτυχία. Ο συνδυασμός που μετατρέπει ένα μικρό φαρμακείο στην οδό Πειραιώς σε μία παγκόσμια αυτοκρατορία. Με δουλειά, σκληρή δουλειά.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 θα γνωρίσει τη γυναίκα της ζωής του. Τη Δέσποινα Γιαννακοπούλου. Θα την ερωτευτεί κεραυνοβόλα. Θα θαμπωθεί από την ομορφιά και την καλλιέργεια της. Από τη φυσική ζεστασιά και την ευγένεια της. Θα την αγαπήσει και θα αγαπηθεί από εκείνη όσο κανείς. Η Δέσποινα θα αποτελέσει το μεγαλύτερο στήριγμα για τον Παύλο, θα είναι δίπλα του πάντα και παντού. Βράχος. Θα περάσουν μαζί μια ολόκληρη ζωή. Και το 1974, στις 22 Ιουνίου, θα του κάνει το μεγαλύτερο δώρο της ζωής του: Τον γιο του Δημήτρη. Τον διάδοχο του.
Από εκείνη την στιγμή, ο χρόνος αλλάζει για τον Παύλο. Η σχέση τους είναι κάτι πολύ περισσότερο από πατέρα με γιο. Είναι μοναδική. Θα βρίσκουν πάντα έστω μια στιγμή μέσα στην ημέρα, ο ένας για τον άλλον. Για μια καλημέρα, μια καλησπέρα, έναν καφέ. Ελληνικό. Αυτόν που γίνεται σιγά-σιγά.
Ο Παύλος θα μεταδώσει στον Δημήτρη το πάθος του για την οικογένεια, τη δουλειά, την πατρίδα και τον Παναθηναϊκό. Θα είναι δίπλα του σε ό,τι κάνει. Πατέρας με όλα τα γράμματα κεφαλαία. Με κάθε τρόπο και τίμημα. Ο Παύλος, θα αγαπήσει ό,τι αγαπάει ο Δημήτρης από τα βάθη και της δικής του ψυχής. Και κυρίως την Ιωάννα. Η σύζυγος του Δημήτρη, μπήκε στην καρδιά του Παύλου αμέσως. Έγινε η κόρη που δεν είχε.
Την αγάπησε μόλις τη γνώρισε και τη λάτρεψε όταν έφερε στη ζωή τα δύο εγγόνια του. Τη Δέσποινα που έχει πάρει το όνομα και τις χάρες της γιαγιάς της και τον Παύλο που είναι … Παύλος σε όλα του. Κάθε φορά που έβλεπε τα εγγόνια του γινόταν μαζί τους κι εκείνος παιδί. Οι μόνες στιγμές που το επέτρεπε στον εαυτό του. Που θυμόταν πως είναι να είσαι παιδί. Αυτό που ο ίδιος είχε ξεχάσει από πολύ νωρίς, διότι έπρεπε να μεγαλώσει απότομα και γρήγορα. Αναγκαστικά. Όπως και με τον Δημήτρη, θα πηγαίνει παρέα με τα εγγόνια του, συχνά-πυκνά, στη ΒΙΑΝΕΞ. Για να αγαπήσουν τη δουλειά. Να αγαπήσουν ό,τι ο ίδιος έχτισε με τόσο κόπο και ιδρώτα. Μια μυσταγωγία που δεν άλλαξε ποτέ. Όσο μεγάλος, όμως, όσο σπουδαίος και αν έγινε στο πέρασμα των χρόνων, ο Γιαννακόπουλος δεν άφησε ποτέ τον Παύλο, ούτε μισό χιλιοστό πίσω του.
Ήταν πάντα ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Μιας πόρτας ορθάνοικτης για όσους είχαν ανάγκη. Όσους χρειάζονταν βοήθεια… Οι ιστορίες πολλές, αμέτρητες. Παράδειγμα ανθρωπιάς. Άνθρωπος με όλα τα γράμματα κεφαλαία. Οι δύο γραμματείς του, έχουν δει και έχουν ακούσει πολλά. Αλλά θα κρατήσουν όπως τους είχε ζητήσει ο Παύλος Γιαννακόπουλος, καλά κρυμμένες τις περιπτώσεις που ο Παύλος πρόσφερε κάθε λογής βοήθεια σε όσους πέρασαν το κατώφλι του.
Ο «πατριάρχης» της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με την ελληνική παραγωγή φαρμάκου, δημιουργώντας τη ΒΙΑΝΕΞ, τη μεγαλύτερη ελληνική φαρμακοβιομηχανία. Ταυτόχρονα, συμβάλλοντας αδιάλειπτα στην εθνική οικονομία, αποτελεί κεφάλαιο της οικονομικής Ιστορίας του τόπου.
Στις αρχές του Ιουνίου του 2018, ο Παύλος Γιαννακόπουλος έβαζε την υπογραφή του σε μία ακόμη επιχειρηματική συμφωνία μεταξύ της ΒΙΑΝΕΞ και μίας από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρείες στον κόσμο. Είχαν προηγηθεί πολλές τέτοιες συμφωνίες, εδώ και δεκαετίες, όταν ο Παύλος Γιαννακόπουλος εγκαινίαζε αυτό που σήμερα θεωρείται ως πρότυπο επιχειρηματικό μοντέλο στο χώρο του φαρμάκου, τις συνέργειες δηλαδή μεταξύ διεθνών και ελληνικών επιχειρήσεων για την παραγωγή και αντιπροσώπευση φαρμακευτικών προϊόντων.
Το 1971, η ΦΑΡΜΑΓΙΑΝ μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρεία και μετονομάζεται σε ΒΙΑΝΕΞ Α.Ε. Με τον πρόεδρο και ιδρυτή της, Παύλο Γιαννακόπουλο στο «τιμόνι» η ΒΙΑΝΕΞ χάραξε μια πορεία αλματώδους ανάπτυξης. Φαρμακευτικές εταιρείες διεθνούς φήμης, όπως οι Merck & Co (ΗΠΑ), Takeda Chemical Industries (Ιαπωνία), Boots (Μ. Βρετανία), Fujisawa (Ιαπωνία), Sigma Tau Industries (Ιταλία), Eli Lilly (ΗΠΑ), αναθέτουν στη ΒΙΑΝΕΞ την παραγωγή και την αντιπροσώπευση των προϊόντων τους στην ελληνική αγορά. Ο Παύλος Γιαννακόπουλος και η ΒΙΑΝΕΞ αποτέλεσαν, δηλαδή, συμμάχους-κλειδί για διεθνείς φαρμακευτικούς οίκους, ώστε να έρθουν για πρώτη φορά τα προϊόντα τους στη χώρα μας.
Η βιομηχανική δραστηριότητα της ΒΙΑΝΕΞ ξεκίνησε το 1977, με τη δημιουργία του πρώτου εργοστασίου, εξειδικευμένου στην παραγωγή στείρων, υγρών, ημιστερεών προϊόντων και εναιωρημάτων. Το 1983 η ΒΙΑΝΕΞ απέκτησε το δεύτερο εργοστάσιο, μία καινοτόμα και φιλική προς το περιβάλλον Μονάδα Παραγωγής Φαρμάκων, εξειδικευμένη στις μη-στείρες στερεές μορφές.
Το 1985 η παραγωγική δραστηριότητα της εταιρείας ενισχύθηκε με την απόκτηση του τρίτου εργοστασίου, το οποίο συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες και πιο σύγχρονες μονάδες παραγωγής λυόφιλων ενέσιμων στην Ευρώπη. Το τέταρτο εργοστάσιο αποκτήθηκε το 1999 και θεωρείται μία εκ των πλέον εξελιγμένων και ελαχίστων στον ευρωπαϊκό χώρο, μονάδα παραγωγής κεφαλοσπορινούχων προϊόντων. Δύο χρόνια νωρίτερα, η ΒΙΑΝΕΞ ίδρυσε στη Βαρυμπόμπη τα γραφεία της κεντρικής διοίκησης και το κέντρο διανομής τελικών προϊόντων.
Η διορατικότητα του Παύλου Γιαννακόπουλου για την ανοδική πορεία που θα ακολουθούσαν τα επόμενα χρόνια τα Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ) και τα παραφαρμακευτικά προϊόντα, οδήγησε στην ίδρυση της ΒΙΑΝ Α.Ε, το 1995, εταιρείας του Ομίλου ΒΙΑΝΕΞ, με προσανατολισμό στην αγορά του φαρμακείου. Στον τομέα της Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D) ο Όμιλος μπήκε δυναμικά το 2006, με την ίδρυση της ELDRUG S.A. Το 2011 η ΒΙΑΝΕΞ έλαβε έγκριση προμηθευτή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (World Health Organization) καθώς και της UNICEF.
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος διετέλεσε επί σειρά ετών πρόεδρος του Συλλόγου Αντιπροσώπων Φαρμακευτικών Ειδών και Ειδικοτήτων (ΣΑΦΕΕ), πρόεδρος του Συνδέσμου Εμπορικών Αντιπροσώπων Αθηνών, καθώς και αντιπρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), ενώ βραβεύθηκε πολλές φορές από οικονομικούς, επιχειρηματικούς και επιστημονικούς φορείς της Ελλάδας και του εξωτερικού. Για τη συνολική του προσφορά στην ελληνική φαρμακευτική αγορά τιμήθηκε από τον Φαρμακευτικό Σύλλογο Αττικής, τον Απρίλιο του 2017.
Ένα χρόνο μετά το θάνατό του, οι άνθρωποι του κλάδου του φαρμάκου δεν παραλείπουν σε κάθε ευκαιρία να αναφέρονται στο έργο του, ενώ η παρακαταθήκη του είναι -και θα είναι πάντα- οδηγός του Δημήτρη Γιαννακόπουλου και της νέας γενιάς που έχει πλέον τα «ηνία» της ΒΙΑΝΕΞ.
Η Παναθηναϊκή αυτοκρατορία
Αν η ΒΙΑΝΕΞ ήταν η αγάπη του Παύλου, ο έρωτας του ήταν ο Παναθηναϊκός. Ο Παύλος μπήκε στο τριφύλλι το 1971 και δεν το άφησε ποτέ. Δημιούργησε μια ομάδα που έγινε μύθος. Αμέτρητες ώρες, ιδρώτας, κόπος και χρήματα. Και πείσμα. Δεκάδες πρωταθλήματα και Κύπελλα. Έξι ευρωπαϊκά. Ένα Διηπειρωτικό. Γενιές και γενιές υπερήφανων Παναθηναϊκών. Όλα με την υπογραφή του Παύλου Γιαννακόπουλου.
Το 1987, ο Παύλος Γιαννακόπουλος ξεκινά την διαδρομή του στο τμήμα μπάσκετ του Παναθηναϊκού κι από την πρώτη μέρα δείχνει αποφασισμένος να δώσει στο όραμά του σάρκα και οστά. Το 1987 η Εθνική ομάδα μπάσκετ κατακτά το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα και όλοι οι Έλληνες αρχίζουν σιγά σιγά να μαθαίνουν το άθλημα που μερικά χρόνια αργότερα θα τους βγάζει στους… δρόμους. Ανάμεσά τους και ο Παύλος Γιαννακόπουλος ο οποίος παίρνει την απόφαση να βγει μπροστά, να αναλάβει την ομάδα μπάσκετ και να την βγάλει από την… αφάνεια, επαναφέροντάς την στον δρόμο των επιτυχιών.
Η τρέλα του και η αποφασιστικότητά του ήταν ξεκάθαρη από την αρχή. Όταν σχεδίαζε μαζί με το Ρίτσαρντ Ντουξάιρ τον πρώτο Παναθηναϊκό επί προεδρίας του, είχε προτείνει στον εμβρόντητο Ντουξάιρ να χρησιμοποιήσει τους συνδέσμους του στις ΗΠΑ και να καταθέσει πρόταση στον Μάτζικ Τζόνσον που τον είχε παρακολουθήσει σε στιγμιότυπα από το All Star game και ήταν καταπληκτικός. Ο εμβρόντητος Ντουξάιρ, προσπάθησε να του εξηγήσει ότι οι κορυφαίοι Αμερικανοί μπασκετμπολίστες είναι αδύνατον να έλθουν στην Ευρώπη, αφού εκτός των αστρονομικών ποσών με τα οποία αμείβονταν στο ΝΒΑ, θεωρούσαν ότι το ευρωπαϊκό μπάσκετ ανήκει περίπου στη νεολιθική εποχή του αθλήματος.
Παρόλα αυτά και με τα πολλά χρήματα που διέθεσε ο Γιαννακόπουλος, ο Ντουξάιρ μαζί με το Μιχάλη Κυρίτση που ανέλαβε προπονητής της ομάδας την επόμενη σεζόν, έπεισαν τον Έντγκαρ Τζόουνς να εγκαταλείψει το Κλίβελαντ και να υπογράψει στον Παναθηναϊκό. Ο πρώτος ουσιαστικά Παναθηναϊκός του Γιαννακόπουλου ήταν ακριβώς εκείνος, της σεζόν 88/89, που τερμάτισε τρίτος πίσω από το αχτύπητο δίδυμο Άρη και ΠΑΟΚ, μπροστά όμως από τον μέχρι πρότινος άπιαστο Πανιώνιο. Το αργυρό μετάλλιο της Εθνικής το ίδιο καλοκαίρι έπεισε το Γιαννακόπουλο να συνεχίσει με πείσμα και να επενδύσει ακόμη περισσότερα.
Πρώτα ο Άρης, μετά ο ΠΑΟΚ και στο τέλος ο Ολυμπιακός, στερούσαν από τον Παναθηναϊκό τη χαρά του τίτλου, παρά το γεγονός ότι ο Παύλος επένδυε τρομακτικά ποσά για το άθλημα. Επέλεξε ως προπονητή τον Ζέλικο Παβλίτσεβιτς, εν ενεργεία πρωταθλητή Ευρώπης με τη Γιουγκοπλάστικα , έφερε στην Αθήνα τον Αντόνιο Ντέηβις, τον Άριαν Κόμαζετς, το Στόικο Βράνκοβιτς, το Σάσα Βολκόφ, αγόρασε ό,τι καλύτερο κυκλοφορούσε στα μικρά εθνικά κλιμάκια (Οικονόμου, Γεωργικόπουλο, Μυριούνη, Αλβέρτη, κ.ά.) έκανε το όνειρό του πραγματικότητα και έντυσε στα πράσινα το Νίκο Γκάλη και τον Παναγιώτη Γιαννάκη, η συγκομιδή του όμως ήταν πολύ φτωχή. Ένα κύπελλο Ελλάδος το 1993, την πρώτη σεζόν του Γκάλη με το τριφύλλι και δύο αποτυχημένα Final Four σε Τελ Αβίβ και Σαραγόσα.
Η πρώτη δικαίωσή του ήρθε το 1996 στο Παρίσι, όταν εν μέσω αποθέωσης από τα μέλη της αποστολής σήκωσε συγκινημένος το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Δίπλα του καθόταν κάθιδρος αλλά περιχαρής ένας Αμερικανός μπασκετμπολίστας: ο Ντομινίκ Ουίλκινς. Ναι, ο Παύλος με την τρέλα του είχε καταφέρει να κάνει το ακατόρθωτο, να φέρει από την άλλη άκρη του Ατλαντικού έναν All Star, έναν μπασκετμπολίστα που ανήκει στο Hall of Fame του κορυφαίου πρωταθλήματος στον κόσμο. Λίγα χρόνια πριν ο Ντουξάιρ γελούσε, ο Παύλος όμως δεν το ξέχασε ποτέ και έφερε έναν τιτάνα του παγκόσμιου μπάσκετ στην Ελλάδα πληρώνοντας το αστρονομικό ποσό των 3,5 εκατομμυρίων δολαρίων ανά σεζόν.
«Ο αθλητής Ουίλκινς υπέγραψε συμβόλαιο διετούς διάρκειας με τον Παναθηναϊκό, είναι μια μεγάλη μέρα για την Ελλάδα, για όλους τους φίλους του Παναθηναϊκού» δήλωνε ο Παύλος Γιαννακόπουλος ανακοινώνοντας ο ίδιος στα κανάλια την τεράστια μεταγραφή. Ο Παύλος Γιαννακόπουλος έβλεπε πλέον τις θυσίες του να… δικαιώνονται και το όραμά του να παίρνει σάρκα και οστά.
Σε συνέντευξή του μετά την κατάκτηση εκείνου του πρώτου Πρωταθλήματος Ελλάδος στο μπάσκετ, ερωτηθείς για το εάν αποκόμισε κάποιο οικονομικό κέρδος λόγω της ενασχόλησής του με τον Παναθηναϊκό, ήταν σαφής αναφορικά με τις οικονομικές θυσίες του ιδίου και της οικογενείας του: “Είναι η ακριβή τρέλα μου. Γιατί για μένα είναι χόμπι και όχι οικονομική επιχείρηση. Όποιος πει ότι από τα αθλήματα αυτά βγάζεις χρήματα, θα πει ψέματα. Είμαι 27 χρόνια στον Παναθηναϊκό και δυστυχώς δεν υπήρξε μια χρονιά που να είχα οικονομικό κέρδος. Εγώ έχω πελάτες 10 εκατομμύρια Ελληνες, δεν μπορώ να χρησιμοποιώ το άθλημα αυτό σαν μοχλό πίεσης. Δεν ξέρω αν κάποιος άλλος το κάνει, εγώ τουλάχιστον αυτό το απορρίπτω αναφανδόν. Δεν είχα, ούτε έκανα σκέψη ποτέ μου να χρησιμοποιήσω το άθλημα για οτιδήποτε άλλο. Με τη βοήθεια του Θεού, δεν χρειάστηκε να το κάνω.”
Ακολούθησαν αμέτρητα χρόνια απόλυτης κυριαρχίας και καταξίωσης, χρόνια γεμάτα τίτλους και επιτυχίες, γεμάτα εικόνες και αναμνήσεις για τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού, έμπλεα υπερηφάνειας και επιβολής. Ο Σούμποτιτς είχε αφήσει τη θέση του στον Ομπράντοβιτς, χτίστηκε μια αυτοκρατορία στηριζόμενη στο πλάνο του Σέρβου κόουτς και την απίστευτη διαχειριστική και επενδετική ικανότητα του Παύλου. Ο Παναθηναϊκός έγινε γνωστός στα πέρατα του κόσμου, φόρεσαν τη φανέλα του αθλητές (όπως συνήθιζε να τους αποκαλεί) όπως ο Σκοτ, ο Ρέμπρατσα, ο Κάτας, ο Μποντιρόγκα, ο Τζεντίλε, ο Σισκάουσκας, ο Τομάσεβιτς, ο Πέκοβιτς, ο Κουτλουάι, ο Γιασικεβίτσιους. Πέρασαν όλοι οι διεθνείς που έγραψαν και γράφουν την ιστορία του ελληνικού μπάσκετ, κάποιοι έμειναν όπως ο Αλβέρτης και ο Διαμαντίδης, κάποιοι αποχώρησαν όπως ο Σπανούλης, κάποιοι ήρθαν απλώς αργά όπως ο Φάνης. Όλοι τους είχαν ένα κοινό: αγαπούσαν τον Παύλο Γιαννακόπουλο.
Μεγάλος και στην αποχώρησή του ο Παύλος Γιαννακόπουλος, ο οποίος το καλοκαίρι του 2012 έκανε ένα βήμα πίσω, δίνοντας τη σκυτάλη στον γιο του, Δημήτρη, με την οικογένεια να παραμένει πάντα στο πλευρό του Παναθηναϊκού.
Η συμβολή του Παύλου Γιαννακόπουλου είναι τεράστια γενικά στον ελληνικό αθλητισμό ωστόσο σπουδαίες και σημαντικές είναι και οι στιγμές που βοήθησε ακόμα και αντιπάλους του εκτός αγωνιστικών χώρων. Συγκεκριμένα ο Παύλος ήταν ένας από τους πρώτους που βοήθησε ουσιαστικά στην τραγωδία της Θύρας 7 καθώς έδωσε όλο το πλάσμα αίματος στο Τζάνειο νοσοκομείο Πειραιά και βρέθηκε δίπλα στους τραυματίες. Από κει και πέρα αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Παύλος Γιαννακόπουλος είχε δώσει χρήματα μαζί με τον αδερφό του Θανάση στον οργανωτή του Ολυμπιακού τον Αττίλιο όταν ήταν άρρωστος και είχαν βοηθήσει στη νοσηλεία του. Επιπλέον ο Παύλος είχε αναλάβει και είχε βοηθήσει μαζί με τον αδερφό του Θανάση και στη νοσηλεία του μπασκετμπολίστα του Πανιωνίου, Μπόμπαν Γιάνκοβιτς, όταν τραυματίστηκε σοβαρά στο ματς με τον Παναθηναϊκό.
Κάποιες από τις σπουδαιότερες στιγμές του στον Παναθηναϊκό
• Το 1972 ξεκίνησε την ενεργή ενασχόλησή του με το «τριφύλλι».
• Από το 1992 η ομάδα μπάσκετ του Παναθηναϊκού αυτονομήθηκε ως επαγγελματική και ο Παύλος Γιαννακόπουλος ανέλαβε τη διοίκησή της.
• Το 1992 έκανε τη μεταγραφή του «αιώνα» στην Ελλάδα ντύνοντας το Νίκο Γκάλη στα πράσινα.
• Το 1993 η ομάδα κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας. Από τότε μέχρι σήμερα ακολούθησαν άλλα 11 ανάλογα τρόπαια.
• Το 1995 έφερε στον Παναθηναϊκό τον καλύτερο Αμερικάνο παίκτη που έχει αγωνιστεί ποτέ σε ευρωπαϊκή ομάδα, τον θρύλο του ΝΒΑ, Ντομινίκ Γουίλκινς.
• Με τον Ντομινίκ μπροστάρη το 1996 ο Παναθηναϊκός έγινε η πρώτη ελληνική ομάδα που κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών (Ευρωλίγκα) το οποίο σφραγίστηκε με τη θρυλική τάπα του Στόγιαν!
• Ακολούθησαν από τότε άλλα πέντε ευρωπαϊκά τρόπαια, αλλά και το διηπειρωτικό του 1996!
• Τη σεζόν 1997-1998 κατακτήθηκε και το πρώτο πρωτάθλημα του «τριφυλλιού» επί των ημερών του και ξεκίνησε η αυτοκρατορία αφού μέχρι σήμερα ακολούθησαν ακόμη 14.