Ο όρος «Καταστροφή της Κανδάνου» αναφέρεται στην ολική καταστροφή του χωριού Κάνδανος στη Δυτική Κρήτη και τη δολοφονία των περίπου 180 κατοίκων του στις 3 Ιουνίου 1941 από τις Γερμανικές δυνάμεις κατοχής κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η διαταγή δόθηκε από τον Συνταγματάρχη Κουρτ Στουντέντ ως αντίποινα για τη συμμετοχή των κατοίκων του χωριού στη μάχη της Κρήτης. Η καταστροφή αποτέλεσε ένα από τα πιο φρικτά εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από τις Δυνάμεις του Άξονα κατά τη διάρκεια της κατοχής της Κρήτης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η μάχη της Κρήτης ξεκίνησε στις 20 Μαΐου 1941 με μία μεγάλης κλίμακας εισβολή από αέρος που σκοπό είχε την κατάληψη στρατηγικών τοποθεσιών του νησιού. Το χωριό Κάνδανος βρίσκεται στον δρόμο από τα Χανιά στη βόρεια ακτή προς την Παλαιοχώρα στα νότια, η οποία αποτελούσε υποψήφιο σημείο απόβασης για πιθανές Συμμαχικές ενισχύσεις από τη Βόρεια Αφρική. Το χωριό Κάνδανος είχε βομβαρδιστεί κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της επίθεσης και ένα μικρό γερμανικό μηχανοκίνητο απόσπασμα (καβαλώντας μοτοσυκλέτες κι έχοντας πολυβόλα MG 34 στο πλαϊνό αμάξι της μοτοσυκλέτας) επιχείρησε να το διασχίσει στις 23 Μαΐου 1941, με σκοπό να φτάσει στην Παλαιοχώρα και να τη διασφαλίσει.
Αν και ανεκπαίδευτοι και ανεπαρκώς οπλισμένοι, οι κάτοικοι της Κανδάνου, της Παλαιοχώρας και άλλων διπλανών μικρότερων χωριών, με τη βοήθεια μερικών χωροφυλάκων της επαρχίας Σελίνου, αυθόρμητα αντιμετώπισαν και πολέμησαν τις Γερμανικές δυνάμεις στα Φλώρια. Την επόμενη μέρα, οι ντόπιοι συγκεντρώθηκαν σε μεγάλους αριθμούς και έστησαν ενέδρα στους Γερμανούς στρατιώτες της 5ης ορεινης μεραρχίας στο φαράγγι της Κανδάνου. Παρά την ισχυρή τους αντίσταση στις 24 και 25 Μαΐου και τις περιορισμένες απώλειες που είχαν, οι ντόπιοι ήταν σε μεγάλο βαθμό λιγότεροι από τους Γερμανούς στρατιώτες και τελικά αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στα βουνά, επιτρέποντας στους Γερμανούς να προχωρήσουν προς την Παλαιοχώρα.
Σκότωσαν τους κατοίκους, έσφαξαν τα ζώα, έκαψαν τα σπίτια
Στις 3 Ιουνίου 1941, μία μέρα μετά την εκτέλεση αρκετών πολιτών στο Κοντομαρί, οι Γερμανοί στρατιώτες από το Τάγμα III του 1ου Συντάγματος της από Αέρος Εισβολής (κατά πάσα πιθανότητα με επικεφαλής τον Oberleutnant Χορστ Τρίμπους) έφτασαν στην Κάνδανο, ακολουθώντας τις διαταγές του Στουντέντ για αντίποινα. Οι Γερμανοί στρατιώτες σκότωσαν περίπου 180 κατοίκους και έσφαξαν όλα τα ζώα, ενώ έβαλαν φωτιά σε όλα τα σπίτια και τα ισοπέδωσαν. Κοντινά χωριά όπως τα Φλώρια και το Κακόπετρο είχαν την ίδια τύχη. Μετά την καταστροφή της, η Κάνδανος ανακηρύχθηκε «νεκρή ζώνη» και απαγορεύτηκε στον εναπομείναντα πληθυσμό της να επιστρέψει στο χωριό και να το ξαναχτίσει, ενώ αναρτήθηκαν και δύο πινακίδες – επιγραφές σε γερμανικά και ελληνικά στις εισόδους του χωριού από Χανιά και από Παλαιοχώρα.
Η πρώτη επιγραφή αναφέρει: «Διά την κτηνώδη δολοφονίαν Γερµανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του µηχανικού από άνδρας, γυναίκας και παιδιά και παπάδες µαζύ και διότι ετόλµησαν να αντισταθούν κατά του µεγάλου Ράιχ κατεστράφη την 3-6-1941 η Κάνδανος εκ θεµελίων, διά να µην επαναοικοδοµηθεί πλέον ποτέ», και η δεύτερη: «Ως αντίποινον των από οπλισµένων πολιτών ανδρών και γυναικών εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων Γερµανών στρατιωτών κατεστράφη η Κάνδανος». Μία τρίτη πινακίδα – επιγραφή από μάρμαρο μεταφέρθηκε στην Κάνδανο το 1943, με σκοπό να χρησιμοποιηθεί για ένα μνημείο που οι Γερμανοί προγραμμάτιζαν να κατασκευάσουν. Σε αυτή την τρίτη επιγραφή αναφέρεται: «Εδώ υπήρχε η Κάνδανος – Κατεστράφη προς εξιλασµόν της δολοφονίας 25 Γερµανών στρατιωτικών».
Το μνημείο για τους στρατιώτες που έπεσαν στη μάχη
Μετά την παράδοση της Κρήτης, ανεγέρθηκε από την 5η Ορεινή Μεραρχία, κοντά στα Φλώρια, ένα μνημείο για τους στρατιώτες του Τάγματος 95 που έπεσαν στη μάχη της Κρήτης. Μετά την παράδοση της Γερμανίας, ο Στουντέντ φυλακίστηκε από τους Βρετανούς. Τον Μάιο του 1947, ήρθε ενώπιον στρατιωτικού δικαστηρίου για να απαντήσει σε κατηγορίες κακομεταχείρισης και δολοφονίας αιχμαλώτων πολέμου από τους στρατιώτες του στην Κρήτη, ενώ το αίτημα της Ελλάδας να εκδοθεί ο Στουντέντ στη χώρα, απορρίφθηκε.
Ο Στουντέντ κρίθηκε ένοχος για τις τρεις από τις οκτώ κατηγορίες και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση. Ωστόσο, του δόθηκε ιατρική απαλλαγή και αφέθηκε ελεύθερος το 1948. Δεν δικάστηκε ποτέ για εγκλήματα εναντίον άμαχου πληθυσμού. Σήμερα, η Κάνδανος έχει ξαναχτιστεί και αποτελεί την έδρα του ομώνυμου δήμου. Αναπαραγωγές των πινακίδων – επιγραφών εις μνήμην της καταστροφής του χωριού, υπάρχουν σε τοπικό μνημείο του πολέμου.