Ελλάδα

Σπύρος Λούης: Όταν κέρδισε τον Μαραθώνιο στους πρώτους Ολυμπιακούς

Σπύρος Λούης: Χωρίς να έχει προετοιμαστεί και μονάχα με τη φυσική αντοχή του κατάφερε να κερδίσει τον Μαραθώνιο των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.

Χρονιά Ολυμπιακών Αγώνων είναι η φετινή, με τη λαμπαδηδρομία να έχει ξεκινήσει το ταξίδι της από το J-Village στη Φουκουσίμα και τους αθλητές  να μετρούν αντίστροφα για το αθλητικό γεγονός του καλοκαιριού. Ενόψει λοιπόν, αυτής της γιορτής σήμερα θυμόμαστε τον Σπύρο Λούη που σαν σήμερα κέρδισε τον Μαραθώνιο στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Σπύρος Λούης: Το όνομά του δεν υπήρχε στον προκριματικό αγώνα

Ήταν Παρασκευή 29 Μαρτίου του 1896 όταν 17 αθλητές από πέντε χώρες παρατάσσονταν στην αφετηρία στη γέφυρα του Μαραθώνα για να διανύσουν τα 40 χιλιόμετρα της διαδρομής μέχρι τον τερματισμό στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου 100.000 κόσμου είχε συγκεντρωθεί για να αποθεώσει τους νικητές. Κάποιοι πίστευαν ότι κάποιος Έλληνας θα κόψει πρώτος το νήμα. Και ο Έλληνας αυτός ήταν ο Σπύρος Λούης.

Υπάρχουν πολλές εκδοχές γύρω από το πώς έλαβε μέρος στην κούρσα. Σίγουρα το όνομά του δεν έχει καταγραφεί στον προκριματικό αγώνα στον οποίο είχαν νικήσει ο κορυφαίος μαραθωνοδρόμος εκείνης της εποχής Χαρίλαος Βασιλάκος, ο Σπυρίδων Μπελόκας και ο Ιωάννης Λαυρέντης. Μια εκδοχή που κυκλοφόρησε τότε από στόμα σε στόμα, τον ήθελε να τρέχει και να κερδίζει για να ζητήσει ύστερα χάρη από τον Βασιλιά, επειδή είχε φυλακιστεί ένα δικό του πρόσωπο.  Μια άλλη φήμη τον ήθελε να τρέχει για την χάρη μιας Ελένης με την οποία ήταν ερωτευμένος, αλλά δεν δέχονταν οι γονείς της τον γάμο λόγω της ταπεινής καταγωγής του. Μάλιστα, το 1962 γυρίστηκε αυτή η εκδοχή και σε ταινία του Χόλιγουντ, με τον τίτλο «Συνέβη στην Αθήνα».

Σπύρος Λούης: Ποιος ήταν ο πρώτος νικητής των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων

Γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1872 στο Μαρούσι της Αττικής, από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν νερουλάς και ο νεαρός Σπύρος τον βοηθούσε κουβαλώντας το νερό. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας διακρίθηκε για την αντοχή του, γεγονός που εξέπληξε τους ανωτέρους του. Θρυλείται ότι έτρεξε από την Αθήνα στο Μαρούσι και τούμπαλιν για να φέρει το πηλήκιο που είχε ξεχάσει στο σπίτι του, ώστε να είναι τέλειος στην αναφορά του τάγματος.

Εξαιτίας των αγωνιστικών του προσόντων, ο Λούης μπήκε από το «παράθυρο» στον αγώνα του Μαραθωνίου των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας (29 Μαρτίου 1896), με την προτροπή του διοικητού του ταγματάρχη Παπαδιαμαντόπουλου, που ήταν και αθλητικός κριτής. Ο Λούης έτρεξε χωρίς καμία προετοιμασία και κατόρθωσε να επικρατήσει των αντιπάλων του, επευφημούμενος από 80.000 θεατές που είχαν κατακλύσει το Καλλιμάρμαρο.

Οι φήμες που κυκλοφόρησαν ότι κατά τη διάρκεια του Μαραθωνίου είχε «κλέψει», πραγματοποιώντας μέρος της διαδρομής πάνω σε κάρο, δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Ο Λούης μετά τον θρίαμβό του δεν ξανάτρεξε ποτέ κι έζησε μία ήρεμη ζωή στο Μαρούσι, εργαζόμενος ως αγρότης, κηπουρός, νερουλάς και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός. Παντρεύτηκε κι έκανε οικογένεια.

Σπύρος Λούης: Έτσι γράφτηκε η ιστορία στο κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο

Στον πρώτο Μαραθώνιο της σύγχρονης ιστορίας έλαβαν μέρος 17 δρομείς και σύντομα, αυτοί που έδωσαν από την αρχή ένα γρήγορο τέμπο, παρουσίασαν σημάδια κόπωσης. Οι περισσότεροι εγκατέλειψαν μέχρι τα μισά της διαδρομής, όπως ο Αμερικανός Άρθουρ Μπλέικ στο 23ο χιλιόμετρο και ο Γάλλος Αλμπέ Λερμιζό, ο οποίος προπορευόταν, αλλά δεν άντεξε μετά το Πικέρμι στην ανηφόρα προς την Παλλήνη.

Κάποια στιγμή βρέθηκε μπροστά ο Αυστραλός Έντγουιν Φλακ, αλλά φτάνοντας στα προάστια των Αθηνών, άρχισε κι αυτός να κουράζεται. Τότε ήταν που ο Λούης ανέβασε τον ρυθμό του, έφτασε τους πρωτοπόρους και γύρω στο 37ο χιλιόμετρο πέρασε μπροστά και άρχισε να κινείται γοργά προς το στάδιο.

Με το που είδε αυτή την εξέλιξη ο Παπαδιαμαντόπουλος, πήγε έφιππος στο Καλλιμάρμαρο και ενημέρωσε αμέσως το βασιλικό ζεύγος πως προηγείται Έλληνας. Σε κλάσματα δευτερολέπτου το νέο άρχισε να διαδίδεται, με αποτέλεσμα οι χιλιάδες θεατές να ξεσηκωθούν από ενθουσιασμό και να φωνάζουν «Έλλην, Έλλην»!

Το τι ακολούθησε δεν περιγράφεται. Το κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο γνώρισε ανεπανάληπτες στιγμές εθνικού παραληρήματος, όταν ο Λούης έφτασε πρώτος και μπήκε εξαντλημένος στην τελική ευθεία. Άλλοι έκλαιγαν, άλλοι αγκάλιαζαν τους διπλανούς τους και όλοι μαζί κουνούσαν τις γαλανόλευκες σημαίες με υπερηφάνεια, ενώ ο διάδοχος Κωνσταντίνος έσπευσε στον τερματισμό για να τον υποδεχθεί.

Ο χρόνος του που καταγράφηκε στον Μαραθώνιο της Αθήνας ήταν 2 ώρες 58:50. Δεύτερος τερμάτισε το φαβορί, ο Χαρίλαος Βασιλάκος, με 7 λεπτά διαφορά (3 ώρες 06:03), ο οποίος ακολούθησε μια σωστή τακτική σε όλο τον αγώνα κι έτσι βρισκόταν σταθερά στο γκρουπ των πρωτοπόρων, και τρίτος ο Σπυρίδων Μπελόκας, ο οποίος όμως ακυρώθηκε ύστερα από καταγγελία ότι στα μέσα της διαδρομής είχε ανέβει σ’ ένα κάρο! Έτσι η ΔΟΕ αναγνωρίζει ως τρίτο στον Μαραθώνιο του 1896 τον Ούγγρο Γκιούλα Κέλνερ με 3 ώρες 09:35.

Ο Σπύρος Λούης δέχτηκε πολλές προσφορές για την επιτυχία του.Ακόμη και… ισόβιο δωρεάν ξύρισμα του υποσχέθηκε ένα κεντρικό κουρείο της Αθήνας, δωρεάν καφέδες για έναν χρόνο ένα καφενείο, δωρεάν φαγητό εφ’ όρου ζωής ένα ξενοδοχείο! Η συντεχνία αργυροχρυσοχόων του έδωσε μια χρυσή αλυσίδα, το συμβούλιο σιδηροδρόμων δωρεάν προσωπικό εισιτήριο, ο Μιχαήλ Βόδας μια κυνηγετική καραμπίνα και η εταιρεία Σίνγκερ μια ραπτομηχανή! Τελικά, απ’ όλα αυτά, ο ίδιος προτίμησε να κρατήσει μόνο ένα κάρο κι ένα άλογο για να μεταφέρει πιο εύκολα το νερό στην Αθήνα, γνωρίζοντας καλά πως σύντομα θα επέστρεφε στην καθημερινότητα της επιβίωσης.

 Σπύρος Λούης: Η συνάντηση με τον Χίτλερ και το κλαδί ελιάς

Ο θρύλος του παρέμεινε αναλλοίωτος με το πέρασμα του χρόνου. Συχνά τον καλούσαν σε αθλητικούς αγώνες ως επίσημο προσκεκλημένο και το κοινό τού έδειχνε την αγάπη του με επευφημίες. Αυτός εμφανιζόταν ντυμένος φουστανελάς και με το χρυσό μετάλλιο στο στήθος.

Όπως συνέβη και την 1η Αυγούστου 1936, όταν προσκλήθηκε από το Χίτλερ στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Βερολίνου. Συναντήθηκε μαζί του, φωτογραφήθηκε και προσέφερε στον Φύρερ ένα κλαδί ελιάς ως σύμβολο της ειρήνης, που ήδη είχε αρχίσει να μπαίνει σε δοκιμασία. Ο Λούης δεν τον χαιρέτησε με τον γνωστό ναζιστικό τρόπο, όπως έκαναν τα υπόλοιπα μέλη της ελληνικής αποστολής.

Το 1926 κατηγορήθηκε για πλαστογραφία στρατιωτικού εγγράφου, προφυλακίστηκε για σχεδόν ένα χρόνο, αλλά αθωώθηκε πανηγυρικά. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έφερνε δύσκολα και εξαιτίας της σοβαρής ασθένειας της συζύγου του. Ο Σπυρίδων Λούης πέθανε πάμπτωχος στο Μαρούσι, στις 26 Μαρτίου 1940, όμως το όνομά του παρέμεινε αθάνατο και ο ίδιος θεωρείται ως μια από τις πιο θρυλικές μορφές των Ολυμπιακών Αγώνων.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο