Στις 11 Μαρτίου 2004 η Ευρώπη γνώρισε τον ίδιο τρόμο που γνώρισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001. Από τότε οι πολίτες της Νέας Υόρκης τιμούν τα θύματα των τρομοκρατικών επιθέσεων.
Δεκαεπτά χρόνια μετά από την «ευρωπαϊκή 11η Σεπτεμβρίου», όπως πολλοί τη χαρακτηρίζουν, λίγοι έχουν ξεχάσει. Τότε, δέκα ωρολογιακές βόμβες, τοποθετημένες σε τέσσερα τρένα, εξερράγησαν σε τρεις σταθμούς της Μαδρίτης, με τραγικό απολογισμό, 191 νεκρούς και περισσότερους από 1800 τραυματίες.
Πρόκειται για τη χειρότερη τρομοκρατική επίθεση στην ιστορία, όχι μόνο της Ισπανίας, αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Με αφορμή το γεγονός αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ανακηρύξει την 11η Μαρτίου ως Ημέρα των θυμάτων της τρομοκρατίας.
Η τρομοκρατική αυτή επίθεση στην Μαδρίτη, η πιο θανατηφόρα εναντίον άμαχου πληθυσμού σε ευρωπαϊκό έδαφος μετά τη βομβιστική επίθεση στο Lockerbie το 1988, θεωρήθηκε αρχικά έργο της βασκικής αυτονομιστικής οργάνωσης ETA. Πολύ σύντομα όμως, η θεωρία αποδείχθηκε λανθασμένη αφού υπήρξαν αποδεικτικά στοιχεία ότι υπεύθυνη ήταν μια ακραία ισλαμιστική ομάδα που είχε δεσμούς με την Αλ-Κάιντα.
Οι εκρηκτικοί μηχανισμοί εξεράγγησαν το πρωί της Πέμπτης 11 Μαρτίου 2004 σε τέσσερα επιβατηγά τρένα. Όλα τα τρένα κινούνταν στην ίδια κατεύθυνση και γραμμή, ανάμεσα στην Αλκαλά ντε Ενάρες και τον σταθμό Ατότσα στη Μαδρίτη.
Δεκατρείς εκρηκτικοί μηχανισμοί είχαν τοποθετηθεί αλλά εξερράγησαν οι δέκα και αυτό γιατί οι τρεις μηχανισμοί δεν πυροδοτήθηκαν παρά το γεγονός ότι είχαν προγραμματιστεί. Αργότερα κατά τις έρευνες των αρχών βρέθηκαν άθικτες.
Οι εκρήξεις έγιναν μεταξύ 7.37 και 7.40 το πρωί, τοπική ώρα και ολοκληρώθηκαν χωρίς να έχει γίνει προηγούμενη ειδοποίηση. Οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι όλες οι εκρήξεις προκλήθηκαν από αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς οι οποίοι ήταν κρυμμένοι σε σακίδια, πάνω στα τρένα.
Οι τρομοκράτες φαίνεται ότι είχαν βάλει στο στόχαστρο τον σταθμό της Atocha στη Μαδρίτη, κοντά στον οποίο είχαν πυροδοτηθεί επτά από τις βόμβες. Οι άλλες 3 βόμβες πυροδοτήθηκαν στα τρενα κοντά στους σταθμούς Εl Poso del Tio Raimundo και Santa Εugenia, πιθανότατα λόγω των καθυστερήσεων των αμαξοστοιχιών στο δρόμο τους για τον σταθμό Atocha.
Η άμεση αντίδραση στις επιθέσεις ήταν πολλές συνεντεύξεις Τύπου από τον Ισπανό πρωθυπουργό Χοσέ Μαρία Αθνάρ στις οποίες κατηγορούσε την ΕΤΑ, η οποία ευθύνεται για αρκετές τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ισπανία, θεωρία στην οποία η κυβέρνηση επέμεινε για δύο ημέρες.
Παρόλα αυτά, η ΕΤΑ, η οποία συνήθως αναλαμβάνει την ευθύνη για τις επιθέσεις που πραγματοποιεί, αρνήθηκε ότι είχε σχέση με την επίθεση.
Στην Ισπανία κηρύχτηκε τριήμερο πένθος. Η βασίλισσα Σοφία επισκέφθηκε τραυματίες. Χιλιάδες Ισπανοί έκαναν αυθόρμητα σιωπηρές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε όλη τη χώρα, κυρίως στη Χώρα των Βάσκων. Στις 14 Μαρτίου 2004, ο Αμπού Ντουτζάνα αλ-Αφγκάνι, ένας φερόμενος ως ομιλητής της αλ-Κάιντα στην Ευρώπη, ανέλαβε μέσω βιντεοκασέτας την ευθύνη για τις επιθέσεις. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, οι επιθέσεις ήταν αντίποινα για τη συμμετοχή ισπανικών στρατευμάτων στον πόλεμο του Ιράκ.
Οι δικαστικές αρχές ανακοίνωσαν ότι μια ομάδα Μαροκινών, Σύριων και Αλγερινών Μουσουλμάνων μαζί με δύο πληροφοριοδότες της πολιτοφυλακής και της αστυνομίας ήταν ύποπτοι για την επίθεση. Στις 11 Απριλίου 2006, ο δικαστής Χουάν δελ Όλμο κατηγόρησε 29 υπόπτους για τη συμμετοχή τους στις επιθέσεις. Δεν βρέθηκαν στοιχεία για τη συμμετοχή της αλ-Κάιντα. Τον Αύγουστο του 2007, η αλ-Κάιντα δήλωσε «περήφανη» για την επίθεση.