Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αδιαμφησβίτητα μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές προσωπικότητες του περασμένου αιώνα στη χώρα. Την πολιτική του ζωή συνοδεύουν πολλές ιστορίες. Μία εξ αυτών ήταν η σύλληψή του μετά το πραξικόμημα της 21ης Απριλίου.
Ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία όταν εκλέχθηκε βουλευτής για πρώτη φορά το 1964 με την Ένωση Κέντρου. Μετείχε στην κυβέρνηση του πατέρα του, Γεωργίου Παπανδρέου, αρχικά ως Υπουργός Προεδρίας και λίγο αργότερα ως αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού.
Παραιτήθηκε λίγο αργότερα μετά από πολλές πιέσεις άλλων τάσεων μέσα στο κόμμα και συσπείρωσε γύρω του τη λεγόμενη κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού, ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορήθηκε ως εμπνευστής και αρχηγός στην υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» και στο συνωμοτικό Σχέδιο Ελικών.
Στις 12 Οκτωβρίου του 1966, χιλιάδες οπαδοί του υποδέχθηκαν τον Ανδρέα Παπανδρέου που επέστρεφε από 12ήμερη περιοδεία στη Σκανδιναβία. Ένα πανό έγραφε: «Καλώς όρισες Κένεντι της Ελλάδος». Κύρια αιτία αυτής της θριαμβευτικής υποδοχής ήταν ότι την προηγουμένη της αναχώρησής του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για «συνωμοσία προς εκτέλεσιν πράξεων εσχάτης προδοσίας», κατά όσων είχαν αναμιχθεί στην οργάνωση ΑΣΠΙΔΑ.
Η σύλληψη
Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη από τη χούντα των Συνταγματαρχών και φυλακίστηκε. Τις επόμενες μέρες ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Λίντον Τζόνσον παρενέβη υπέρ του Παπανδρέου και άλλων πολιτικών ηγετών. Στη φυλακή ο Παπανδρέου ανέμενε να παραπεμφθεί σε δίκη για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ με την κατηγορία ότι προετοίμαζε στρατιωτικό πραξικόπημα με στόχο την εγκαθίδρυση σοσιαλιστικής δικτατορίας, την εκθρόνιση του βασιλιά Κωνσταντίνου και την απομάκρυνση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και συνέταξε ένα εννεασέλιδο αυτοβιογραφικό υπόμνημα για την απολογία του.
Αποφυλακίστηκε, ωστόσο, μετά τη χορήγηση μερικής αμνηστίας μετά το αποτυχημένο αντικίνημα του Κωνσταντίνου το Δεκέμβριο του ’67 χάρη στην αμερικανική παρέμβαση μετά από έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες κορυφαίων ακαδημαϊκών και διανοούμενων των Ηνωμένων Πολιτειών στον Πρόεδρο Τζόνσον. Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από τη χώρα και ιδρύει το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά σε πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Έδρα του ΠΑΚ ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της Σουηδίας, Στοκχόλμη.
Από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1961 και ως την επιβολή της δικτατορίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει το τότε σύστημα εξουσίας (παρακράτος, συνωμοτικές οργανώσεις, οικονομικά συμφέροντα) στεκόμενος ιδιαίτερα στην τρομοκράτηση της επαρχίας από τη Χωροφυλακή και τα Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ).
Οι αναμνήσεις μια σύλληψης
«Άκουσα έναν αστυνομικό, ο οποίος ήταν στην ασφάλειά μου, να φωνάζει… από ξυλοδαρμό. Και είδα τουλάχιστον τριάντα μαυροσκούφηδες με τα αυτόματα να σπάζουν παράθυρα… να σπάζουν πόρτες. Και δεν φαντάστηκα, ούτε καν, πως επρόκειτο για δικτατορία. Εκείνη τη στιγμή φαντάζομαι πως επρόκειτο για εκτελεστικό απόσπασμα» περιέγραφε ο Ανδρέας Παπανδρέου στον Γιώργο Δουατζή.
«Αποφάσισα να μην παραδοθώ και πήγα στην ταράτσα, πάνω από μια σοφίτα. Είχα ένα πιστόλι στο χέρι. Με βοήθησε ο γιος μου, ο Γιώργος, να ανέβω». Οι στρατιώτες πιάνουν τον Γιώργο, που τότε ήταν 15 χρόνων. Τον ρωτούν πού είναι ο πατέρας του και τον απειλούν πως θα τον σκοτώσουν, αν δεν τους αποκαλύψει πού κρύβεται. «Τότε σηκώθηκα, τους είπα “είμαι εδώ”, κρατούσα πιστόλι. Γύρισαν τα αυτόματα (προς εμένα) και μου είπαν “ή πηδάς ή σε πυροβολούμε”». Ο Ανδρέας οδηγείται στο Γουδί. Την επομένη μεταφέρεται στο ξενοδοχείο Πικέρμι. Στις 10 Μαΐου μεταφέρεται στις φυλακές Αβέρωφ, απομονωμένος από τους άλλους κρατούμενους, όπως αναφέρει το People Greece.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου περιέγραψε τη νύχτα της απελευθέρωσής του στον Φρέντυ Γερμανό, το 1975: «Ήθελα να πάω στα μπουζούκια, γιατί χορεύω… Χορεύω ρεμπέτικο. Και ήθελα να ζωντανέψουν, όχι μόνο εγώ, αλλά και οι άλλοι. Και ήταν λιγάκι δύσκολο για εμένα να χορέψω, γιατί ήμουν εξαντλημένος από τη φυλακή. Αλλά το έκανα. Ήταν ωραίο βράδυ. Όμορφο, ζεστό». Η εκπομπή δεν προβλήθηκε ποτέ, αλλά αποσπάσματα παίχτηκαν στην εκπομπή Ενώπιος Ενωπίω, του Νίκου Χατζηνικολάου.