Ο Δημήτρης Λιγνάδης δηλώνει αθώος για τις κατηγορίες που τον βαραίνουν, ενώ παρουσίασε 27σέλιδο απολογητικό υπόμνημα. Στις 14:30 ήταν προγραμματισμένη η απολογία του στην Ανακρίτρια. Ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης πήρε προθεσμία χθες για σήμερα ώστε να απολογηθεί για την κατηγορία του βιασμού κατά συρροή.
Ωστόσο, πριν από την απολογία του αναμένεται να εξεταστεί η ένσταση απόλυτης ακυρότητας της προδικασίας που υπέβαλε ο δικηγόρος του, Αλέξης Κούγιας, στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Συγκεκριμένα, η πλευρά του σκηνοθέτη υποστηρίζει ότι υπάρχει:
- Απόλυτη ακυρότητα λόγω της άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος του χωρίς προηγούμενη κλήση του με την ιδιότητα του υπόπτου προς παροχή εξηγήσεων και
- Απόλυτη ακυρότητα λόγω της έκδοσης του εντάλματος σύλληψης χωρίς να συντρέχουν οι απαραίτητες προβλεπόμενες από τον νόμο προϋποθέσεις.
Η ένσταση αναμένεται να εισαχθεί σύντομα στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο προς εξέταση. Νομικοί κύκλοι, πάντως, τονίζουν πως η κίνηση αυτή δεν μπλοκάρει τη διαδικασία της λήψης απολογίας από τον κατηγορούμενο, που είχε προγραμματιστεί για τις 14:30 το μεσημέρι, καθώς σήμερα λήγει και τυπικά το πενθήμερο που είναι και το ανώτατο χρονικό όριο που μπορεί κάποιος να κρατείται χωρίς να έχει δώσει απολογία στον ανακριτή.
Ο Δημήτρης Λιγνάδης διά του συνηγόρου του, προκειμένου να υποστηρίξει την ένσταση για ακυρότητα, εξιστορεί βήμα-βήμα πώς διενεργήθηκε η εισαγγελική έρευνα και έδωσε το στίγμα της υπερασπιστικής γραμμής που θα ακολουθήσει κατά την απολογία του.
Όπως αναφέρει σχετικά με την πρώτη μήνυση που έγινε εις βάρος του: «Την 5/2/2021 υπεβλήθη από τον Βασίλειο Κ (…) μηνυτήρια αναφορά στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, στην οποία ουσιαστικά δεν περιέγραψε κάποια αξιόποινη συμπεριφορά, αφού κατά τους ισχυρισμούς του, και αληθείς υποτιθέμενους, οι δήθεν σεξουαλικές επαφές μαζί του έγιναν με τη συναίνεσή του ενώ ήταν ήδη 15 ετών και χωρίς να έχω την ιδιότητα του παιδαγωγού του. Σε κάθε δε περίπτωση το χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται είναι μεγαλύτερο της εικοσαετίας από την ενηλικίωσή του και εν όψει των περί παραγραφής διατάξεων το περιεχόμενο της αναφοράς του ήταν ποινικά αδιάφορο. Ο εισαγγελέας έλαβε ένορκη κατάθεση από μάρτυρα που πρότεινε ο κ. Κ (…).
Ο μάρτυρας αυτός κατέθεσε πως κατά το χρονικό διάστημα 2014 έως 2016, δηλαδή σε ηλικία 16 προς 17 ετών, δήθεν είχε σεξουαλική σχέση μαζί μου με τη θέλησή του και ότι μια φορά εντός αυτού του χρονικού διαστήματος, ανάμεσα σε πολλές άλλες σεξουαλικές επαφές μας, υπήρξε και μια που κατά τους ισχυρισμούς του ”δεν ήθελε”».
Στη συνέχεια στο αίτημα ακυρότητας γίνεται αναφορά για τις δύο μαρτυρίες, όπου αναφέρει πως η 40χρονη γυναίκα που τον κατήγγειλε, είχε μία «ατυχή και εμμονική προσπάθεια να συνάψει ερωτική σχέση μαζί μου».
«Από τους μάρτυρες αυτούς ο ένας δεν κατέθεσε τίποτα απολύτως σε βάρος μου, αφού δεν υπέπεσε στην αντίληψή του οποιαδήποτε μεμπτή συμπεριφορά μου προς οποιοδήποτε ανήλικο πρόσωπο. Η δε γυναίκα μάρτυρας απλώς και μόνο εξιστόρησε την ατυχή και εμμονική προσπάθειά της ήδη από τα φοιτητικά της χρόνια και συγκεκριμένα από το έτος 2000 να συνάψει ερωτική σχέση μαζί μου, χωρίς ωστόσο να αντιληφθεί έστω και μια σεξουαλική επαφή μου με ή χωρίς συναίνεση με έστω και ένα ανήλικο πρόσωπο» ισχυρίζεται ο Δημήτρης Λιγνάδης.
Όσον αφορά την δεύτερη μήνυση, ο πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου σημειώνει: «Στις 19/2 ο δικηγόρος Γιάννης Βλάχος κατέθεσε στην Εισαγγελία την από 17/2 μήνυση έγκληση του (….) στην οποία αναφέρεται ότι δήθεν τον Αύγουστο του έτους 2010 τέλεσα σε βάρος του το αδίκημα του βιασμού ενώ ο μηνυτής ήταν ηλικίας 14 ή 15 ετών, χωρίς αυτό να προκύπτει με ακρίβεια αφού αναφέρει μόνο το έτος της γεννήσεώς του, το 1995. Ο μηνυτής πρότεινε και έναν μάρτυρα ο οποίος εξετάστηκε από τον εισαγγελέα.
Ο μάρτυρας αυτός επιβεβαίωσε τη γνωριμία μου με το μηνυτή, αλλά δεν αντελήφθη καμία σεξουαλική επαφή μου με ή χωρίς συναίνεση είτε με το μηνυτή είτε με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, περιέγραψε εντελώς διαφορετικά τις περιστάσεις, υπό τις οποίες με είχαν δήθεν συναντήσει είτε εντός είτε εκτός της οικίας μου και το κορυφαίο δεν γνώριζε έστω εκ διηγήσεως οποιοδήποτε περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης του μηνυτή, μολονότι προφανώς γνώριζε ότι έχει υποβληθεί μήνυση εναντίον μου και μάλιστα δεν ήταν και σίγουρος εάν ο μηνυτής με είχε συναντήσει ξανά μετά την τελευταία φορά που ο μάρτυρας και ο μηνυτής δήθεν με επισκέφθηκαν στο σπίτι μου.
Όταν πληροφορήθηκα από τις 11/2 από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ότι έχει κατατεθεί σε βάρος μου μήνυση υπέβαλα στην προϊστάμενη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών αίτηση να κληθώ προς παροχή εξηγήσεων και να λάβω αντίγραφα οποιασδήποτε δικογραφίας έχει σχηματιστεί σε βάρος μου, αναφέροντας και γνωστή και μόνιμη διεύθυνση της κατοικίας μου τα τελευταία δώδεκα χρόνια, προκειμένου να υπερασπισθώ τον εαυτό μου τόσο έναντι της εγκλήσεως όσο και έναντι της ακραίας δυσφήμισής μου από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, εξαιτίας της οποίας μάλιστα ήδη από τις 6/2 παραιτήθηκα από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, προκειμένου να μην βάλλεται διά του προσώπου μου ο σημαντικός αυτός θεσμός για τη χώρα και τον πολιτισμό της.
Δυστυχώς όμως ο εισαγγελέας απέρριψε το αίτημά μου και περάτωσε την ανάκριση χωρίς να με καλέσει σε εξηγήσεις και χωρίς μια απλή έρευνα στο internet να διασταυρώσει αν αντιστοιχούν στην αλήθεια οι ημερομηνίες διαφόρων γεγονότων και εκδηλώσεων που αναφέρονται στις μαρτυρικές καταθέσεις των δύο δήθεν παθόντων (όλες είναι λάθος) άσκησε ποινική δίωξη σε βάρος μου για βιασμό κατά συρροή. Με τον τρόπο αυτό όμως προκλήθηκε απόλυτη ακυρότητα κατά την άσκηση δίωξης εναντίον μου».