Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις δηλώσεις ανθρώπων της τέχνης και του αθλητισμού να δηλώνουν ο ένας μετά τον άλλον ότι γνώριζαν για τη νοσηρή κατάσταση που επικρατούσε στον χώρο τους σχετικά με τη σεξουαλική εκμετάλλευση συναδέλφων τους, ωστόσο δεν πήραν ποτέ την απόφαση να την αποκαλύψουν. Διευκρινίζουν μάλιστα ότι όλοι ήξεραν αλλά κανείς δεν μιλούσε.
Εδώ προκύπτει μία ομερτά όπου θύματα αλλά και άνθρωποι που γνώριζαν τι γινόταν πίσω από τους προβολείς των θεάτρων και των γηπέδων, έκαναν – κυρίως οι δεύτεροι- τους «τρεις σοφούς πιθήκους», δεν είδαν, δεν άκουσαν, δεν μίλησαν.
Αυτό βέβαια έδινε σε όσους ασχημονούσαν ή διέπρατταν κακουργηματικές πράξεις να έχουν την αίσθηση του ακαταδίωκτου και να συνεχίζουν τη δράση τους. Εδώ δεν μιλάμε για περιπτώσεις όπου κάποιοι «γύπες» την «έπεφταν» αγενώς σε γυναίκες ή άνδρες, αλλά για υποθέσεις βιασμών και εκβιασμών και για καταστάσεις που παραπέμπουν σε κυκλώματα μαστροπών.
Όταν ένας εκμεταλλεύεται αφενός τη θέση του, αφετέρου τον πόθο του άλλου για την τέχνη ή τον αθλητισμό ή την ανάγκη του για δουλειά προκειμένου να τον εκβιάσει για να υποκύψει στις ορέξεις του, το θέμα δεν είναι μόνο ηθικό ή δεοντολογίας. Είναι ποινικό όπως στις περιπτώσεις των εκβιαστών.
Σε ό,τι αφορά στους βιασμούς ακόμα και ανηλίκων πως μπορεί κάποιος να λέει «γνώριζα, όλοι γνώριζαν»… Και τι ακριβώς έκαναν; Business as usual; Σύμφωνοι, μπορεί να μην είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται, για λόγους που μπορεί ο καθένας να υποθέσει. Διότι υπάρχουν οικονομικές και επαγγελματικές εξαρτήσεις, διότι υπάρχουν γνωριμίες, διότι σε όλα τα επαγγέλματα υπάρχουν «κοινά μυστικά», διότι συνήθως χρειάζεται κάποια αφορμή για να ανοίξουν τα στόματα επειδή κανείς δεν θέλει να το πάρει πρώτος επάνω του, διότι…
Αλλά εδώ πρόκειται για βιασμούς και για ανθρώπους που κυνηγώντας το όνειρό τους έπεσαν επάνω σε θηρευτές ψυχών και σωμάτων και το όνειρο μετατράπηκες σε εφιάλτη.
Δεν κάνουμε ηθικολογία, προσπαθούμε να προσεγγίσουμε το θέμα πραγματιστικά και ο πιο ασφαλής τρόπος για να γίνει αυτό ώστε να αποφύγεις είτε τις υπερβολές είτε την υποτίμηση του θέματος είτε το εύκολο ανάθεμα για αυτούς που γνώριζαν και δεν έκαναν κάτι, είναι να προσπαθήσεις να μπεις στη θέση όλων.
Και των θυμάτων και όσων γνώριζαν. Και να σκεφθείς τι θα ήθελαν οι πρώτοι να έχουν κάνει οι δεύτεροι, τι θα ήθελαν πραγματικά να έχουν κάνει οι δεύτεροι αλλά δεν το έκαναν και γιατί, επίσης τι θα ήθελαν να έχουν κάνει οι πρώτοι όταν έπρεπε και δεν το έκαναν. Το τελευταίο είναι κατανοητό.
Όπως είπε και ένα από τα θύματα «και ποιος θα με πίστευε και ποιος θα με υποστήριζε;»…
Αντί επιλόγου. Διάβασα μία περίπτωση όπου ένας πατέρας του οποίου τον δεκαπεντάχρονο γιο βίασε ένας από τους «γνωστούς» που βγαίνουν στην επιφάνεια, όταν το έμαθε τον μαχαίρωσε και τον έστειλε στη εντατική. Σκέφθηκα αν θα μπορούσα να γράψω περί αυτοδικίας, ότι αυτή δεν είναι σωστή αντίδραση, ότι αυτά πρέπει να τα λύνει η Δικαιοσύνη κλπ. Δεν μου βγήκε.
.