Τον κώδωνα του κινδύνου για την μετάλλαξη της Νότιας Αφρικής κρούει ομάδα ερευνητών από την Καλιφόρνια των ΗΠΑ σε δυο επιστημονικά άρθρα που δημοσιεύτηκαν στο biorxiv, τονίζοντας πως η συγκεκριμένη παραλλαγή είναι ακόμη πιο μεταδοτική από εκείνη της Βρετανίας, ενώ αποδεικνύεται ακόμη πιο ανθεκτική στα εμβόλια και τις θεραπείες αντισωμάτων.
Σύμφωνα με τα νέα ευρήματα της μελέτης που δεν έχουν ακόμη αξιολογηθεί από ανεξάρτητους επιστήμονες, οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη μετάλλαξη χαρακτηρίζεται από αλλαγές στην πρωτεΐνη του ιού που του επιτρέπει να προσκολλάται καλύτερα στα κύτταρα ακόμη και σε σχέση με την βρετανική μετάλλαξη, γεγονός που τον καθιστά πιο μεταδοτικό.
Σε εργαστηριακές εξετάσεις με αίμα από ασθενείς Covid 19 που ανάρρωσαν, διαπιστώθηκε ότι τα αντισώματα που είχαν αναπτύξει δεν μπορούσαν σε πολλές των περιπτώσεων να εμποδίσουν την εκ νέου μόλυνση των κυττάρων με την παραλλαγή του ιού της Νοτίου Αφρικής.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να εξαπλωθεί ακόμη περισσότερο από την κείμενη και ευρέως διαδεδομένη στην Ευρώπη παραλλαγή του ιού Sars-CoV-2. Επιπλέον, οι θεραπείες αντισωμάτων και τα εμβόλια θα μπορούσαν να χάσουν την αποτελεσματικότητά τους έναντι αυτού του τύπου παθογόνου γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσεί σε ένα νέο δεύτερο κύμα πανδημίας με την συγκεκριμένη μετάλλαξη.
Ωστόσο, μετά από έναν εμβολιασμό, υπάρχουν σημαντικά περισσότερα αντισώματα στο αίμα από ό, τι σε άτομα που είχαν μολυνθεί προηγουμένως. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο και άλλοι επιστήμονες ζητούν έρευνες σε εμβολιασμένα άτομα προκειμένου να υπάρξει σαφήνεια.
Τι γνωρίζουμε σήμερα για την μετάλλαξη της Νότιας Αφρικής
Η μετάλλαξη εντοπίστηκε στη Νότια Αφρική από τοπικούς ερευνητές σε δείγματα που χρονολογούνται από τον Οκτώβριο και δημοσιοποιήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου με δήλωση του Υπουργού Υγείας της Νοτίου Αφρικής. Είναι πλέον η πλειοψηφία των κρουσμάτων στη χώρα, όπου η αύξηση τους ξεκίνησε από τις αρχές Δεκεμβρίου και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η νοτιοαφρικάνικη μετάλλαξη ονομάζεται 501.V2, παρουσιάζει πολλές μεταλλάξεις στην ακίδα πρωτεΐνης. Μεταξύ αυτών, υπάρχουν η «N501Y», που υπάρχει ήδη στην αγγλική παραλλαγή, αλλά και η «K417N», και ειδικά η «E484K», η οποία ανησυχεί ιδιαίτερα την επιστημονική κοινότητα.
Σύμφωνα με τον καθηγητή επιδημιολόγιας και συν-πρόεδρο της επιστημονικής επιτροπής του Υπουργείου Υγείας της Νότιας Αφρικής Υγείας Salim Abdool Karim, η μετάλλαξη είναι 50% πιο μεταδοτική , αλλά τίποτα δεν δείχνει ότι την καθιστά πιο σοβαρή . Ωστόσο, οι γιατροί της Νοτίου Αφρικής σημειώνουν ότι το πανδημικό κύμα μεταξύ Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου είχε επηρεάσει ιδιαίτερα τους νέους και γίνεται προσπάθεια να διευκρινιστεί αν το φαινόμενο αυτό συνδέεται με τη νέα παραλλαγή του ιού ή απλά με το γεγονός ότι έχουν μολυνθεί σήμερα περισσότεροι νέοι.
Και ενώ η μετάλλαξη σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ έχει εμφανιστεί ήδη σε 23 χώρες ανά τον κόσμο υπάρχουν δυνητικά πολλές μη εντοπισμένες περιπτώσεις, επειδή η ανίχνευση αυτής της παραλλαγής είναι πολύ πιο περίπλοκη από εκείνη της αγγλικής παραλλαγής.
Κατά τη διαλογή μέσω RT-PCR, η τελευταία παρέχει επαρκής πληροφορίες σχετικά με την πιθανή παρουσία της. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει στην παραλλαγή της Νοτίου Αφρικής. Για να αναγνωριστεί η μετάλλαξη είναι απαραίτητο να ακολουθήσει ανάλυση του γενετικού υλικού του ιού, μια εξέταση που μπορεί να διαρκέσει αρκετές ημέρες.
Ο μεγάλος άγνωστος και ο μεγάλος φόβος ωστόσο των επιστημόνων είναι τα εμβόλια καθώς δεν έχει αποδειχθεί ακόμη η αποτελεσματικότητα των σημερινών εμβολίων κατά της παραλλαγής και πολλές μελέτες βρίσκονται σε εξέλιξη. Και αυτό γιατί η μετάλλαξη «E484K» έχει δείξει σε εργαστηριακές δοκιμές ότι έχει την ικανότητα να μειώσει την αναγνώριση του ιού από τα αντισώματα και να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Φρανοσυά Μαπλού του University College London, η μετάλλαξη θα μπορούσε θεωρητικά να βοηθήσει αυτήν την παραλλαγή να παρακάμψει την ανοσολογική προστασία που είχε προκληθεί από προηγούμενη μόλυνση ή με εμβολιασμό. Ένα φαινόμενο που ονομάζεται «ανοσολογική έξαρση» από τους επιστήμονες. Τα εργαστήρια δεν έχουν ακόμη σχολιάσει την αποτελεσματικότητα των εμβολίων τους έναντι αυτής της παραλλαγής, αλλά πολλά από αυτά διαβεβαιώνουν ότι είναι σε θέση να παρέχουν γρήγορα νέες εκδόσεις του εμβολίου τους, εάν αυτό είναι απαραίτητο.