Μεγάλη ανησυχία έχει κυριεύσει τους επιστήμονες για τις μεταλλάξεις του κορωνοϊού. Μετά από τη σημερινή σύσκεψη στο υπουργείο Υγείας, αποφασίστηκε η δημιουργία πανελλαδικού δικτύου επιτήρησης και επαγρύπνησης με στόχο τον συντονισμό και την ενίσχυση της γονιδιωματικής επιτήρησης.
Στη σύσκεψη που έγινε στο υπουργείο, υπό τον υπουργό Υγείας Βασίλη Κικίλια και τη συμμετοχή του προέδρου του επιστημονικού συμβουλίου του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών Δημήτρη Θάνου, του προέδρου του ΕΟΔΥ Παναγιώτη Αρκουμανέα και των καθηγητών Σωτήρη Τσιόδρα, Γιώργου Σουρβίνου, Δημήτρη Παρασκευή και Γκίκα Μαγιορκίνη, το θέμα των μεταλλάξεων του SARS-CoV-2 συζητήθηκε διεξοδικά.
Σε δηλώσεις του ο κ. Κικίλιας αναφέρθηκε στη σημασία του δικτύου για τις μεταλλάξεις, έτσι ώστε, όπως είπε, να υπάρχουν σωστά επιδημιολογικά στοιχεία τα οποία θα οδηγήσουν στην σωστή επιδημιολογική ανάλυση. Γεγονός που θα βοηθήσει την κυβέρνηση να λαμβάνει τις ανάλογες αποφάσεις με γνώμονα την δημόσια υγεία και την προστασία των πολιτών.
Πιο συγκεκριμένα, τα ύποπτα δείγματα μεταλλαγμένου στελέχους θα στέλνονται στο ΙΙΒΕΑΑ (Ιδρυμα Ιατροβιοτεχνολογικών Ερευνών).
Τα επιβεβαιωμένα κρούσματα είναι 26 έως σήμερα, αλλά υπάρχουν και άλλα κρούσματα προς διερεύνηση και αναμένεται τις επόμενες ημέρες να γίνουν γνωστά τα αποτελέσματα και γι’ αυτά.
Τι λέει το ECDC για τις μεταλλάξεις
Οι μεταλλάξεις του κορωνοϊού θα οδηγήσουν σε αυστηρότερα μέτρα για την αντιμετώπισή τους στην Ευρώπη. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ΕΚΠΕΝ/ECDC) κάλεσε χθες τα κράτη τα οποία συμμετέχουν σε αυτό να είναι σε επαγρύπνηση για να λάβουν αυστηρότερα μέτρα «εντός των προσεχών εβδομάδων» για να υπάρξει περιορισμός της εξάπλωσης των νέων παραλλαγμένων στελεχών του κορωνοϊού.
«Το βασικό μήνυμα είναι να προετοιμαστούμε για ταχεία κλιμάκωση της αυστηρότητας των μέτρων (σ.σ. κατά του κορωνοϊού) εντός των προσεχών εβδομάδων ώστε να διατηρηθούν οι δυνατότητες φροντίδας και να αυξηθούν οι εκστρατείες εμβολιασμού», αναφέρει το ECDC.
Το ECDC, στο οποίο μετέχουν οι 27 χώρες της ΕΕ καθώς και η Βρετανία, η Νορβηγία και η Ισλανδία, αύξησε σε «υψηλή/πολύ υψηλή» την αξιολόγησή του για τους υγειονομικούς κινδύνους που συνδέονται με τις νέες παραλλαγές, έναντι «υψηλής» στην πρώτη αξιολόγησή του στα τέλη Δεκεμβρίου.
Όπως έχει ήδη γνωστοποιήσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), η ευρωπαϊκή υπηρεσία που εδρεύει στη Στοκχόλμη κάλεσε επίσης τα μέλη της να ενισχύσουν τις ικανότητές τους στα διαγνωστικά τεστ και, κυρίως τις δυνατότητες προσδιορισμού της αλληλουχίας, ώστε να εντοπίζονται καλύτερα οι νέες βρετανικές, νοτιοαφρικανικές ή βραζιλιάνικες παραλλαγές, όπως αποκαλούνται.
«Δεδομένου ότι οι πληθυσμοί που ευθύνονται για τη μετάδοση δεν θα εμβολιαστούν για μερικούς μήνες, συνιστάται στα κράτη μέλη να είναι επιφυλακτικά πριν από τη χαλάρωση» των περιοριστικών τους μέτρων, ζητάει το ECDC στην έκθεσή του.
Με βάση τα στοιχεία για τη σημαντικά υψηλότερη μεταδοτικότητα των νέων παραλλαγών που προκαλούν ανησυχία, οι εθνικές Αρχές θα πρέπει να είναι έτοιμες να λάβουν ακόμη αυστηρότερα μέτρα και να ενθαρρύνουν τους πολίτες να τα τηρούν, συνεχίζει η ευρωπαϊκή υπηρεσία, η οποία συνιστά επίσης στις Αρχές να προετοιμαστούν για αυξημένους αριθμούς ασθενών στα νοσοκομεία.
Για τη λεγόμενη βρετανική παραλλαγή («VOC 202012/01» ή «B.1.1.7»), το ECDC κατέγραφε την Τρίτη σχεδόν 1.300 κρούσματα στις χώρες μέλη του εκτός της Βρετανίας, όπου το στέλεχος πλέον κυριαρχεί.
Για τη νοτιοαφρικανική παραλλαγή («501Y.V2») εντοπίστηκαν 27 κρούσματα σε δέκα χώρες της ζώνης του ECDC, ανάμεσά τους η Γερμανία, η Γαλλία και το Βέλγιο, σύμφωνα με την καταμέτρησή του στις 19 Ιανουαρίου.