Σε μια μέρα που όλοι περιμένουμε τις ανακοινώσεις από την κυβέρνηση για το τι θα γίνει με τα σχολεία, η υφυπουργός Παιδείας Ζέττα Μακρή μίλησε στο pagenews.gr και στην εκπομπή Opinion Leader με τον Δημήτρη Τάκη.
Η κ. Μακρή τόνισε ότι το υπουργείο Παιδείας είναι έτοιμο για το άνοιγμα Γυμνασίων και Λυκείων, μίλησε για την τηλεκπαίδευση, αναφέρθηκε στο νέο νομοσχέδιο για την εκπαίδευση, ενώ υπογράμμισε ότι οι πρυτάνεις δεν είναι αντίθετοι με την ελάχιστη βάση εισαγωγής στα ΑΕΙ. Διαβάστε τι είπε η Ζέττα Μακρή στον Δημήτρη Τάκη:
Για το αν είναι όλα έτοιμα για να επιστρέψουν οι μαθητές όλων των τάξεων στα σχολεία τους από την 1η Φεβρουαρίου:
«Εγώ αυτή την στιγμή που μιλούμε δεν μπορώ να επιβεβαιώσω τι θα ανακοινώσουν οι λοιμωξιολόγοι. Όταν όμως ανακοινώσουν την ημερομηνία, το υπουργείο είναι έτοιμο. Ξέρει τα μέτρα που θα εισηγηθεί, ξέρει τα πρόσθετα μέτρα που επιβάλλονται. Με τον ίδιο συγκροτημένο τρόπο που κινηθήκαμε όταν άνοιξαν τα σχολεία της πρωτοβάθμιας, με τον ίδιο συγκροτημένο τρόπο θα κινηθούμε τώρα. Υπάρχει ειδική πρόβλεψη στην ειδική πλατφόρμα για τα τέστ όχι μόνο για τους εκπαιδευτικούς, αλλά και για τους μαθητές της Γ’ Λυκείου. Αν ανοίξουν τα σχολεία τους, εθελοντικά και εκείνοι να μπορούν να εξετάζονται».
Για την περικοπή της ύλης για τη Γ’ Λυκείου και αν θα υπάρξει περαιτέρω περικοπή:
«Έχει ανακοινωθεί και υπογραφεί, μάλιστα, την υπέγραψα εγώ. Με τον ίδιο τρόπο που δεν μπορώ να απαντήσω τι θα συμβεί αν αλλάξουν τα επιδημιολογικά δεδομένα, με τον ίδιο τρόπο δεν μπορώ να απαντήσω και για περαιτέρω μείωση της ύλης. Είναι κάτι που αυτή την στιγμή δεν το εξετάζει το υπουργείο.
Με τα δεδομένα που είχαμε υπόψη μας προχωρήσαμε σε μια επιβεβλημένη, λελογισμένη μείωση της ύλης λόγω των συνθηκών και της εξ αποστάσεως διδασκαλίας».
Για το αν ξεκινήσει η προεργασία τις Πανελλαδικές:
«Θα γίνουν υπό τη σκιά της πανδημίας του κορωνοϊού, αλλά αυτή είναι μια διαδικασία που διαρκώς εξελίσσεται στο υπουργείο. Είναι μια διαδικασία για την οποία υπάρχει μέριμνα όλη τη χρονιά. Θα μου επιτρέψετε να τοποθετηθώ για τα μέτρα όταν έχουμε μια σαφή εικόνα και να μην προτρέχω».
Για το πώς έχει πάει η τηλεκπαίδευση:
«Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι η δια ζώσης εκπαίδευση δεν αντικαθίσταται με την εξ αποστάσεως. Παρόλα αυτά, γίνανε θαύματα, γίνανε άλματα στην ελληνική εκπαίδευση. Δεν το λέω εγώ. Το έγραψε ένα έγκυρο περιοδικό, ο Economist, που επεσήμανε ότι σε μια χώρα με τις γνωστές, δεδομένες αδυναμίες στα θέματα της τεχνολογίας πόσο πολή σημαντική ήταν η τηλεκπαίδευση και πόσο σημαντική ήταν. Οι εκπαιδευτικοί όταν τα παιδιά επανέλθουν στη δια ζώσης διδασκαλία θα εκτιμήσουν τι κενά υπάρχουν, πού πρέπει να κάνουν επαναλήψεις. Υπάρχει η αυτονομία της σχολικής μονάδας, οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν που χρειάζεται να επιμείνουν, που χρειάζεται να επαναλάβουν τα μαθήματα».
Για το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας και τις αντιδράσεις που υπάρχουν:
«Έχω απέραντο σεβασμό στην πανεπιστημιακή κοινότητα, έστω κι αν κάποιες δηλώσεις με βρίσκουν κατηγορηματικά αντίθετη και κάποιες με θλίβουν. Όσον αφορά τη βάση του 10, πριν από πολύ λίγα λεπτά με δημόσια ανακοίνωσή τους οι πρυτάνεις λένε ότι δεν είναι αντίθετοι με την ελάχιστη βάση εισαγωγής. Λένε ότι ήταν ένα μέτρο που και εκείνοι το θέλουνε, ισχύει και η αυτονομία των Πανεπιστημίων, θα αποφασίζουν για το εύρος της βαθμολογίας αυτά.
Ένας διάλογος με την ακαδημαϊκή κοινότητα ενδεχομένως να οδηγήσει σε διαφορετικές προσεγγίσεις από την ανακοίνωση που έγινε γνωστή χθες. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να συμφωνήσουμε όλοι σε κάτι που είναι βασικό σε άλλες χώρες, κεκτημένο και εδώ είναι ακόμα ζητούμενο. Πρέπει να υπάρχει για τους πανεπιστημιακούς χώρους ασφάλεια και η δυνατότητα να κινούνται εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενοι να κινούνται σε αυτούς τους χώρους χωρίς κίνδυνο ή της ζωής τους ή της σωματικής τους ακεραιότητας και χωρίς κανένα περιορισμό της δυνατότητας τους να μορφωθούν, να ερευνήσουν και να βελτιώνονται».
Για το θέμα των «αιωνίων φοιτητών» και αν θα επιμείνει η κυβέρνηση:
«Προφανώς θα επιμείνουμε. Ήταν προεκλογική μας δέσμευση. Είναι κάτι που έχει τη δημοκρατική νομιμοποίηση. Δεν είναι κάτι που ξαφνικά η Νέα Δημοκρατία το υποστηρίζει, χωρίς προηγουμένως να το έχει θέσει στην κρίση του ελληνικού λαού. Έχουμε το μικρότερο ποσοστό αποφοίτων σε όλη την Ευρώπη. Μόλις 9%. Έχουμε ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων που δεν αποφοιτούν ποτέ. Αυτοί οι άνθρωποι στερούν από τον εαυτό τους και την εργασιακή διαδικασία. Παράλληλα επιβαρύνουν και τα πανεπιστήμια, τα οποία ενδεχομένως με τα χρήματα αυτά να κάνουν έρευνα, να βελτιώσουν τις ακαδημαϊκές τους πρακτικές. Νομίζω ότι δεν τιμά ούτε εκείνον που δεν θέλει να τελειώσει, ούτε το πανεπιστημιακό ίδρυμα που βρίσκονται».