Η συζήτηση για την επόμενη ημέρα στις ΗΠΑ μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τους Δημοκρατικούς και τον Τζο Μπάιντεν έχει αυτονόητο ενδιαφέρον καθώς δεν υπάρχει περιοχή ή χώρα στον πλανήτη που να μην επηρεάζεται από την αμερικανική πολιτική. Οι υπεραπλουστεύσεις του τύπου «έφυγε ο φασίστας Τραμπ, ήρθε ο δημοκράτης Μπάιντεν», «έφυγε ο φίλος του Ερντογάν ήρθε ο φιλέλληνας», «έφυγε ο αντιευρωπαίος, θα αποκατασταθούν οι σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ» δεν προσφέρονται για να αναλυθεί ο σύνθετος τρόπος με τον οποίο διαχειρίζονται τις υποθέσεις τα αμερικανικά κέντρα αποφάσεων. Εξάλλου, είναι «κέντρα» και όχι ένα ενιαίο κέντρο, όσο και να υπάρχει βαθύ αμερικανικό κράτος που κρατά τους βασικούς άξονες σε μία σχετικά σταθερή βάση αποτρέποντας υπερβολικές μετατοπίσεις αυτόματα και απότομα.
Προφανώς και η αμερικανική πολιτική κα οι όποιες μεταβολές δεν μπορούν να εξεταστούν και να πιθανολογηθούν σε ένα άρθρο. Αυτή είναι μία συζήτηση που ούτως ή άλως γίνεται διαρκώς και διεθνώς και εκ των πραγμάτων δεν εξαντλείται ποτέ. Γι’ αυτό, σε ό,τι αφορά στα καθ’ ημάς, είναι χρήσιμο να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι η μανιχαϊστική προσέγγιση υπέρ του ενός ή του άλλου Προέδρου ή η εκτίμηση ότι τα πάντα θα αλλάξουν άρδην άμα τη αναλήψει της εξουσίας από τον εκάστοτε «πλανητάρχη», εκτός του ότι αποπροσανατολίζει, εγκυμονεί κινδύνους για τα εθνικά συμφέροντα αν υιοθετούνται από αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις. Στο «καφενείο» μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε, εκεί όπου λαμβάνονται ή επηρεάζονται αποφάσεις για τη χώρα, όχι. Κατά κανόνα τα πράγματα στις διεθνείς σχέσεις δεν είναι άσπρο-μαύρο, συνήθως κινούνται στην γκρίζα περιοχή και στις αποχρώσεις της.
Στο θέμα της Τουρκίας, ας πούμε, που μας άφορά άμεσα. Υπάρχει η προσδοκία ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα στριμώξει περισσότερο την Άγκυρα και ότι η αμερικανική πολιτική θα λειτουργήσει κάπως υπέρ μας. Η εκτίμηση αυτή εδράζεται κυρίως στην ιδιαίτερη σχέση που φέρεται να είχε ο Ερντογάν με τον Πρόεδρο Τραμπ τον οποίο είχε την ευχέρεια να καλεί απευθείας παρακάμπτοντας τα θεσμικά φίλτρα της αμερικανικής διοίκησης και τις διπλωματικές διαδικασίες. Αυτό, απ’ ό,τι φαίνεται, ίσχυε και έδινε περιθώριο στον Ερντογάν να έχει τη αίσθηση μεγάλης ελευθερίας προκλητικών ή και επιθετικών κινήσεων, ακόμα και θίγοντας ή προκαλώντας τις ΗΠΑ, δίχως να έχει τον φόβο άμεσου κόστους. Ο Τραμπ όντως λειτούργησε ως ασπίδα στην επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας για τους S-400, οι οποίες όμως από κάποια φάση και μετά ήταν διακομματική απαίτηση Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών.
Τελικά κυρώσεις επιβλήθηκαν από τον ίδιο τον Τραμπ όταν η εσωτερική πίεση αυξήθηκε και ακολούθησε δεύτερο σετ κυρώσεων από τα νομοθετικά σώματα, με τροπολογία στον νόμο για τον αμυντικό προϋπολογισμό που ο τέως Πρόεδρος προσπάθησε ανεπιτυχώς να μπλοκάρει με βέτο (για άλλους λόγους, όχι για τις κυρώσεις).
Εντωμεταξύ, ωστόσο, η πολιτική που εφαρμοζόταν από το State Department και τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, στρίμωχνε την Τουρκία όλο και πιο πολύ. Η προώθηση διαμόρφωσης ενός άτυπου άξονα με (παρεμπιπτόντως) ανομολόγητο αλλά υπαρκτό αντιτουρκικό πρόσημο (χωρίς να είναι ο μόνος ή ο βασικός λόγος) που περιλαμβάνει την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, αραβικά κράτη που υπό την πίεση και καθοδήγηση των ΗΠΑ αποκατέστησαν σχέσεις με το εβραϊκό κράτος σε μία ιστορική αλλαγή, ακόμα και τη Γαλλία και την Ινδία, έγιναν κατά την προηγούμενη αμερικανική κυβέρνηση. Όπως υπό την προηγούμενη κυβέρνηση διευρύνθηκαν και ενισχύθηκαν οι στρατιωτικές σχέσεις με την Ελλάδα με την αναθεώρηση τη Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) και την αύξηση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα που οδήγησε σε δημιουργία νέων βάσεων και υποδομών. Επίσης είναι η πρώτη φορά που Αμερικανός ΥΠΕΞ επισκέφθηκε δύο φορές Ελλάδα χωρίς να συνδυάσει την έλευσή του με επίσκεψη στην Τουρκία και επίσης πήγε στην Κύπρο δίχως να δει κάποιον από τα Κατεχόμενα. Όταν, δε, πήγε στην Τουρκία είδε μόνο τον…Οικουμενικό Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός πρωτοφανές, όπως πρωτοφανώς σκληρές και άνευ προηγουμένου για Αμερικανό ΥΠΕΞ ήταν και οι σκληρές δηλώσεις που έκανε ο Πομπέο για την Άγκυρα. Εξάλλου ο νόμος για την Ανατολική Μεσόγειο και τον αγωγό EastMed (East Med Act) ψηφίστηκε (διακομματικά) επί Τραμπ
Από την άλλη η Τουρκία είχε καταφέρει μέσω lobbying να διεισδύσει στο περιβάλλον Τραμπ (πέραν της σχέσης του Ερντογάν με τον ίδιο) «στρατολογώντας» μεταξύ άλλων με χρυσό συμβόλαιο για την προώθηση των θέσεών της, τον πρώην Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας και πρώην αρχηγό της Μυστικής Υπηρεσίας του στρατού (DIA) Μάικλ Φλίν ο οποίος από κατήγορος του Ερντογάν έφθασε σε σημείο να φέρεται να συζητά ακόμα και την απαγωγή του άσπονδου εχθρού του Τούρκου Προέδρου Φετουλάχ Γκιουλέν και μεταφορά του από τις ΗΠΑ στην Τουρκία… Να θυμίσουμε και τις επαναλαμβανόμενα ακραιφνώς φιλοτουρκικές τοποθετήσεις, παρότι ελληνικής καταγωγής, του με μεγάλη επιρροή ναυάρχου Τζέιμς Σταυρίδης.
Στην Άγκυρα εντωμεταξύ ανησυχούν σφόδρα από την έλευση Μπάιντεν και από την τοποθέτηση συγκεκριμένων ανθρώπων σε θέσεις κλειδιά στην εξωτερική πολιτική οι οποίοι είτε δεν φημίζονται για την θετική άποψη που έχουν για την Τουρκία, είτε ακόμα χειρότερα έχουν πχ θετική προσέγγιση για τον ρόλο των Κούρδων στον αμερικανικό σχεδιασμό (Μπρετ Μακ Γκέρκ, Σύμβουλος Ασφαλείας για Μέση Ανατολή και Βόρειο Αφρική…) Παράλληλα όμως, υπάρχουν και άλλοι οι οποίοι έχουν πολύ ισχυρή άποψη για την χρησιμότητα της Τουρκίας στην δυτική αρχιτεκτονική ασφαλείας και αρθρογραφούν υπέρ αυτής.
Άκρως θετική εξέλιξη για τα ελληνικά συμφέροντα είναι η τοποθέτηση του Γερουσιαστή Ρόμπερτ Μενέντεζ, γνωστού για τις επίμονες και καθαρές θέσεις του υπέρ της Ελλάδας και της Κύπρου, στη θέση του επικεφαλής της πανίσχυρης Επιτροπής Εξωτερικών, η οποία έχει προκαλέσει κρύο ιδρώτα στην Τουρκία.
Ο νέος υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων κυρώσεων στην Τουρκία αν δεν υπαναχωρήσει στο θέμα των S-400, ωστόσο είναι σαφές ότι πρόθεση της νέας κυβέρνησης δεν είναι να ωθήσει την Τουρκία σε τελική ρήξη, αλλά χρησιμοποιώντας καρότο και μαστίγιο να την επαναφέρει σε ένα ελεγχόμενο πλαίσιο σχέσεων και να αποτρέψει την οριστική πρόσδεσή της στο ρωσο-κινεζικό άρμα. Εξάλλου στο στόχαστρο είναι ο Ερντογάν ο οποίος θεωρείται υπεύθυνος για την «ανταρσία» της Τουρκίας. Αν ο Ερντογάν εκλείψει πολιτικά ή βιολογικά θα επιχειρηθεί προσέγγιση και με «δώρα» στους διαδόχους για να αλλάξουν πλεύση. Αυτά τα ελάχιστα αναφέρονται εντελώς ενδεικτικά, ως η… μύτη της κορυφής του παγόβουνου, ώστε να δοθεί μία μικρή ιδέα για το πόσο σύνθετη, πολλές φορές αντιφατική και υπό προϋποθέσεις ευμετάβλητη είναι η κατάσταση η οποία δεν προσφέρεται για συνθηματολογία και οπαδική προσέγγιση.
Θα επανέλθουμε με άλλα πεδία ρευστών χειρισμών από πλευράς ΗΠΑ που μας αφορούν για να υπογραμμίσουμε το πολυδαίδαλο συχνά με αντικρουόμενες πτυχές σκηνικό και την ανάγκη η Ελλάδα να ενισχύσει τη θέση της κυρίως με αλλαγή νοοτροπίας, ώστε είτε σε καλό είτε σε αρνητικό σενάριο να κρατά στα χέρια της διαπραγματευτικά χαρτιά.