Το ότι ο κορωνοϊός μεταδίδεται στους εσωτερικούς χώρους είναι κάτι για το οποίο οι επαγγελματίες υγείας «φωνάζουν» καθώς η αερομεταφερόμενη μετάδοσή του έχει σημαντικό ρόλο στη διασπορά του στους κλειστούς χώρους, σύμφωνα με τους ερευνητές της επιστήμης των αερολυμάτων.
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως οι σχετικές μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως ενώ η πιθανότητα αερομεταφερόμενης μετάδοσης σε εξωτερικούς χώρους είναι εξαιρετικά χαμηλή, στους εσωτερικούς χώρους, και δη σε εκείνους με υψηλή συνάθροιση ατόμων, ακόμα και η χρήση μάσκας προσώπου προσφέρει περιορισμένη προστασία.
«Η έρευνα για τις αερομεταφερόμενες ασθένειες πριν από την τρέχουσα πανδημία είχε επικεντρωθεί κυρίως σε… βίαια φαινόμενα εκπνοής, όπως το φτάρνισμα και ο βήχας. Λιγότερη προσοχή είχε δοθεί στη μετάδοση αερολύματος (aerosol), αλλά υπάρχουν σημαντικοί λόγοι να υποψιαζόμαστε, ότι αυτός ο τρόπος μετάδοσης παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην υψηλή μεταδοτικότητα της νόσου».
Αυτό είχε αναφέρει ο Κωνσταντίνος Σιούτας, καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος και κάτοχος της έδρας Fred Champion στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας (USC), σε διαδικτυακή διάλεξη με θέμα «Ο Covid-19 από τη σκοπιά της επιστήμης των aerosol», που έδωσε κατόπιν πρόσκλησης της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ.
Όπως εξήγησε ο κ. Σιούτας χρειάστηκε χρόνος για τους επιστήμονες των αερολυμάτων να πείσουν την ιατρική κοινότητα ότι, λόγω του μικρού μεγέθους των αερολυμάτων και της δυνατότητάς τους να παραμείνουν στον αέρα αρκετές ώρες, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή γνώση για τη μετάδοση του SARS-CoV-2 μέσω σταγονιδίων. Πάντως, απαιτείται επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο διασπείρεται ο ιός.
«Οι άνθρωποι παράγουν μεγάλες ποσότητες σωματιδίων κάτω των 5 μικρομέτρων (μm), καθώς αναπνέουν και μιλούν. Αυτά τα εκπνεόμενα σωματίδια έχουν τυπικά διάμετρο περίπου 1 μm ή μικρότερη, και επομένως είναι αόρατα με γυμνό μάτι. Οι περισσότεροι άνθρωποι που δεν είναι εξοικειωμένοι με τα αερολύματα δε γνωρίζουν καθόλου ότι υπάρχουν», είχε αναφέρει ο καθηγητής. Βέβαια, «ακόμα και τα μεγαλύτερα σωματίδια που παράγονται από τον βήχα και το φτάρνισμα, είτε πέφτουν στο έδαφος λόγω βαρύτητας μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, είτε εξατμίζονται σε πολύ μικρότερα μεγέθη, στην περιοχή του 1 μικρομέτρου ή λιγότερο και μένουν στον αέρα πολλές ώρες».
Σε ό,τι αφορά στον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να μειωθεί η συμμετοχή των αερολυμάτων στη διασπορά του κορωνοϊού ο κ. Σιούτας είχε επισημάνει, σύμφωνα με το ΑΠΕ ΜΠΕ, ότι «τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα, όπως η τήρηση φυσικών αποστάσεων, το πλύσιμο των χεριών, η αποφυγή συνωστισμού και η χρήση μάσκας προσώπου, είναι όλα στη σωστή κατεύθυνση», όμως «αν και οι μάσκες είναι πολύ αποτελεσματικές στο φιλτράρισμα σωματιδίων μεγαλύτερων από 5 μικρομέτρων, η αποτελεσματικότητα τους μειώνεται στο 50% για μικρότερα σωματίδια, ακόμη και αν ένα άτομο φοράει την μάσκα σφιχτά».
«Η χρήση καθαριστών αέρα εσωτερικού χώρου και αποτελεσματικών συστημάτων εξαερισμού είναι επιτακτική για την προστασία. Η χρήση αυτών των συστημάτων θα πρέπει να συσταθεί από τις αρμόδιες αρχές ως απολύτως απαραίτητη για την εστίαση, όπου οι άνθρωποι δεν μπορούν να φορούν μάσκες ούτως ή άλλως, αλλά θα είναι επίσης πολύ χρήσιμη για τη δημόσια προστασία σε όλους τους άλλους χώρους, όπως νοσοκομεία, σχολεία, ιατρεία, μέσα μαζικής μεταφοράς, πολυκαταστήματα και καταστήματα τροφίμων».
«Αυτοί οι φορητοί καθαριστές αέρα εξοπλισμένοι με φίλτρα υψηλής απόδοσης (HEPA), για την αφαίρεση σωματιδίων και μπορούν να καθαρίσουν πλήρως εσωτερικούς χώρους 50 – 100 τετραγωνικών μέτρων σε περίπου 15 με 20 λεπτά, αναλόγως μοντέλου. Η επιλογή του καθαριστή αέρα εξαρτάται κυρίως από τον όγκο του χώρου, όπου θα χρησιμοποιηθεί. Ένας εμπειρικός κανόνας λέει ότι ο ρυθμός ροής δειγματοληψίας του καθαριστή πρέπει να είναι τέτοιος ώστε ο όγκος του αέρα του συγκεκριμένου χώρου να περάσει από τον καθαριστή και να φιλτραριστεί περίπου 4 έως 5 φορές σε μία ώρα», είχε εξηγήσει σχετικά με την επιλογή κατάλληλου καθαριστή.