Οι κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ στην Τουρκία αποτελούν σημείο καμπής. Παρότι επιβλήθηκαν σε πρώτη φάση (initial stage) οι «ελαφριές» , όταν οι Αμερικανοί επιβάλλουν κυρώσεις το γεγονός από μόνο του είναι βαρύ.
Πολύ περισσότερο που αφορούν στην αμυντική βιομηχανία μίας χώρας όπως η Τουρκία η οποία βασίζεται κατ΄ εξοχήν σε αυτή. Η σημασία της αμυντικής βιομηχανίας για την Τουρκία είναι διπλή. Αφενός αφορά και στο εσωτερικό της, στη διατήρηση ευρέος και με υψηλή διαθεσιμότητα οπλοστασίου καθότι έχει απολύτως στρατιωτικοποιήσει τη λειτουργία της ως κράτος και υπηρετεί την πολιτική και τη διπλωματία της κυρίως με τα όπλα.
Αφετέρου αφορά στην εξαγωγική της δραστηριότητα διότι οι εξαγωγές οπλικών συστημάτων είναι ένας σημαντικό κλάδος της τουρκικής οικονομίας στον οποίο αποδίδει μεγάλη σημασία για προφανείς στρατηγικούς λόγους, πέραν των οικονομικών.
Η απόφαση των ΗΠΑ είναι χτύπημα οικονομικό, στρατηγικό αλλά και στο κύρος της Τουρκίας και μάλιστα σε μία φάση που κλιμακώνει αδιαλείπτως τον φιλόδοξο επεκτατικό της σχεδιασμό ο οποίος βασίζεται αμιγώς στις στρατιωτικές της δυνατότητες.
Οι Αμερικανοί έκαναν αυτό που δεν έκαναν οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι λόγω των επιμέρους συμφερόντων ή αντιλήψεων κρατών όπως η Γερμανία, η Ισπανία, η Ιταλία κ.ά. στην ουσία δίνουν μία διαρκή λευκή επιταγή στην Τουρκία με μερικές υποσημειώσεις οι οποίες δεν έχουν καμία σημασία.
Η κίνηση της Ουάσινγκτον έχει αξία, λαμβανομένου υπόψιν ότι η Τουρκία αποτελεί κάτι σαν την ιερή αγελάδα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Μέχρι τώρα είχε το ελεύθερο να κάνει περίπου ό,τι θέλει χωρίς επιπτώσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να τραβάει το σκοινί τόσο όσο καμία άλλη χώρα δεν θα μπορούσε δίχως να υποστεί κόστος και να έχει ανοιχτό μπλοκ επιταγών για να εξαργυρώνει τη γεωγραφική της θέση και τη γεωπολιτική της χρησιμότητα. Την τελευταία φορά που υπήρξαν τέτοιου είδους κυρώσεις στην Τουρκία από τις ΗΠΑ ήταν το εμπάργκο όπλων την τριετία 1975-1978 λόγω της εισβολής στην Κύπρο.
Η Αθήνα ικανοποιήθηκε και χαιρέτησε την αμερικανική απόφαση, αλλά δεν πρέπει να παρασυρόμαστε και να παρερμηνεύουμε τα γεγονότα. Οι κυρώσεις δεν επιβλήθηκαν λόγω της τουρκικής επιθετικότητας κατά Ελλάδας και Κύπρου, αλλά λόγω των σχέσεων με τη Ρωσία. Και επιβλήθηκαν ως μοχλός πίεσης για την επαναφορά της Τουρκίας στο Δυτικό πλαίσιο και όχι προκειμένου να την εξοντώσουν.
Αν η Τουρκία «μεταμεληθεί» ή κάνει ότι μεταμελείται και αρχίσει τη διαπραγμάτευση (το ανατολίτικο παζάρι) επανάκαμψής της στο ευρωατλαντικό όχημα – αν και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να γίνει με τους παλαιότερους όρους επιρροής και ελέγχου της- θα βρει μπροστά της κόκκινο χαλί, «θετική ατζέντα» και ανταλλάγματα.
Επ’ αυτού χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή και εγρήγορση από ελληνικής πλευράς διότι ένα μεγάλο μέρος των ανταλλαγμάτων που θα ζητήσει αφορούν Ελλάδα και Κύπρο.
Με δεδομένη την τάση που ήδη υπάρχει και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού να τα «βρούμε» οι «δύο σύμμαχοι του ΝΑΤΟ», δηλαδή να μοιράσουμε με την Τουρκία τις ελλαδικές και κυπριακές θαλάσσιες ζώνες, αν η Άγκυρα κλείσει μάτι επαναφοράς της οι κυρώσεις θα αποτελέσουν παρελθόν και οι πιέσεις θα στραφούν σε Αθήνα και Λευκωσία.
Δεν είναι μεγάλη η απόσταση από τις κυρώσεις μέχρι τον μόσχο τον σιτευτό για την επιστροφή του ασώτου. Ας μην ανοίξουμε τη συζήτηση για το που πηγαίνει το μυαλό των περισσοτέρων όταν αναζητείται στην περιοχή μόσχος για την Τουρκία. Στο χέρι μας είναι, αν οι εξελίξεις οδηγήσουν εκεί, αυτή τη φορά να μην είμαστε ο μόσχος, αλλά ταύρος αγριεμένος στο ευρωατλαντικό υαλοπωλείο.