Ούτε λίγο ούτε πολύ ο κ. Πέτσας ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν ο σκοπός να επιβληθούν κυρώσεις τον Δεκέμβρη, αλλά να πάμε πέρα από τον Οκτώβρη του 2020 και αυτό έγινε. Και πρόσθεσε: Η Ε.Ε προχωράει με αργά βήματα. Οι κυρώσεις δεν είναι αυτοσκοπός αλλά ένα εργαλείο απέναντι στην προκλητικότητα της Τουρκίας. Στην παρέμβαση του ο Γιώργος Κατρούγκαλος τόνισε:
Για να δικαιολογήσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος την παταγώδη αποτυχία, επιχείρησε δύο ακροβατισμούς, διαστρεβλώνοντας και αυτά που είχα πει. Αναρωτήθηκε πρώτον, εφόσον λήφθηκε απόφαση για κυρώσεις τον Ιούνιο του 2019, τι ζητάμε τώρα νέες κυρώσεις; Η απάντηση είναι προφανής. Λήφθηκε η αρχική, πρώτη απόφαση επί της αρχής που καλούσε την Τουρκία να μη συνεχίσει την παράνομη συμπεριφορά γιατί θα επιβάλλονταν κυρώσεις. Και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο η Κύπρος που ζήτησε κυρώσεις τις πήρε, ενώ η Ελλάδα που καθυστέρησε και μόλις 8 μήνες μετά το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο τις ζήτησε, με αποκλειστική ευθύνη του Πρωθυπουργού, με αποτυχία που φέρει την υπογραφή του, δεν τις πήρε.
Και η πιο ξεκάθαρη διαστρέβλωση και ακροβατισμός είναι στο ότι τάχα η απόφαση του Ιουνίου δεν αναφερόταν σε κυρώσεις, γιατί περιελάμβανε τον όρο στοχευμένα μέτρα, targeted measures. Όμως, δυστυχώς, αυτός είναι ο όρος που χρησιμοποιεί η ΕΕ για τις κυρώσεις. Εμείς θα στηρίξουμε κάθε εθνική προσπάθεια, αλλά χρειάζεται αυτοκριτική. Όταν οι αποτυχίες παρουσιάζονται ως θρίαμβοι, φοβάμαι για τα χειρότερα για το μέλλον, μετά το τραγικό 2020 για την εξωτερική μας πολιτική.
Η αποτυχία έχει ονοματεπώνυμο
Στην παρέμβαση του στη Βουλή ο Γ. Κατρούγκαλος ανέφερε: «Η αλήθεια είναι ότι η αποτυχία έχει ονοματεπώνυμο. Η ήττα έχει υπογραφή. Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο οποίος απέτυχε εκεί που ο Τσίπρας πέτυχε. Η έλλειψη αυτοκριτικής και η κουτοπόνηρη επικοινωνιακή ρηχή διαχείριση αυτών των διαδοχικών αποτυχιών προοιωνίζεται δυστυχώς ακόμα χειρότερα για το 2021 από το τραγικό 2020», συμπλήρωσε ο κ Κατρούγκαλος και κατέληξε: «Εμείς είμαστε διατεθειμένοι ως πατριωτική δύναμη να στηρίξουμε κάθε προσπάθεια να ξαναβρεί πυξίδα η εξωτερική πολιτική. Αλλά με την προϋπόθεση ότι θα υπάρχει αυτοκριτική», ήταν τα λόγια του πρώην υπουργού.