Σε μία κατ ΄αρχήν συμφωνία κατέληξαν ΕΕ και Βρετανία αναφορικά με το οριστικό διαζύγιο του Brexit. Μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις η Βρετανία ανακοίνωσε ότι θα αποσύρει από το νομοσχέδιο τις ρυθμίσεις που παραβιάζουν την συμφωνία αποχώρησης, αφού έφθασε σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την εφαρμογή της.
Ο Μάικλ Γκόουβ, κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον, ανακοίνωσε ότι «υπήρξε επί της αρχής συμφωνία για όλα τα θέματα, κυρίως αναφορικά με το Πρωτόκολλο για την Ιρλανδία και την Βόρεια Ιρλανδία».
Πλέον, η Βρετανία θα αποσύρει τα άρθρα 44, 45 και 47 του Νομοσχεδίου για την Εσωτερική Αγορά (Internal Market Bill) και δεν θα εισαγάγει άλλες αντίστοιχες ρυθμίσεις στο Νομοσχέδιο περί Φορολογίας (Taxation Bill), ανακοίνωσε η βρετανική κυβέρνηση.
Τα άρθρα αυτά παραβίαζαν την συμφωνία αποχώρησης και, κατά συνέπεια, το διεθνές δίκαιο. Η συμφωνία διασφαλίζει ότι η συμφωνία αποχώρησης θα είναι σε πλήρη ισχύ την 1η Ιανουαρίου, ανακοίνωσε από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μάρος Σέφκοβιτς
Η συμφωνία είναι ανεξάρτητη των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας ανάμεσα στην ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Το αγκάθι επομένως παραμένει στις σχέσεις Βρυξελών και Βρετανίας, καθώς μία μη επίτευξη εμπορικής συμφωνίας μπορεί να αποβεί ολέθρια όσον αφορά την οικονομία. Στην περίπτωση «no deal» για το εμπόριο, η Βρετανία θα χάσει την πρόσβαση μηδενικών δασμών και ποσοστώσεων στην ευρωπαϊκή ενιαία αγορά των 450 εκατ. καταναλωτών, εν μία νυκτί.
Σύμφωνα με το in.gr, η Βρετανία θα υπαχθεί στους όρους του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για τις εμπορικές της συναλλαγές με την 27μελή Ένωση. Θα επιβάλει τον νέο Παγκόσμιο Δασμό του Ηνωμένου Βασιλείου (UK Global Tariff/UKGT) στις εισαγωγές από την ΕΕ ενώ η ΕΕ θα επιβάλει τους ενιαίους εξωτερικούς δασμούς στις βρετανικές εισαγωγές.
Προβλήματα θα δημιουργηθούν και στο εμπόριο, με τις τιμές να αναμένεται να αυξηθούν για τους Βρετανούς καταναλωτές και τις επιχειρήσεις.
Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος να προκληθεί αναταραχή στα σύνορα, ιδιαίτερα στα κύρια περάσματα, με τους ειδικούς να υποστηρίζουν ότι είναι πιθανόν να υπάρξουν ελλείψεις σε ορισμένα τρόφιμα στη Βρετανία καθώς η χώρα εισάγει το 60% των νωπών τροφίμων, ενώ προβλήματα πιθανόν να υπάρξουν στις βρετανικές εξαγωγές αρνιών στην ΕΕ. Οι δυσκολίες θα είναι μεγαλύτερες σε κλάδους που εξαρτώνται από τις λεγόμενες εφοδιαστικές αλυσίδες άμεσης παράδοσης ( ‘just-in-time’), όπως τα αυτοκίνητα, τα τρόφιμα και τα ποτά. Άλλοι κλάδοι που πιθανόν να επηρεαστούν είναι τα υφάσματα, τα φάρμακα, τα χημικά προϊόντα και τα προϊόντα πετρελαίου.
Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Βρετανίας, που αντιστοιχούσε στο 47% του εμπορίου της το 2019. Έχει εμπορικό έλλειμμα 79 δισεκ. λιρών με την ΕΕ, με το πλεόνασμα των 18 δισεκ. στις υπηρεσίες να αντισταθμίζεται από έλλειμμα 97 δισεκ. λιρών στα προϊόντα.
Ακόμα και με μια συμφωνία, η Βρετανία αναμένει ότι χιλιάδες φορτηγά που θα προορίζονται για τις ευρωπαϊκές χώρες θα μείνουν σταθμευμένα στη νότια αγγλική κομητεία του Κεντ, με καθυστερήσεις έως και δύο ημέρες.
Αυτοκινητοβιομηχανία – Αλιεία
Ο αντίκτυπος θα είναι άμεσα αισθητός για την αυτοκινητοβιομηχανία τόσο στη Βρετανία όσο και στην ΕΕ, με τις βρετανικές εταιρίες να είναι αντιμέτωπες με δασμούς 10% σε όλες τις εξαγωγές αυτοκινήτων προς την ΕΕ και έως 22% για φορτηγά και οχήματα τύπου βαν εάν δεν επιτευχθεί εμπορική συμφωνία για το Brexit, σύμφωνα με 23 ενώσεις του κλάδου.
Το κόστος είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα περάσει στους καταναλωτές, σύμφωνα με τις 23 αυτές ενώσεις, που προέβλεψαν κόστος 57,7 δισεκ. ευρώ για τα ευρωπαϊκά εργοστάσια και 52,8 δισεκ. ευρώ για τις βρετανικές μονάδες.
Στη Βρετανία, o Σύνδεσμος Κατασκευαστών και Εμπόρων Αυτοκινήτων (SMMT) ανέφερε ότι η μη επίτευξη συμφωνίας θα μειώσει την παραγωγή οχημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά 2 εκατ. αυτοκίνητα την επόμενη πενταετία και θα περιορίσει την ικανότητά της να αναπτύξει την επόμενη γενιά οχημάτων μηδενικών ρύπων.
Στο επίκεντρο βρίσκεται επίσης η έκβαση των διαπραγματεύσεων για τα δικαιώματα αλιείας καθώς θα έχει πολιτικές και οικονομικές συνέπειες, αν και από μόνη της η αλιεία συνεισέφερε μόλις το 0,03% του βρετανικού ΑΕΠ το 2019. Η Γαλλία επιδιώκει μια συμφωνία που θα προστατεύει την πρόσβασή της στα βρετανικά αλιευτικά ύδατα για αρκετά χρόνια αλλά έχει πει στους αλιείς της να ετοιμάζονται για μικρότερη ψαριά.
Ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλος για τη Βρετανία και τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ.
Η μη επίτευξη συμφωνίας θα αφαιρέσει επιπλέον 2% από το βρετανικό ΑΕΠ το 2021 ενώ θα οδηγήσει σε αύξηση τον πληθωρισμό, την ανεργία και τον δημόσιο δανεισμό, όπως έχει προβλέψει το βρετανικό Γραφείο Ευθύνης Προϋπολογισμού (OBR).
Το OBR ανέφερε ότι οι δασμοί βάσει των κανόνων του ΠΟΕ και τα προβλήματα στα σύνορα θα επηρεάσουν τομείς της οικονομίας, όπως ο μεταποιητικός, που εξήλθαν σχετικά αλώβητοι από την πανδημία της COVID-19.
Σύμφωνα με οικονομική μελέτη της ασφαλιστικής εταιρίας Allianz τον Νοέμβριο ένα σκληρό Brexit –μια απότομη, άτακτη έξοδος- μπορεί να κοστίσει στην ΕΕ έως και 33 δισεκ. ευρώ σε ετήσιες εξαγωγές, με τη Γερμανία, την Ολλανδία και τη Γαλλία να υφίστανται το μεγαλύτερο πλήγμα.
Το σοκ δεν θα γίνει στον ίδιο βαθμό αισθητό στην ηπειρωτική Ευρώπη, με τις χώρες που πιθανόν να πληγούν χειρότερα να είναι οι Ιρλανδία, Ολλανδία, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Σουηδία, Πορτογαλία, Πολωνία, Τσεχία, Κύπρος, Μάλτα και Ουγγαρία.
Το ινστιτούτο οικονομικών ερευνών Halle έχει προβλέψει ότι οι ευρωπαϊκές εταιρίες που εξάγουν στη Βρετανία μπορεί να χάσουν πάνω από 700.000 θέσεις εργασίας εάν δεν υπάρξει εμπορική συμφωνία.
Ο Hylke Vandenbussche, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λέβεν του Βελγίου ανέφερε σε έκθεσή του πέρυσι ότι το Βέλγιο θα είναι το κράτος-μέλος της ΕΕ με το μεγαλύτερο πλήγμα συγκριτικά με το μέγεθός του, ιδιαίτερα στον τομέα τροφίμων, με την απώλεια 10.000 θέσεων εργασίας.