Η επικείμενη αλλαγή σκυτάλης στην ηγεσία των ΗΠΑ έχει θέσει το ζήτημα της αμερικανικής στάσης έναντι της Τουρκίας στο επίκεντρο της συζήτησης. Λογικό, αφού ο τρόπος διαχείρισης της Άγκυρας από τη νέα κυβέρνηση της υπερδύναμης θα μας επηρεάσει άμεσα.
Ακόμα δεν είναι σαφείς οι προθέσεις τη Διοίκησης Μπάιντεν αν και διαφαίνεται ως βασική επιλογή ένας συνδυασμός καρότου και μαστιγίου, κινήτρων και κυρώσεων, με προτίμηση να αποφευχθούν τα δεύτερα καθώς στόχος είναι η επαναφορά της Τουρκίας στο δυτικό «μαντρί» και όχι η τιμωρία της, παρά μόνο ως μέσο πίεσης.
Ομοίως, ενόψει της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ η πιθανότητα επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία απασχολεί την Αθήνα καθώς οι μισοί τουλάχιστον Ευρωπαίοι είναι απρόθυμοι για κάτι τέτοιο.
Η Τουρκία, πάντως, παρότι επιχειρεί με τις γνωστές ανατολίτικες γαλιφιές ένα διπλό άνοιγμα, στη νέα κατάσταση στις ΗΠΑ και ταυτόχρονα στην ΕΕ για να αποφύγει το ενδεχόμενο διπλών κυρώσεων, δεν κάνει τη ζωή εύκολη στους υποστηρικτές της. Ακόμα και οι Γερμανοί ήρθαν σε δύσκολη θέση μετά το φιάσκο με την απόπειρα νηοψίας στο τουρκικό πλοίο που είχε προορισμό τη Λιβύη, από γερμανική φρεγάτα στο πλαίσιο της επιχείρησης “IRINI”. Η Άγκυρα ζήτησε τα ρέστα, κάλεσε τον Γερμανό πρέσβη όπως επίσης τον Ιταλό και τον πρέσβη της ΕΕ στους οποίους προέβη σε διαβήματα, ο δε Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου προειδοποίησε(!) τους Ευρωπαίους ότι θα… πληρώσουν οι ίδιοι μεγαλύτερο τίμημα από την Τουρκία αν της επιβάλλουν κυρώσεις.
Η εμπειρία δείχνει ότι το τουρκικό θράσος έναντι των Δυτικών δεν συνοδεύεται πάντα από αντίστοιχη αντίδραση. Το αντίθετο.
Η διπλωματική επιδίωξη από ελληνικής πλευράς να διαμορφωθούν συσχετισμοί και συνθήκες για την επιβολή κυρώσεων από την ΕΕ στην Τουρκία είναι σωστή και επιβεβλημένη. Όμως είναι περισσότερο από σαφές ότι αυτοί οι οποίοι είναι απρόθυμοι να λάβουν μέτρα κατά της Άγκυρας διότι κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τα δικά τους οικονομικά και άλλα συμφέροντα, θα παραμείνουν απρόθυμοι.
Σοβαρά μέτρα θα επιβάλλουν μόνο αν θεωρήσουν ότι θίγονται οι ίδιοι, ενώ στην περίπτωση που αναγκαστούν εκόντες άκοντες να προχωρήσουν σε σχετικές αποφάσεις υπό την πίεση της πραγματικότητας που διαμορφώνει η Τουρκία με την αμετροέπειά της – και των αντισυσπειρώσεων που αυτή προκαλεί διότι δεν μπορούν να τις αγνοήσουν (βλέπε Γαλλία, Αυστρία) -, δεν θα είναι τέτοιες που θα ανταποκρίνονται στη σοβαρότητα της κατάστασης.
Το ίδιο και με τις ΗΠΑ. Αν οι Αμερικανοί αποφασίσουν να τιμωρήσουν την Τουρκία δεν θα το κάνουν επειδή απειλεί την Ελλάδα και την Κύπρο και επειδή παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Θα το κάνουν διότι παραβιάζει κόκκινες γραμμές που θίγουν τη μεγάλη αμερικανική πολιτική. Αντιθέτως, αν η Τουρκία δείξει σημεία πρόθεσης επαναπροσέγγισης με τη Δύση θα είναι η Ελλάδα και η Κύπρος αυτές που θα πιεστούν να υποχωρήσουν στις τουρκικές αξιώσεις για να διευκολυνθεί η «επιστροφή» της.
Εν κατακλείδι παρότι είναι απαραίτητη, χρήσιμη και εκ των ων ουκ άνευ η διπλωματική κινητικότητα για να διαμορφώνονται ευνοϊκοί συσχετισμοί και πεδίο κατανόησης των ελληνικών θέσεων, αν δεν υπάρχει ταυτόχρονα στρατιωτική ισχύς που θα καθιστά απαγορευτική οποιαδήποτε κίνηση της Τουρκίας, είτε προεξοφλώντας την ήττα της είτε επιβάλλοντας υψηλότατο κόστος (ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ), με ταυτόχρονη διατύπωση ευδιάκριτων κόκκινων γραμμών που δεν ξεθωριάζουν, η διπλωματία δεν αρκεί.
Ποτέ δεν άρκεσε η διπλωματία έναντι αναθεωρητικών δυνάμεων αν δεν είχε από πίσω της κανόνια για να είναι πειστική. Σωστή είναι η πρόταξη του Διεθνούς Δικαίου εφόσον όντως παραβιάζεται, άριστη είναι η επίκληση της εταιρικής και συμμαχικής αλληλεγγύης, αλλά στο τέλος της ημέρα αυτό που έχει σημασία είναι πόσο ισχυρός κα αποφασισμένος είσαι. Αυτό θα κοιτάξει οποιοσδήποτε τρίτος πριν αποφασίσει πως θα κινηθεί και όχι αν έχεις δίκιο.