«Ο πρωθυπουργός δήλωσε με πολύ μεγάλη έμφαση ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία θυσία στη δημόσια υγεία, θα ανοίξουμε όταν τα δεδομένα θα είναι τέτοια που θα υπαγορεύουν ασφάλεια». Την επισήμανση αυτή έκανε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό «Κόσμος» της Ρόδου. Και σε άλλο σημείο της συνέντευξης τόνισε: «στην πατρίδα μας δεν έχει υπάρξει έστω και μία περίπτωση ασθενούς που να χρειάστηκε την εντατική θεραπεία και τη διασωλήνωση, και να μην την βρήκε».
Στο θέμα των κλινών Μονάδας Εντατικής Θεραπείας, ο Γ. Γεραπετρίτης επεσήμανε τις συντονισμένες προσπάθειες που έχουν γίνει για να μεγαλώνει διαρκώς ο αριθμός των κλινών ΜΕΘ, τονίζοντας ότι την ώρα που παραδοσιακά ισχυρές χώρες είτε κάνουν επιλογή ασθενών είτε στέλνουν ασθενείς στο εξωτερικό, «στην πατρίδα μας δεν έχει υπάρξει έστω και μία περίπτωση ασθενούς που να χρειάστηκε την εντατική θεραπεία και τη διασωλήνωση, και να μην την βρήκε» και προσέθεσε ότι «παρά το γεγονός βρισκόμαστε σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, θεωρώ ότι θα μπορέσουμε, έστω με μεγάλη πίεση, να ανταπεξέλθουμε».
Υπογραμμίζοντας επίσης τις ελπιδοφόρες εξελίξεις σε ό,τι αφορά τα εμβόλια, ο υπουργός Επικρατείας διευκρίνισε ότι τα νέα αυτά δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να μας δημιουργήσουν αίσθηση ασφάλειας, το αντίθετο. Επειδή είμαστε σε μια κατάσταση υγειονομικού πολέμου, επειδή έχουμε έναν ορίζοντα μπροστά μας για να μπορέσουμε να βγούμε από το λαβύρινθο αυτό, «θα πρέπει να εξοπλιστούμε με ακόμη μεγαλύτερη δύναμη για να αντέξουμε ένα μικρό ακόμη διάστημα περιορισμού της ελευθερίας μας», συνέστησε.
Στο ζήτημα της καμπάνιας για το εμβόλιο, ζήτησε «να συμπράξει όλη η κοινωνία διότι ο λογαριασμός δεν αφορά μόνον εκείνους που θα εμβολιαστούν αλλά το σύνολο των πολιτών. Θα υπάρξει μια μεγάλη καμπάνια ενημέρωσης των πολιτών για την αξία του εμβολιασμού, την έλλειψη παρενεργειών», προανήγγειλε και απηύθυνε έκκληση στο αίσθημα λογικής των συμπατριωτών μας, όπως είπε, ότι «θα πρέπει για το καλό το δικό μας, αλλά κυρίως για το καλό των συμπολιτών μας που συνιστούν ευάλωτες κατηγορίες να μπούμε στη λογική του μαζικού εμβολιασμού». Ενώ συγχρόνως δήλωσε σίγουρος ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις, οι κοινωνικοί φορείς και πάνω από όλα τα ΜΜΕ θα επιτελέσουν ένα υψηλό έργο έτσι ώστε όλοι να προσέλθουν προς εμβολιασμό.
Η υγεία και ιδίως η πανδημία δεν προσφέρονται να γίνουν πεδίο αντιπολιτευτικής αρένας, ένα ζήτημα πολιτική αντιπαράθεσης, ξεκαθάρισε παράλληλα και τόνισε ότι «η πραγματικότητα είναι όμως ότι η κυβέρνηση έπραξε αυτό που μπορούσε, το έπραξε έγκαιρα, άκουσε τους ειδικούς και για το λόγο αυτό βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή σε μια σχετικώς καλή θέση. Στον αριθμό των κρουσμάτων και των θανάτων είμαστε στις τελευταίες θέσεις» επέμεινε και χαρακτήρισε εν πολλοίς αντιφατικές τις κατά καιρούς θέσεις της αντιπολίτευσης σε ό,τι αφορά το άνοιγμα της οικονομίας και του τουρισμού, αλλά και τα σχολεία.
Επικαλέστηκε, μάλιστα, μελέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρει ότι Ελλάδα και Τσεχία είναι στην καλύτερη θέση στη διαχείριση της εργασίας: «δεν απωλέσθηκαν θέσεις, γιατί χρησιμοποιήσαμε το εργαλείο των αναστολών, της επιδότησης της εργασίας». Σε κάθε περίπτωση, συμπλήρωσε, «η λογική ότι θα πρέπει να εκμεταλλευόμαστε τα πάντα στο βωμό εφήμερων πολιτικών ωφελημάτων εμένα δεν με αγγίζει, οι αμετροεπείς δηλώσεις θα κριθούν από το λαό και τα ΜΜΕ».
Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας, «η ανταπόκριση στα μέτρα δεν έχει αποδώσει ακόμη σε σχέση με τη μείωση των κρουσμάτων, οπότε θα είναι εύλογο να αξιολογήσουμε εκ νέου τα δεδομένα όταν έλθει η ώρα. Την επόμενη εβδομάδα θα γίνουν εκτεταμένες αναλύσεις των δεδομένων». Όπως διαφαίνεται εξάλλου, «είναι δύσκολο να ανοίξουμε το σύνολο της αγοράς και της κοινωνίας από την 30η Νοεμβρίου, ο πρωθυπουργός δήλωσε με πολύ μεγάλη έμφαση ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία θυσία στη δημόσια υγεία, θα ανοίξουμε όταν τα δεδομένα θα είναι τέτοια που θα υπαγορεύουν ασφάλεια», διαβεβαίωσε.
Από την άλλη, «αντιλαμβανόμενοι το γεγονός ότι η οικονομία ενόψει και των Χριστουγέννων θα πρέπει με κάποιο τρόπο να είναι ανοιχτή, η προδιάθεσή μας είναι, με τους αναγκαίους όρους, με περιορισμούς, με προφυλάξεις, με όλα τα μέτρα που θα συστήσουν οι επιδημιολόγοι, να ανοίξουμε τα Χριστούγεννα, ίσως πιο κοντά προς την περίοδο των Χριστουγέννων παρά άμεσα. Έχω τη μικρή αισιοδοξία ότι από την επόμενη εβδομάδα ακούγοντας και τους επιστήμονες θα έχουμε μια ύφεση στο επιδημιολογικό φαινόμενο που θα επιτρέψει συν τω χρόνω να μπορέσουμε να ανοίξουμε σταδιακά για την κοινωνία και την αγορά, τα σχολεία θα είναι τα πρώτα που θα ανοίξουν».