Σε μια δύσκολη μέρα για την Ελλάδα όσον αφορά τον κορωνοϊό, η Ντόρα Μπακογιάννη μίλησε στο pagenews.gr και στην εκπομπή «Opinion Leader» με τον Δημήτρη Τάκη. Η πρώην υπουργός υποστήριξε ότι η Θεσσαλονίκη έπρεπε να είχε πάει σε lockdown την 28η Οκτωβρίου, εξέφρασε τη διαφωνία της με τον πρόεδρο των ιδιωτικών κλινικών, σημείωσε ότι δεν περιμέναμε την ένταση του δεύτερου κύματος του κορωνοϊού, ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι έχει μεγάλο πρόβλημα με την στάση του.
Η κ. Μπακογιάννη τόνισε ότι δεν μπορούμε να υποτιμούμε τον μεγάλο κίνδυνο της πανδημίας, λέγοντας χαρακτηριστικά «στη φάση που είμαστε δεν παίζουμε», ενώ παρατήρησε ότι οι ιδιωτικές κλινικές έπρεπε να είναι έτοιμες. Διαβάστε τι είπε η Ντόρα Μπακογιάννη στον Δημήτρη Τάκη:
Για τις ελάχιστες κλίνες ΜΕΘ που είναι κενές και την άρνηση των κλινικαρχών στο αίτημα της κυβέρνησης:
«Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι βιώνουμε έναν εφιάλτη. Λίγο πολύ τον είχαν βιώσει άλλες χώρες πριν από μας, στο πρώτο κύμα. Δυστυχώς, τον βιώνει ολόκληρη η Ευρώπη σήμερα. Εγώ παρακολουθώ από κοντά και τα γερμανικά κανάλια και μου κάνει εντύπωση ότι στον γερμανόφωνο κόσμο υπάρχει η ίδια αίσθηση που υπάρχει και σε μάς. Δηλαδή σε μια χώρα που έχει τις περισσότερες ΜΕΘ σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι απειλές είναι οι ίδιες στην Αγγλία, στη Γαλλία και στην Ελλάδα.
Πρώτα να πω ξεκάθαρα ότι δεν αντιλαμβάνομαι καθόλου, μα καθόλου, την τοποθέτηση του προέδρου των ιδιωτικών κλινικών την οποία άκουσα σήμερα το πρωί. Οφείλει να καταλάβει ότι η νοσηλευτική δυναμική της χώρας, δηλαδή ιδιωτικά, δημόσια, ορισμένα νοσοκομεία που είναι ειδικών καταστάσεων, θα πρέπει να πέσουμε σε αυτή τη μάχη. Η λογική ότι δεν είμαι έτοιμος δεν μπορεί να υπάρχει και δεν μπορεί να ισχύσει διότι οι εντολές είχαν δοθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό για την προετοιμασία όλων και την εκπαίδευση του προσωπικού όλων. Διότι και άλλες αρρώστιες έπρεπε κάποιος να τις νοσηλεύσει με τις προδιαγραφές Covid. Αυτό το ξέρω εγώ που δεν είμαι νοσηλεύτρια, πόσο μάλλον εκείνοι που ασχολούνται με αυτά.
Ορθώς, κατά τη γνώμη μου, έκανε επίταξη η κυβέρνηση από την ώρα που δεν μπορούσε να συνεννοηθεί. Στη φάση αυτή δεν παίζουμε. Είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε με όλα τα μέσα και να καλύψουμε τους ανθρώπους. Να μη φτάσουμε στο επίπεδο που έφτασε η προχωρημένη Ελβετία, να ζητάνε από τους ανθρώπους να κάνουν δήλωση εκ προοιμίου αν θέλουνε να μπούνε σε αναπνευστήρα ή όχι, αν θέλουν να επιμηκύνουν τη ζωή τους ή όχι. Και μόνο που το σκέφτομαι, το θεωρώ εφιαλτικό».
Για τη σύγκριση με τις νοσηλεύτριες που εθελοντικά πήγαν στη Θεσσαλονίκη και αν η στάση των κλινικαρχών θα έχει επιπτώσεις στην ιδιωτική υγεία στη χώρα:
«Να μην ισοπεδώνουμε τα πάντα. Υπήρξαν ιδιωτικές κλινικές και, μάλιστα, μεγάλα νοσοκομεία, τα οποία προσφέρθηκαν οικειοθελώς, πήραν ασθενείς από την πρώτη στιγμή, βρεθήκανε και αυτά στην πρώτη γραμμή. Υπάρχουν ορισμένοι κλινικάρχες που σταθήκανε στο ύψος τους και με το παραπάνω και υπάρχουν και τα παραδείγματα αυτών των δύο στη Θεσσαλονίκη, οι οποίοι με κανένα τρόπο δεν ανταποκρίθηκαν σε αυτό που η κοινωνία περιμένει από αυτούς.
Τώρα να πω ένα πολύ μεγάλο μπράβο στις νοσηλεύτριές μας, το έκανα και tweet εγώ. Είμαι και ιδιαιτέρως περήφανη ότι οι 10 πρώτες είναι Κρητικές, οι οποίες πέσανε στη μάχη και χάρη στην οργάνωση της ΒΥΠΕ Κρήτης. Η κ. Μπορμπουδάκη έδωσε ρέστα για να μπορέσει να τις οργανώσει και να τις στείλει εγκαίρως, το οποίο δείχνει ακριβώς ότι σε αυτή τη μάχη η αλληλεγγύη πρέπει να υπερισχύσει. Και κανένα, μα κανένα, άλλο κριτήριο από αυτό.
Βεβαίως, να συνειδητοποιήσουμε ότι μέσα σε αυτό το lockdown, δεν έχουμε την ίδια συμπεριφορά που είχαμε στο πρώτο lockdown. Κυκλοφορούμε, βλέπουμε κόσμο, δεν θέλουμε να κλειστούμε, έχουμε κουραστεί, ανησυχούμε για την οικονομία την επόμενη μέρα, τα νεύρα όλων είναι σπασμένα, οι καταθλίψεις έχουνε πάει στον ουρανό. Άρα, μετά βεβαιότητος, δεν είναι μια εύκολη ιστορία.
Είναι τρεις μήνες ακόμα μέχρι να έρθει το εμβόλιο, ας πάρουμε μια βαθιά ανάσα και ας το κάνουμε για να προστατεύσουμε τους ανθρώπους που είναι όπως αυτοί σήμερα στα νοσοκομεία».
Για το τι ξέφυγε από την κυβέρνηση σε αυτό το δεύτερο κύμα της πανδημίας:
«Το δεύτερο κύμα, παρά την προετοιμασία που είχαμε κάνει κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού με την αύξηση στις ΜΕΘ, μας έπιασε με μία ένταση την οποία πάρα πολλοί δεν αναμένανε. Δεν ανέμενε κανένας ότι η ένταση θα είναι τόσο μεγάλη, όσο τελικά ήταν.
Στο δεύτερο που μπορούμε να συμφωνήσουμε είναι ότι στο Σαββατοκύριακο της 26ης – 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη, έπρεπε να έχουμε κλείσει. Έπρεπε να είχαμε κλείσει τη Θεσσαλονίκη πριν. Τα στοιχεία εκείνη την εποχή φαίνεται πως δεν ήταν τέτοια, τα οποία θα δικαιολογούσαν να κλείσει η Θεσσαλονίκη και να μην επιτραπεί και η έξοδος από τη Θεσσαλονίκη.
Διότι τελικώς οι παραθεριστές του Σαββατοκύριακου μετέδωσαν τον ιό, ακόμα και στην Ευρυτανία με τους 200 που ήρθανε, σώσανε μεν την τοπική οικονομία, αλλά τώρα έχει 100 κρούσματα η περιοχή. Το ίδιο έγινε σε ολόκληρη τη Μακεδονία. Ταυτόχρονα, με τη γνωστή βαλκανική λογική, άρχισε να κυκλοφορεί πολύ ψεύτικο τεστ, στην Αλβανία και τη Βουλγαρία. Οι άνθρωποι εξακολουθούν να βγαίνουν για να πάνε να ψωνίσουν στη Βουλγαρία ή για να πάνε να παίξουν στο καζίνο ή αν έχουν δουλειές.
Η ουσία της υποθέσεως είναι ότι γεμίσαμε. Τώρα δεν είναι η ώρα να κάνουμε μνημόσυνα, τώρα είναι η ώρα της μάχης. Να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε από εδώ και πέρα για να έχουμε μια μείωση των κρουσμάτων τουλάχιστον».
Για το αν η σημερινή κατάσταση μας διδάσκει ότι η υγεία είναι πάνω από την οικονομία και όλα τα άλλα:
«Δεν είναι εύκολο να το πει κανείς αυτό. Αυτή η ισορροπία, είναι αυτή που ψάχνουνε σε ολόκληρο τον κόσμο οι πάντες. Δεν υπάρχει συνταγή. Πηγαίνεις και προσπαθείς να κρατήσεις τη ζυγαριά σε μιας μορφής ισορροπία. Μακάρι να υπήρχε ένα know how, να είναμε ένα εγχειρίδιο και το οποίο θα μας έλεγε πότε θα πρέπει να γείρει από τη μία ή την άλλη πλευρά η ζυγαριά. Πηγαίνουμε δοκιμάζοντας διάφορες πολιτικές, προσπαθώντας να πείσουμε τον κόσμο. Στο δεύτερο κύμα ο κόσμος δεν ήταν έτοιμος να δεχτεί τις οδηγίες των ειδικών».
Για την στάση του ΣΥΡΙΖΑ και τη διαφορά με το πρώτο κύμα:
«Η αξιωματική αντιπολίτευση βρίσκεται σε πάρα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Ο κ. Τσίπρας βλέπει τα νούμερά του να μην ανεβαίνουν με κανένα τρόπο, όση πίεση και να δέχεται η κυβέρνηση και αναζητά έναν τρόπο να κάνει αντιπολίτευση. Αποφάσισε ότι ο τρόπος για να κάνει αντιπολίτευση είναι να στηριχθεί πάνω στην πανδημία.
Κατά την άποψή μου, κάνει πάρα πολύ μεγάλο λάθος. Διότι ο κόσμος μέσα στην πανδημία το τελευταίο που θέλει να ακούσει είναι μια τρομολαγνική αντιπολίτευση. Διότι αν η αντιπολίτευση είχε να προτείνει κάτι, θα το έκανε. Είχα μια συζήτηση με στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έλεγε ότι δεν προσλαμβάνουμε γιατρούς. Του είπα αν έχετε έναν εντατικολόγο, να μας τον στείλετε και αν δεν τον προσλάβουμε, να με καταγγείλλετε.
Το ΕΣΥ ζητά εντατικολόγους, αναισθησιολόγους, νοσηλεύτριες, ενδεχομένως δεν ζητάει έναν δερματολόγο. Αλλά όλους τους άλλους που είναι γιατροί αιχμής ή νοσηλευτές, τους προσλαμβάνει το ΕΣΥ αύριο. Το πρόβλημα είναι ότι σήμερα δεν υπάρχουν ή δεν επιθυμούν να έρθουν στην πρώτη γραμμή του αγώνα. Έχει γίνει και κάλεσμα στους συνταξιούχους. Υπάρχει μια γαλλική έκφραση που λέει “Στον πόλεμο, όπως στον πόλεμο”, και αυτή την στιγμή είμαστε σε πόλεμο. Ο ΣΥΡΙΖΑ απομακρύνεται ακόμα πιο πολύ από την κοινωνία με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα».