Τη δραματική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το πανεπιστημιακό νοσοκομείο Λάρισας περιέγραψαν γιατροί και διευθυντές κλινικών στην συνάντηση που είχαν με τον Αλέξη Τσίπρα.
Όπως αποκάλυψε ο διευθυντής της ιατρικής υπηρεσίας είναι πλήρης όχι μόνο η ΜΕΘ αλλά και η μονάδα με τα βαριά περιστατικά στους θαλάμους αρνητικής πίεσης. «Έχουμε 17 βαριά περιστατικά στους 17 θαλάμους αρνητικής πίεσης που έχουμε και 14 ασθενείς στην ΜΕΘ στα 14 κρεβάτια που διαθέτουμε για περιστατικά covid» υπογράμμισε ο διευθυντής αποκαλύπτοντας την ισχυρή πίεση που δέχεται το νοσοκομείο. Σε σχετική ερώτηση του κ. Τσίπρα αν έχει ενισχυθεί με επικουρικούς γιατρούς το νοσοκομείο, ο διευθυντής της ΜΕΘ είπε ότι ήρθαν, ωστόσο ο καθαρός αριθμός των γιατρών που δούλευαν πέρσι και φέτος στην ΜΕΘ είναι ο ίδιος, «παρά το γεγονός ότι τώρα πρέπει να αντιμετωπιστεί μια ιστορική υγειονομική κρίση με την πανδημία του κορωνοιού».
Αποτέλεσμα όλης αυτής της κατάστασης είναι ότι πλέον αναγκάζονται να προσφύγουν στην διακομιδή των νέων περιστατικών σε άλλα νοσοκομεία. «Οι διακομιδές είναι μια δύσκολη και επίπονη διαδικασία» τόνισε ο διευθυντής της ΜΕΘ και για τους ασθενείς και για το νοσοκομείο και επεσήμανε ότι θα μπορούσε να βρεθεί άλλη λύση. «Αν είχε βρεθεί προσωπικό και αναπνευστήρες θα μπορούσαν με πολύ προσπάθεια να βρεθούν και λύσεις εκτός ΜΕΘ, όπως γινόταν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, την ώρα που βρίσκονταν υπό μεγάλη πίεση» υποστήριξε ο διευθυντής της ΜΕΘ στο νοσοκομείο της Λάρισας, επισημαίνοντας ότι θα «έπρεπε να είχαμε καλύτερο σχεδιασμό συνολικά».
Ανάγκη μη επιστρεπτέας ενίσχυσης σε μικρομεσαίους
«Υπαρξιακά» χαρακτήρισε πλέον τα ζητήματα που αντιμετωπίζει η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και ειδικά η εστίαση ο κ. Τσίπρας, κατά τη σύσκεψη που είχε με τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου Λάρισας και εκπρόσωπο του σωματείου Εστίασης. «Εάν κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της καραντίνας ήταν ώριμο το αίτημα για μια ενίσχυση μη επιστρεπτέα, για μια επιδοματική ενίσχυση – όπως γίνεται σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ – , σήμερα είναι κάτι παραπάνω από αναγκαίο. Είναι επιτακτικό να γίνει», ανέφερε.
Σε ότι αφορά στην προβλεπόμενη κίνηση στα καταστήματα στο καλό σενάριο που θα ανοίξουν τα Χριστούγεννα, είπε: «ας ελπίσουμε και ας ευχηθούμε το θετικό σενάριο ότι τα Χριστούγεννα θα ξανανοίξουνε. Η κίνηση στα μαγαζιά δεν θα έχει καμία σχέση με τα Χριστούγεννα των προηγούμενων ετών». Έτσι, εξέφρασε τον φόβο, ιδίως για την περίπτωση που θα αποφασιστούν επαναλαμβανόμενα lockdown, ότι «η άνοιξη και το καλοκαίρι θα μας βρει με πολλές χιλιάδες επιχειρήσεις λιγότερες απ’ ότι πριν ξεκινήσει αυτή η περιπέτεια».
Όσον αφορά στον τρόπο αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης, αναφέρθηκε στις επιδοτήσεις, στην χρηματοδότηση της εργασίας και όχι στην αναστολή της, καθώς και στη δυνατότητα πρόσβασης σε εγγυοδοτικά εργαλεία. «Εγώ ακούω δισεκατομμύρια αλλά δεν έχω βρει έναν συνάδελφό σας να μου πει ότι έχει πάρει κάποια ενίσχυση που να είναι αποτελεσματική».