Μία μέρα πριν να ξεκινήσει το lockdown στην Ελλάδα, ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε στο pagenews.gr και στην εκπομπή «Opinion Leader» με τον Δημήτρη Τάκη. Ο κ. Βούτσης αναφέρθηκε στο πώς φτάσαμε στην απόφαση για τη νέα καραντίνα, επισήμανε τις ευθύνες της κυβέρνησης, υπερασπίστηκε τη νεολαία για όσα της επιρρίπτουν για την έξαρση της πανδημίας και τόνισε ότι λεφτά για την αντιμετώπισή της υπάρχουν.
Μίλησε ακόμα για την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού και των ζητημάτων που προκαλεί, απάντησε σε σχέση με τις επιθέσεις που έχει δεχθεί ο Σωτήρης Τσιόδρας από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στη δίκη της Χρυσής Αυγής, αλλά και στο φαινόμενο του «χρυσαυγιτισμού» που δεν έχει τελειώσει.
«Θέλω να είμαι σαφής και ειλικρινής, υπήρχαν και υπάρχουν και εξωγενείς παράγοντες, αυτό είναι κάτι που το βλέπουμε και στην Ευρώπη που φέρανε αυτή την επιδείνωση στο δεύτερο κύμα. Ακούγοντας, όμως, τους επιστήμονες τον Ιούνιο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, σας θυμίζω τις προβλέψεις του ΑΠΘ από τις 19 Οκτωβρίου και ύστερα που είχαν δώσει κάτι νούμερα που τότε μας φαινόντουσαν ανατριχιαστικά, ακούγοντας αυτά που λένε οι επιστήμονες και τώρα για την τεράστια αβεβαιότητα που υπάρχει γύρω από τον ιό, είναι σαφές ότι την σφραγίδα της αποτυχίας και ότι εσπευσμένα φτάνουμε σήμερα σε αυτό το lockdown δεν μπορεί παρά να τη φέρνει η ίδια η κυβέρνηση. Άλλωστε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός χθες, ανέλαβε πλήρως την πολιτική ευθύνη για το πως στο διάγγελμά του πριν από πέντε μέρες είπε άλλα πράγματα και μέσα σε πέντε μέρες προχωράει στο ριζικό lockdown.
Είναι φανερό, λοιπόν, ότι δεν ελήφθησαν έγκαιρα μέτρα για τις εστίες πιθανής, και βέβαιης όπως φάνηκε, μετάδοσης και αναμετάδοσης του ιού, δεν ελήφθησαν μέτρα για την στήριξη του δημόσιου συστήματος υγείας, υπήρχε εφησυχασμός, υπήρχαν αυταπάτες ή υπήρχαν και διαφορετικές πολιτικές οπτικές για το τι έπρεπε να γίνει για την υγεία του κόσμου, για τα σχολεία, για τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, για τον τουρισμό, για την ενίσχυση των επιχειρήσεων που είναι πολύ κρίσιμο ζήτημα. Θεωρώ, λοιπόν, ότι πρόκειται για μια μεγάλη πολιτική αποτυχία πάνω σε ένα ζήτημα που είναι εξαιρετικά κρίσιμο για την υγεία του λαού, για την οικονομία. Κύματα νέας φτωχοποίησης μπορεί να έρθουν και από το δεύτερο lockdown. Γενικά, πιστεύω ότι η υπογραφή σε αυτό το δεύτερο lockdown είναι σε τελευταία ανάλυση της κυβέρνησης και του κ. Μητσοτάκη προσωπικά.
«Δεν νομίζω ότι είναι θέμα ανευθυνότητας της νεολαίας που στοχοποιήθηκε πάρα πολύ το τελευταίο διάστημα και ακούσατε χθες τον κ. Τσιόδρα που είπε το σαφές, που προκύπτει από όλη την έρευνα που κάνουν υπεύθυνοι, ότι το 86% των κρουσμάτων ήρθαν από κλειστούς χώρους και όχι από ανοιχτό χώρο. Ούτε είναι θέμα ανευθυνότητας της κοινωνίας, των πιο λαϊκών, των πιο φτωχοποιημένων στρωμάτων ή και της μεσαίας τάξης και της νεολαίας που παίρνουν τα Μέσα Μεταφοράς και δεν κυκλοφορούν συνεχώς με το αυτοκίνητό τους, όπως κάνω εγώ παραδείγματος χάριν.
Ήταν αναγκασμένοι και έπρεπε να πηγαίνουν στις δουλειές τους σε όλη αυτή τη φάση του επταμήνου και ήταν “πατείς με – πατώ σε” στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Ούτε είναι θέμα περιορισμένης ευθύνης ή εφησυχασμού του υγειονομικού προσωπικού που πραγματικά πλέον βρίσκεται σε μια κατάσταση κόπωσης με πολλά κρούσματα και μέσα στις γραμμές του. Κι αυτός είναι ένας επιπλέον παράγοντας για τον οποίο όλοι φοβούνται για την αντοχή του συστήματος υγείας. Δυστυχώς, ξεχνάνε πάρα πολλοί, για να μην πω όλοι, ότι δεν έχουμε δύο φάσεις της πανδημίας.
Αυτά τα θέματα είχαν τεθεί στον δημόσιο διάλογο. Υπήρξε διαφορετική πολιτική οπτική από τη μεριά της κυβέρνησης. Δεν είναι μόνο ο εφησυχασμός στον οποίο αυτοκριτικά αναφέρεται ο πρωθυπουργός. Ως εκ τούτου, στη δεύτερη φάση που υπήρξε ένας αιφνιδιασμός, όπως λέει ο κ. Μητσοτάκης, από την εκθετική ανάπτυξη των κρουσμάτων το τελευταίο δεκαήμερο, θα χρειαζόταν να υπάρξει μια ψύχραιμη και τεκμηριωμένη αποτίμηση και των πολιτικών ευθυνών. Γι’ αυτό και σήμερα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είπε δημόσια την πρότασή μας να υπάρξει μια ευρεία συναίνεση για ένα εξάμηνο και ένα κοινό σχέδιο των πολιτικών δυνάμεων το οποίο θα συμφωνηθεί σε μια σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, βάζοντας όμως κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις.
Σε αυτό το ενδιάμεσο διάστημα αντί να υπάρχει μια αξιοποίηση του χρόνου για να ληφθούν όλα τα μέτρα καθώς λεφτά υπήρχαν και λεφτά υπάρχουν από ό, τι λέει και η κυβέρνηση σήμερα, δεν το λέει μόνο η αντιπολίτευση. Υπήρχε και “πράσινο φως” από την ΕΕ και με τις διαδοχικές παρατάσεις για την ισχύ του δημοσιονομικού συμφώνου, αλλά και για μια ευθεία δυνατότητα επούλωσης όλων των θεμάτων που προκύπτουν από την πανδημία και βοήθεια από την ΕΚΤ. Καθώς υπήρχαν αυτές οι δυνατότητες σε αυτή τη δεύτερη φάση, η αναγκαία αλληλεγγύη, η κοινωνική συνοχή, η αναγκαία πολιτική συνεννόηση που πρέπει να υπάρχει, η ευρύτατη για τους επόμενους δύσκολους μήνες, πρέπει να εδράζεται σε μία συμφωνία, σε μία συνεννόηση, σε μία συναίνεση.
Δεν μπορεί να είναι, όμως, όπως στην πρώτη φάση στην οποία υπήρξε ένας αιφνιδιασμός πανευρωπαϊκός. Τότε ελήφθη σωστά και έγκαιρα η απόφαση να γίνει lockdown που βοήθησε και η ίδια η κοινωνία με την αυτοσυγκράτησή της να φτάσουμε σε ένα αίσιο αποτέλεσμα. Το σημείο αφετηρίας για τη χώρα τον Ιούνιο ήταν καλύτερο, κατά κοινή παραδοχή, από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και της Μεσογείου και της Κεντρικής Ευρώπης. Άρα, δεν μπορούμε αυτή τη στιγμή να συγκρίνουμε με χώρες που είχαν υποστεί βαρύτατα πλήγματα στην πρώτη φάση, ενώ η χώρα μας εκκινούσε από ένα καλό σημείο.
«Επί του προγράμματος για την άμεση ενίσχυση του ΕΣΥ, το βάζουν οι αρχηγοί και των άλλων κομμάτων, το έβαλαν και στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή».
«Ξεκινάω από το κρίσιμο ζήτημα που υπάρχει πραγματικά, να μην ενθαρρύνονται τάσεις που οδηγούν στην άρνηση της πανδημίας, είδαμε τι γίνεται στην Αμερική, τη Βρετανία και αλλού. Οδηγούν σε αδιέξοδα και σε όξυνση του φαινομένου. Φαίνεται ότι σε αυτό το ζήτημα όλες οι πολιτικές δυνάμεις και οι κοινωνικές δυνάμεις συμφωνούν και έχουμε αντιμετωπίσει αυτές τις συνωμοσιολογικές και άλλες θεωρίες. Ο Αλέξης Τσίπρας ξεκαθάρισε ότι δεν έχουμε στο στόχαστρό μας σε καμία περίπτωση την επιστημονική κοινότητα ή τους επιστήμονες κατά μόνας. Όλο αυτό το διάστημα έβγαιναν και πολύ περισσότεροι πέραν του κ. Τσιόδρα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και βοήθησαν να αντιληφθεί η ελληνική κοινωνία τι σημαίνει ο κίνδυνος της πανδημίας.
Η κυβέρνηση έκανε προσπάθεια να κρύψει τις δικές της ευθύνες πίσω από μια δήθεν ομοφωνία, η οποία δεν υπήρξε. Στα μέσα Σεπτεμβρίου ο κ. Τσίπρας κατέθεσε, και στη συνέχεια και άλλες πολιτικές δυνάμεις, την επιβεβλημένη πρόταση να υπάρχει διαφάνεια και διαύγεια και να έρθουν στη δημοσιότητα τα πρακτικά της επιτροπής των λοιμωξιολόγων, πράγμα το οποίο ακόμα και χθες ο κ. Μητσοτάκης ενώ είπε ότι έχει αιφνιδιαστεί και πάμε προς γενικευμένο lockdown, επί της ουσίας το αρνήθηκε.
Θεωρούμε ότι όλοι οι επιστήμονες έχουν τις επιστημονικές τους απόψεις και από εκεί και πέρα κρίνονται και με τη δημόσια παρουσία τους και με τη δημόσια έκθεσή τους. Λάθη κάνουν και αυτοί, το θέμα είναι να μην είναι εσκεμμένα, όπως εσκεμμένο ήταν του κ. Μαγιορκίνη που είχε βγει με κάτι περίεργα σχήματα και ήθελε να μας δείξει ότι είτε με 15 είτε με 15 είτε με 27 μαθητές σε 40 τετραγωνικά, δεν τρέχει και τίποτα. Αυτό ήταν μια φανερή προσπάθεια κάλυψης της κυβέρνησης».
«Πρέπει να γίνει πολλή δουλειά ακόμα. Η πολιτική εκπροσώπηση του φασισμού, οριακά, έχει αποφευχθεί, για την ελληνική Βουλή, ενώ πέρασαν το 3% για την Ευρωβουλή πριν ενάμισι χρόνο. Πράγματι έχει αποφευχθεί και δια της δικαστικής απόφασης. Πλέον, κοινωνικά, ηθικά, ιστορικά και πολιτικά έχει συρρικνωθεί αυτό το πλαίσιο. Και ελπίζουμε να παραμείνει έτσι τα επόμενα χρόνια.
Πλην, όμως, υπάρχει ο κοινωνικός εκφασισμός, τον οποίο γνωρίζουμε πολύ καλά, και με τη Χρυσή Αυγή και πριν από τη Χρυσή Αυγή, που είχε φτάσει στο ανώτατο όριο και με εγκληματικές πράξεις. Μπορεί κάποια στιγμή να βρει και τις κοινωνικές του εκπροσωπήσεις. Ο κοινωνικός εκφασισμός είναι ζωντανός και υπαρκτός, ενώ έχει εύφορο έδαφος στο “θερμοκήπιο” της πανδημίας.
Σε επιτηρούμενες πλέον κοινωνίες και σε περιστολή δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, τίθενται ζητήματα δημοκρατίας, τίθενται ζητήματα, θεωρητικά, ιδεολογικά, αλλά κυρίως της καθημερινότητας. Πάνω σε ποιο πλαίσιο; Ποιο είναι το μεγάλο κάδρο; Ο φόβος. Η αβεβαιότητα. Ο φόβος απέναντι στο διαφορετικό, η αποστασιοποίηση και το χτύπημα των συλλογικών αλληλέγγυων διαδικασιών που είναι δύσκολο να αναπτυχθούν μέσα σε συνθήκες πανδημίας. Άρα, θα ήμουν πολύ αβέβαιος, πολύ πρόχειρος να σας έλεγα ότι μετά την κατάληξη της Χρυσής Αυγής ότι επιτέλους ανέπνευσε η δημοκρατία μας και ότι δεν θα ξανά-υπάρξουν τέτοια φαινόμενα».
Στη συνέχεια ο Νίκος Βούτσης επέρριψε ευθύνες στην κυβέρνηση που «συναγελαζόταν» με χρυσαυγίτες στα συλλαλητήρια κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών και τόνισε ότι δεν πρέπει να δίνονται τέτοια περιθώρια σε αυτές τις δυνάμεις να εισχωρούν στο πολιτικό σκηνικό.