Στη διαμορφωθείσα κατάσταση με τον κορωνοϊό στη Θεσσαλονίκη και ευρύτερα στη Βόρεια Ελλάδα, τα μέτρα για την εστίαση, την οικονομική κατάσταση και την προστασία της εργασίας, μίλησε ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης. Μιλώντας στο ραδιόφωνο του “ΣΚΑΪ” ο υπουργός σημείωσε ότι «δυστυχώς η Βόρεια Ελλάδα γενικά, ειδικότερα η Θεσσαλονίκη δεν επέδειξε εκείνου του τύπου την ευθύνη που θα έπρεπε να επιδείξει» και αναφέρθηκε στη μετακίνηση φοιτητικού πληθυσμού προς την πόλη.
Πρόσθεσε ότι «υπήρξε πολύ μεγάλη αμετροέπεια στη διαχείριση της ψυχαγωγίας και της διασκέδασης, το αποτέλεσμα δυστυχώς το εισπράττει σήμερα η Θεσσαλονίκη». Και αφού υπογράμμισε το συντονισμένο σχέδιο από υπουργείο Υγείας με την προσθήκη 43 κλινών ΜΕΘ, τόνισε: «Παρά ταύτα με την εξαιρετικά αυξητική πορεία που έχει το φαινόμενο, θα πρέπει να ενισχύσουμε το σύστημα και με άλλες κλίνες. Είναι βέβαιο ότι θα απαιτηθούν και νέα μέτρα για τη Θεσσαλονίκη, τα περιοριστικά αυτά μέτρα θα πρέπει να είναι τέτοιου τύπου ώστε να μην αφήνουν περιθώριο για την αυξητική αυτή τάση».
Όμως, συνέχισε, «οποιοδήποτε μέτρο, ακόμη και το πιο σκληρό, και το πιο αυστηρό, εάν δεν υπάρχει ευθύνη, και συλλογική και ατομική, δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει. Είμαστε στο σημείο ‘μηδέν’, είμαστε σε μια κρίσιμη στιγμή, όλοι μας πρέπει να επιδείξουμε υψηλό αίσθημα ευθύνης», σημείωσε εμφατικά. Ενώ, αφού αναγνώρισε ότι ιδιοκτήτες καταστημάτων εστίασης και πολιτιστικών χώρων αδικούνται από την ανεύθυνη συμπεριφορά συναδέλφων τους, πλην όμως ο κατασταλτικός μηχανισμός δεν μπορεί να είναι παντού, εξήγησε ότι για αυτό το λόγο «αποφασίστηκε ένα οριζόντιο μέτρο με στόχο να καταλλαγεί ο ιός το διάστημα αυτό» και απώτερο στόχο «να ξανανοίξουμε την κοινωνία και την αγορά τον Δεκέμβριο».
Στο 1,4 δις το κόστος των μέτρων για τη στήριξη της αγοράς:
Αναφορικά με τις επιπτώσεις στην εργασία, ο υπουργός απάντησε ότι «η Ελλάδα, μαζί με την Τσεχία, είχε τη μικρότερη απώλεια σε ό,τι αφορά το εργατικό δυναμικό κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης (λιγότερο από 2%)», και «σε αυτό συνέβαλε το μεγάλο ‘πακέτο’ το προηγούμενο διάστημα, ιδίως στις αναστολές που μπήκαν οι εργαζόμενοι. Η αναστολή με την ταυτόχρονη απαγόρευση απολύσεων ήταν ένα προωθητικό μέτρο που καμία άλλη χώρα δεν πήρε».
Είπε, ακόμα, ότι τα τελευταία μέτρα για τη στήριξη της αγοράς, της οικονομίας και της εργασίας κοστίζουν περίπου 1,4 δισ. το μήνα και διαβεβαίωσε ότι «με μέτρο, χωρίς παραλογισμούς, χωρίς δημαγωγική σπατάλη θα κάνουμε αυτό που πρέπει, στον χρόνο που πρέπει και με το μέτρο που πρέπει». Πρώτο μέλημα της κυβέρνησης είναι να παραμείνει κατά το δυνατόν ακέραιη η εργασία την επόμενη μέρα της επέλασης του ιού», υπογράμμισε ενώ σε κάθε περίπτωση, διαβεβαίωσε, «υπάρχουν λελογισμένα αποθέματα, θα τα χρησιμοποιήσουμε με ένα ροοστάτη, δεν πρόκειται να αφήσουμε τα δημόσια ταμεία στην αλόγιστη πλειοδοσία». Να υπάρχουν, εν τέλει, «αποθέματα ακόμη και για το χειρότερο δυνατό σενάριο».
Αντιθέτως, ανέφερε ο κ. Γεραπετρίτης, αν η κυβέρνηση είχε υιοθετήσει τις προτροπές του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για περισσότερο εμπροσθοβαρές πρόγραμμα, «είμαι πεπεισμένος ότι αυτή τη στιγμή δεν θα είχαμε τη δυνατότητα να δανειστούμε από καμία αγορά. Οι αγορές αντανακλούν τη φερεγγυότητα, την αξιοπιστία και το μέτρο κάθε κυβέρνησης. Εμείς, εμπροσθοβαρώς, επιδείξαμε λελογισμένη δημοσιονομική πολιτική, στηρίξαμε όσο έπρεπε διατηρώντας δημοσιονομικά αποθέματα και σήμερα είμαστε στην πολύ ευχάριστη θέση να έχουμε διατηρήσει σχεδόν ακέραια τα αποθέματα τα οποία παρέλαβε η παρούσα κυβέρνηση». Έκλεισε τη σχετική απάντηση λέγοντας ότι «ο δανεισμός είναι χαμηλότερος ακόμη κι από παραδοσιακές ισχυρές οικονομίες της Ευρώπης, διατηρούμε ένα πολύ σοβαρό δημοσιονομικό απόθεμα στην περίπτωση επιμήκυνσης της κρίσης», προκειμένου να υποστηριχθεί η αγορά και η εργασία «στο μέτρο που μπορούμε και πρέπει».