Αυξημένο θα είναι φέτος το ανώτατο ποσό του επιδόματος θέρμανσης, καθώς το δικαιούνται περισσότερα νοικοκυριά. Υπενθυμίζουμε ότι φέτος θα επιδοτηθούν εκτός από το πετρέλαιο θέρμανσης και το φυσικό αέριο και το υγραέριο, ενώ για το πέλετ και τα καυσόξυλα η επιδότηση θα χορηγείται μόνο σε οικισμούς κάτω των 2.500 κατοίκων.
Στα 600 ευρώ το ανώτατο ποσό του επιδόματος
Ειδικότερα, με βάση τις ανακοινώσεις του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Θεόδωρου Σκυλακάκη, το ανώτατο ποσό του επιδόματος θέρμανσης αναμένεται να αυξηθεί στα 600 ευρώ από 350 ευρώ που ήταν κατά την περυσινή χειμερινή περίοδο, ενώ το κατώτατο ύψος του επιδόματος θα παραμείνει αμετάβλητο στα 80 ευρώ. Παράλληλα σύμφωνα με την kathimerini.gr, εκτός από την αύξηση του επιδόματος και τις νέες κατηγορίες καυσίμων που θα επιδοτούνται, αλλάζει φέτος και το σύστημα υπολογισμού του επιδόματος στους δικαιούχους.
Το υπουργείο Οικονομικών θα εφαρμόσει ένα νέο σύστημα που βασίζεται σε μελέτη της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, η οποία χώρισε την Ελλάδα σε 200.000 τετράγωνα (διαστάσεων 750 μ. x 750 μ.), ώστε να αποτυπώνονται με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια οι κλιματικές και γεωγραφικές παράμετροι. Ετσι, θα προκύπτουν και οι ανάγκες για θέρμανση, οι οποίες διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή ανάλογα με το υψόμετρο, την απόσταση από τη θάλασσα και άλλες παραμέτρους. Για κάθε τετράγωνο θα υπάρχει ένας συντελεστής που θα πολλαπλασιάζεται με το μέγιστο επίδομα των 600 ευρώ και θα οδηγεί σε αυτό που δικαιούται το κάθε νοικοκυριό.
Γι’ αυτό και το επίδομα θα είναι διαφορετικό σε κάθε πόλη, χωριό και οικισμό, ενώ οι συντελεστές θα είναι τελείως διαφορετικοί ακόμα και μέσα στον ίδιο δήμο.
Συγκεκριμένα, βάσει του σχεδιασμού και ακολουθώντας τα διεθνή πρότυπα, όπως επισημάνθηκε κατά την παρουσίαση του νέου συστήματος, η μεθοδολογία εκτίμησης των αναγκών θέρμανσης στηρίζεται στη χρήση των βαθμοημερών (Heating Degree-days).
Σύμφωνα με τα πρότυπα, ένα κτίριο χρειάζεται θέρμανση όταν η μέση θερμοκρασία είναι κάτω από τη θερμοκρασία βάσης, που ορίζεται στους 15,5°. Για κάθε βαθμό μέσης ημερήσιας θερμοκρασίας κάτω των 15,5° έχουμε μία βαθμοημέρα. Επομένως, αν η μέση θερμοκρασία μιας περιοχής είναι 10°, χρειάζονται 5,5 βαθμοημέρες θέρμανσης. Χρησιμοποιώντας τις μετρήσεις θερμοκρασίας αέρα σε 60 μετεωρολογικούς σταθμούς της ΕΜΥ, σε χρονικό διάστημα 30 ετών, υπολογίστηκε ο μέσος αριθμός βαθμοημερών ανά έτος και στη συνέχεια, με ψηφιακό μοντέλο εδάφους, μελετήθηκε η συσχέτιση των βαθμοημερών με σειρά γεωφυσικών παραμέτρων (π.χ. γεωγραφικό πλάτος, υψόμετρο, ακτινοβολία, προσανατολισμό, κλίση του εδάφους, απόσταση από τη θάλασσα). Η συσχέτιση ήταν ικανοποιητικά υψηλή (>90%), επιτρέποντας έτσι την εκτίμηση των αναγκών θέρμανσης ανά περιοχή.
Στη συγκεκριμένη ανάλυση, η ελληνική επικράτεια χωρίστηκε σε 200.000 τετράγωνα των 750 μ. x 750 μ., στα οποία εκτιμήθηκαν οι βαθμοημέρες θέρμανσης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μεθοδολογίας αυτής, στις νότιες παραθαλάσσιες περιοχές οι βαθμοημέρες ξεκινούν από περίπου 210 ετησίως, στις βόρειες ορεινές περιοχές φτάνουν τις 2.600 για υψόμετρο 1.500 μ. και ξεπερνούν τις 3.000 για πολύ ορεινές περιοχές.
Με βάση τα στοιχεία αυτά, το επίδομα θα είναι διαφορετικό σε κάθε πόλη, χωριό και οικισμό, καθώς θα υπάρχουν πλέον διαφορετικοί συντελεστές με βάση τις βαθμοημέρες. Παράδειγμα: στην Κάρπαθο, σε οικισμό στη θάλασσα είναι 257 και στο βουνό 1.401, ενώ στην Πιερία υπάρχει στον ίδιο δήμο οικισμός με 1.220 βαθμοημέρες και οικισμός με 3.873. Το συνολικό ποσό του επιδόματος θέρμανσης που θα διατεθεί φέτος στα νοικοκυριά θα είναι αυξημένο στα επίπεδα μεταξύ 85-94 εκατ. ευρώ.