Σήμερα, Τετάρτη 14 Οκτωβρίου, οι υπουργοί Οικονομικών και οι επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών των χωρών μελών της G20 θα συναντηθούν προκειμένου να συζητήσουν αφενός για την επανεκκίνηση της οικονομίας μετά την παγκόσμια ύφεση που προκλήθηκε εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού, αφετέρου για να παρατείνουν το μορατόριουμ στην εξυπηρέτηση του χρέους των φτωχών χωρών. Οι συνομιλίες που θα γίνουν μέσω τηλεδιάσκεψης υπό την προεδρία της Σαουδικής Αραβίας διεξάγονται την επομένη της επικαιροποίησης των προβλέψεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το οποίο ανακοίνωσε ύφεση 4,4% της παγκόσμιας οικονομίας για το 2020 και προειδοποίησε ότι οι συνέπειες της κρίσης θα διαρκέσουν χρόνια.
Στην ημερήσια διάταξη της συνόδου βρίσκονται “συνομιλίες που θα επιτρέψουν την υλοποίηση του σχεδίου δράσης της G20 για την υποστήριξη της παγκόσμιας οικονομίας”, αλλά αφορούν και “την πρόοδο στο θέμα του μορατόριουμ στο χρέος (των φτωχών χωρών) και την πρόταση παράτασής του το 2021”, αναφέρεται στην ανακοίνωση των διοργανωτών.
Υπενθυμίζεται ότι οι 20 μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη δεσμεύτηκαν τον Απρίλιο σε αναστολή για το 2020 της εξυπηρέτησης του χρέους των φτωχών χωρών, οι οποίες έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την κρίση. Η Παγκόσμια Τράπεζα, διεθνείς οργανώσεις και ακτιβιστές ζητούν την παράταση του μέτρου αυτού και για το 2021, ακόμη και το 2022, όπως ζητεί η ΜΚΟ Oxfam. Ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, Ντέιβιντ Μάλπας, προειδοποίησε τις προηγούμενες ημέρες ότι οι χώρες της G20 μπορεί να ανανεώσουν το μορατόριουμ αυτό μόνον για έξι επιπλέον μήνες διότι “ορισμένοι από τους μεγαλύτερους πιστωτές δεν εξακολουθούν να συμμετέχουν” στην προσπάθεια να βοηθηθούν τα κράτη που αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες λόγω της πανδημίας, επικαλούμενος χώρες όπως η Κίνα, ή ακόμη ιδιώτες πιστωτές.
Μέχρι σήμερα 46 από τις 73 πιο φτωχές χώρες έχουν ζητήσει να ωφεληθούν από αυτήν την πρωτοβουλία, η πλειονότητα των οποίων βρίσκεται στην Αφρική. Η G20 επικρίθηκε έντονα από διεθνείς ΜΚΟ, ακτιβιστές, αλλά και πολιτικούς υπευθύνους για την ανεπαρκή της δράση, σύμφωνα με αυτούς, απέναντι στις φτωχές χώρες. Σημειώνεται ότι η Σύνοδος αυτή πραγματοποιείται την ώρα που η πανδημία εξακολουθεί να υπάρχει και να δημιουργεί προβλήματα στις οικονομίες, προκαλώντας μεταξύ άλλων το κλείσιμο επιχειρήσεων και θεαματική αύξηση της ανεργίας.
Οι μαζικές ενέσεις ρευστότητας από τις κυβερνήσεις στις οικονομίες των χωρών τους περιόρισε σχετικά την ύφεση σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά η αναζωπύρωση της COVID-19 καθιστά πολύ αβέβαιες τις προοπτικές, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Παράλληλα σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το χρέος των 73 πιο φτωχών χωρών αυξήθηκε κατά 9,5% το 2019, φτάνοντας τον αριθμό ρεκόρ των 744 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο δείχνει ότι υπάρχει “επείγουσα ανάγκη για συνεργασία ανάμεσα στους πιστωτές και τους δανειολήπτες για να αποφευχθεί ο αυξανόμενος κίνδυνος για μια κρίση του δημόσιου χρέους” σε πολλές χώρες.