Λουόμενος στην θαλάσσια περιοχή της Αμμουδάρας στο Ηράκλειο της Κρήτης βρήκε βλήμα που χρονολογείται από τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα πραγματοποιήθηκε ελεγχόμενη έκρηξη για την εξουδετέρωσή του, παρουσία βατραχανθρώπων και ανδρών του Λιμενικού, με όλα τα προβλεπόμενα μέτρα.
Η «εντυπωσιακή» έκρηξη συγκέντρωσε τα βλέμματα όσων που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στην παραλία, μιας και η εξουδετέρωση του βλήματος έγινε σε κοντινή απόσταση από την ακτή.
Σχετικό βίντεο μάλιστα δημοσίευσε στα social media ο κ. Γιάννης Γουρνιεζάκης , τις εντυπωσιακές εικόνες από τη στιγμή της έκρηξης.
Ελεγχομενη εξουδετερωση ΒΟΜΒΑΣ Β. παγκοσμιου πολεμου με το καλημερα στην αμμουδαρα ΒΑΓΙΑ απο δυτες του λιμενικου..
Gepostet von Giannis Gourniezakis am Dienstag, 13. Oktober 2020
Η Μάχη της Κρήτης
Μάχη της Κρήτης ονομάζεται η επιχείρηση κατάληψης της Κρήτης από τους Γερμανούς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και συγκεκριμένα από το πρωί της 20ής Μαΐου 1941, όταν ξεκίνησε η αεραπόβαση των Γερμανών με συνθηματικό όνομα «Unternehmen Merkur» (Επιχείρηση Ερμής) εναντίον του νησιού, ως την 1η Ιουνίου. Με την επιχείρηση αυτή οι Γερμανοί κατάφεραν να καταλάβουν το νησί από τις αγγλοελληνικές συμμαχικές δυνάμεις, ωστόσο αυτή τους η επιτυχία κόστισε τόσο πολύ ώστε να μην επιχειρήσουν ξανά άλλη αεροπορική έφοδο της ίδιας κλίμακας κατά τη διάρκεια του πόλεμου.
Σήμερα, η μάχη της Κρήτης θεωρείται η πρώτη μεγάλη αεραποβατική επιχείρηση και παραμένει μοναδική στο ότι ο κύριος αντικειμενικός σκοπός κατελήφθη εξ ολοκλήρου από αέρος. Η μάχη θεωρείται επίσης πολύ σημαντική για τους Κρητικούς, λόγω της αναπάντεχης σθεναρής αντίστασης που πρόβαλλαν εναντίον των αριθμητικά ανώτερων Γερμανών και του μεγάλου τιμήματος που είχε η επίθεση, και η επακόλουθη κατοχή, στον πληθυσμό του νησιού.
Η άμυνα της Κρήτης πέρασε στην ευθύνη του βρετανικού Αρχηγείου της Μέσης Ανατολής, με έδρα το Κάιρο και επικεφαλής τον στρατηγό Άρτσιμπαλντ Ουέηβελ. Ωστόσο η Κρήτη αποτελούσε χαμηλή προτεραιότητα για τους Βρετανούς στρατιωτικούς. Το φθινόπωρο του 1940 ήταν ακόμα ανοικτό το ενδεχόμενο γερμανικής εισβολής στο νησί τους και είχαν να αντιμετωπίσουν τους γερμανικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς και τον υποβρυχιακό πόλεμο στον Ατλαντικό Ωκεανό.
Το Αρχηγείο της Μέσης Ανατολής, που πολεμούσε εναντίον των Ιταλών στη Λιβύη και την Ανατολική Αφρική, ήταν επιφορτισμένο με την άμυνα ενός εκτεταμένου μετώπου που περιλάμβανε την Αίγυπτο, το Σουδάν, την Παλαιστίνη, την Υπεριορδανία, την Κύπρο, τη Βρετανική Σομαλιλάνδη, το Άντεν, το Ιράν και την περιοχή του Περσικού Κόλπου. Ο ανεφοδιασμός του γινόταν με νηοπομπές που έκαναν τον περίπλου της Αφρικής και διαρκούσαν 6 εβδομάδες. Ο Ουέηβελ δεν μπορούσε να αναπτύξει νοτιοαφρικανικά στρατεύματα παρά μόνο στο μέτωπο της Ανατολικής Αφρικής, ενώ για τη χρησιμοποίηση νεοζηλανδικών και αυστραλιανών μονάδων χρειαζόταν την έγκριση των κυβερνήσεων των χωρών αυτών
Αντίστοιχα μεγάλες ελλείψεις εξοπλισμού και εφοδιασμού υπήρχαν στην αεροπορία και το ναυτικό. Στις 29 Οκτωβρίου 1940 ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ, σε σύσκεψη επιτελών στο Λονδίνο, ζήτησε να σταλούν στην Κρήτη 2 ταξιαρχίες, να κατασκευαστούν αεροδρόμια και να μετατραπεί ο όρμος της Σούδας σε βάση ανεφοδιασμού του βρετανικού στόλου της Μεσογείου.
Οι πρώτες δυνάμεις που στάλθηκαν στο νησί ήταν, στις 31 Οκτωβρίου, ένα τάγμα πεζικού στον κόλπο της Σούδας και ακόμη 2.500 άνδρες που αφίχθησαν στις 6 Νοεμβρίου, εξοπλισμένοι με αντιαεροπορικά πυροβόλα. Πρώτος διοικητής των βρετανικών δυνάμεων στην Κρήτη ήταν ο ταξίαρχος Ορντ Τίντμπουρι.