Χρησιμοποιώντας αναφορές του Γιώργου Σεφέρη, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, αποχαιρέτησε την Κύπρο, όπου βρέθηκε για δύο ημέρες. Στην ανάρτησή της στα social media η κ. Σακελλαροπούλου κάνει λόγο για ένα νησί “διχασμένο, όπου η μνήμη ακόμη πονά, όπου τα τραύματα είναι ακόμη ανεπούλωτα”. Παράλληλα, περιγράφει στιγμές από την επίσκεψη της που θα θυμάται για πάντα.
“Καθώς βαδίζουμε στη Γραμμή Κατάπαυσης του Πυρός, την Πράσινη Γραμμή, ακούγοντας με συγκίνηση την ξενάγηση από την Τιτίνα Λοϊζίδου, την γενναία Eλληνοκύπρια που κέρδισε την προσφυγή κατά της Τουρκίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, φέρνω στο νου μου τα φωτεινά πρόσωπα των αγωνιστών, εκείνων των νέων που, σχεδόν παιδιά, δημιούργησαν το έπος της Κύπρου τη δεκαετία του ‘50. Και θαρρώ πως τους ξαναβρίσκω, κρυμμένους ανάμεσα στα πρόσωπα των μνημειακών έργων του Αδαμάντιου Διαμαντή, που είδαμε στη Λεβέντειο Πινακοθήκη” γράφει, μεταξύ άλλων, η Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Ακολουθεί ολόκληρη η ανάρτηση της στο Facebook:
“Εξήντα πέντε χρόνια έχουν περάσει από τότε που ο Γιώργος Σεφέρης έγραφε ότι η Κύπρος «είναι ένας τόπος πλατύς, που μπορεί να χωρέσει το θαύμα», ότι για κείνον υπήρξε «η αποκάλυψη ενός κόσμου» και συνάμα «η εμπειρία ενός ανθρώπινου δράματος που μετρά και κρίνει την ανθρωπιά μας». Τόπος πανάρχαιος, όμορφος, πληγωμένος.
Βαδίζοντας στα χώματα του νησιού, με θάμπωσε το «χρυσό δίχτυ» του φωτός για το οποίο μιλάει ο ποιητής, στην Παναγία του Άρακα, τη μοναδική βυζαντινή εκκλησιά με τις τοιχογραφίες του 12ου αιώνα· στις όμορφες Πλάτρες, όπου, ανάμεσα στα ονόματα των επισκεπτών στο βιβλίο πελατών του ξενοδοχείου «Forest Park», εντοπίσαμε το όνομα του Γιώργου Σεφεριάδη, ενοίκου του δωματίου 71· στα Λεύκαρα με τις ακαταπόνητες, χρυσοχέρες κεντήστρες, που τα εργόχειρά τους συγκαταλέγονται στον κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco. Και την ίδια στιγμή, με γέμισαν συγκίνηση τα ίχνη εκείνων «που είδαν την αυγή μεσ’ απ’ την πάχνη του θανάτου». Τα Φυλακισμένα Μνήματα αντηχούν ακόμα από τη φωνή τους. Ο Τύμβος της Μακεδονίτισσας, το στρατιωτικό νεκροταφείο Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων πεσόντων κατά την τουρκική εισβολή, κρατάει ζωντανή τη μνήμη τους.
Καθώς βαδίζουμε στη Γραμμή Κατάπαυσης του Πυρός, την Πράσινη Γραμμή, ακούγοντας με συγκίνηση την ξενάγηση από την Τιτίνα Λοϊζίδου, την γενναία Eλληνοκύπρια που κέρδισε την προσφυγή κατά της Τουρκίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, φέρνω στο νου μου τα φωτεινά πρόσωπα των αγωνιστών, εκείνων των νέων που, σχεδόν παιδιά, δημιούργησαν το έπος της Κύπρου τη δεκαετία του ‘50. Και θαρρώ πως τους ξαναβρίσκω, κρυμμένους ανάμεσα στα πρόσωπα των μνημειακών έργων του Αδαμάντιου Διαμαντή, που είδαμε στη Λεβέντειο Πινακοθήκη, ή στο αριστουργηματικό «Κύπρια σάγα, ή Απ’ το αίμα του πορφυρώθηκαν δυο λευκές ανεμώνες» του Γεώργιου Πολ Γεωργίου. Ένα έργο που μας υποδέχτηκε στην Κρατική Πινακοθήκη Σύγχρονης Τέχνης, ένα από τα 219 έργα τέχνης που βρέθηκαν στην Αμμόχωστο μετά το 1974 και επεστράφησαν στους νόμιμους δικαιούχους τους, στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Βαδίζοντας στην κομμένη στα δύο Λευκωσία, την τελευταία διχασμένη πρωτεύουσα της Ευρώπης, σκέφτομαι ότι ο σεβασμός κάθε πλευράς για τις αξίες, τα πολιτιστικά σύμβολα και τα έργα τέχνης της άλλης μπορεί να αποτελέσει ένα βήμα προς την οικοδόμηση ενός κοινού, ειρηνικού μέλλοντος. Και η Κύπρος, ένα νησί διχασμένο, όπου η μνήμη ακόμη πονά, όπου τα τραύματα είναι ακόμη ανεπούλωτα, αυτό το μέλλον το χρειάζεται”.
Εξήντα πέντε χρόνια έχουν περάσει από τότε που ο Γιώργος Σεφέρης έγραφε ότι η Κύπρος «είναι ένας τόπος πλατύς, που…
Gepostet von Katerina Sakellaropoulou am Donnerstag, 24. September 2020