Ρευστότητα 3 δισ. ευρώ για κεφάλαια κίνησης θα δοθεί μέσω των τραπεζών και του Ταμείου Εγγυοδοσίας κατά τη β΄ φάση που αναμένεται να ξεκινήσει εντός του Οκτωβρίου. Σήμερα η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα αναμένεται να δημοσιεύσει την πρόσκληση προς τις τράπεζες για τη συμμετοχή τους στη β΄ φάση του Ταμείου Εγγυοδοσίας, προκειμένου το ταμείο να ενεργοποιηθεί στα μέσα Οκτωβρίου.
Το Ταμείο Εγγυοδοσίας είναι το μεγαλύτερο πρόγραμμα παροχής ρευστότητας που θα φτάσει τα 6 δισ. ευρώ, μέσω δύο γύρων χρηματοδοτήσεων έως τα τέλη του χρόνου. Στον νέο γύρο χρηματοδοτήσεων τη μερίδα του λέοντος των δανείων που θα δοθούν θα λάβουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ το πρόγραμμα θα είναι ανοικτό και για επιχειρήσεις που έχουν ήδη λάβει δάνειο μέσω του ΤΕΠΙΧ ΙΙ ή έχουν δανειοδοτηθεί στο πλαίσιο της α΄ φάσης του Ταμείου Εγγυοδοσίας.
Στην απόφαση αυτή κατέληξε ο υφυπουργός Ανάπτυξης Γιάννης Τσακίρης, συνεκτιμώντας τις ανάγκες για ρευστότητα, αλλά και τον στόχο για πλήρη απορρόφηση των χρημάτων του Ταμείου Εγγυοδοσίας έως τα τέλη του χρόνου. Πρόκειται για ουσιαστική αλλαγή στην πολιτική χρηματοδοτήσεων και, σύμφωνα με τη διευθύνουσα σύμβουλο της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Αθηνά Χατζηπέτρου, «η ΕΑΤ κατέληξε στην άρση αυτού του περιορισμού σταθμίζοντας τις συνθήκες στην αγορά και ύστερα από απόφαση της επενδυτικής επιτροπής που έχει την ευθύνη για την έγκριση της δομής των προγραμμάτων».
Για την ενεργοποίηση της β΄ φάση του Ταμείου Εγγυοδοσίας, το Δημόσιο έχει δώσει κρατική εγγύηση ύψους 1 δισ. ευρώ. Η κρατική εγγύηση του Δημοσίου καλύπτει το 40% του δανείου προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ για τις μεγάλες η κρατική εγγύηση περιορίζεται στο 35%. Τα χρήματα αυτά, μαζί με τη μόχλευση κεφαλαίων από τις τράπεζες, θα δώσουν στην αγορά ρευστότητα περίπου 3 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, η κρατική εγγύηση του 1 δισ. ευρώ θα μοιραστεί ως εξής:
- 700 εκατ. ευρώ για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα οποία μαζί με την τραπεζική μόχλευση θα δώσουν δάνεια 2,1 δισ. ευρώ
- 80 εκατ. ευρώ για τις μεγάλες επιχειρήσεις, τα οποία μαζί με την τραπεζική μόχλευση θα δώσουν δάνεια 280 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με την “Καθημερινή” ειδική πρόβλεψη θα υπάρξει για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, που απασχολούν έως 10 εργαζομένους, για τις οποίες θα διατεθούν μέσω ξεχωριστού προγράμματος 220 εκατ. ευρώ. Η κρατική εγγύηση μαζί με την τραπεζική μόχλευση θα δώσει δάνεια 400 εκατ. ευρώ, τα οποία θα διατεθούν με ευνοϊκούς όρους σε πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι κατά την α΄ φάση του Ταμείου Εγγυοδοσίας οι μεγάλες επιχειρήσεις εξασφάλισαν περί τα 2 δισ. ευρώ από το αντίστοιχο ποσό των 3,5 δισ. ευρώ που ήταν ο προϋπολογισμός του προγράμματος, ενώ στο 1,5 δισ. ευρώ είχε διαμορφωθεί η συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Πλέον η «ισορροπία» αυτή αντιστρέφεται, καθώς, από το «φρέσκο» χρήμα των 3 δισ. ευρώ, περίπου τα 2,5 δισ. ευρώ αναμένεται να μοιραστούν οι μικρομεσαίες, αλλά και οι μικρές επιχειρήσεις (μέσω του ειδικού προγράμματος), ενώ η συμμετοχή των μεγάλων επιχειρήσεων θα περιοριστεί στα 280 εκατ. ευρώ.
Μέχρι σήμερα, κατά την α΄ φάση του Ταμείου Εγγυοδοσίας έχουν κάνει αίτηση για δανειοδότηση πάνω από 5.700 επιχειρήσεις, από τις οποίες οι 400 είναι μεγάλες, ενώ 5.300 είναι μικρότερες επιχειρήσεις. Από την κατανομή των δανείων προκύπτει ότι ο μέσος όρος των δανείων για τις μεγάλες επιχειρήσεις προσεγγίζει περίπου τα 5 εκατ. ευρώ, ενώ ο μέσος όρος του δανείου για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις διαμορφώνεται στις 300.000 ευρώ. Το ποσοστό εκταμίευσης δανείων διαμορφώνεται στο 80% για τις μικρομεσαίες και στο 60% για τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Στο πρόγραμμα δανειοδότησης με εγγύηση του Δημοσίου θα μπορούν να ενταχθούν επιχειρήσεις από όλους τους κλάδους της οικονομίας. Η διάρκεια των δανείων θα είναι 5ετής, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν περιόδου χάριτος. Το ύψος του ποσού του δανείου για κεφάλαια κίνησης, που θα μπορούν να χορηγήσουν οι τράπεζες, θα αντιστοιχεί:
- Είτε στο διπλάσιο του ετήσιου μισθολογικού κόστους της επιχείρησης για το 2019.
- Είτε στο 25% του συνολικού κύκλου εργασιών της επιχείρησης κατά το ίδιο έτος.
Το ποσό του δανείου μπορεί να αυξηθεί έπειτα από αξιολόγηση της τράπεζας που χορηγεί το δάνειο, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες ρευστότητας της επιχείρησης.