Ελλάδα

Άγιος Παΐσιος: Η ζωή του γίνεται σειρά – Άρχισαν τα γυρίσματα

Άγιος Παΐσιος: Η τηλεοπτική σειρά θα έχει δύο κύκλους και είναι ελληνοκυπριακής παραγωγής. Γυρίσματα θα γίνουν επίσης στην Αθήνα και στα Ιωάννινα και θα διαρκέσουν όλο τον Σεπτέμβριο.

Ξεκίνησαν τα γυρίσματα για την τηλεοπτική σειρά γύρω από τη ζωή του Αγίου Παϊσίου που έζησε τα περισσότερα χρόνια του βίου του στην Κόνιτσα και μόνασε στην Ιερά Μονή Παναγίας Στομίου.

«Η ζωή του Αγίου Παϊσίου», ο οποίος έζησε τα περισσότερα χρόνια του βίου του στην Κόνιτσα και μόνασε στην Ιερά Μονή Παναγίας Στομίου, γίνεται τηλεποτική σειρά. Ήδη ξεκίνησαν τα γυρίσματα στην Κόνιτσα. Η τηλεοπτική σειρά θα έχει δύο κύκλους και είναι ελληνοκυπριακής παραγωγής. Γυρίσματα θα γίνουν επίσης στην Αθήνακαι στα Ιωάννινα και θα διαρκέσουν όλο τον Σεπτέμβριο.

Τη σειρά, η οποία πιθανότατα θα προβληθεί στο Cosmote Tv, σκηνοθετεί ο Στάμος Τσάμης (Βασιλιάδες, Μπρούσκο, Τατουάζ). Θα πρωταγωνιστούν Έλληνες και Κύπριοι ηθοποιοί, όπως ο Νικήτας Τσακίρογλου, η Σμαράγδα Σμυρναίου, η Χριστίνα Παυλίδου, ο Δημήτρης Δρόσος και ο Δημήτρης Σμυρναίου. Πρόκειται για μια παραγωγή μεγάλης εταιρείας του κλάδου και τα γυρίσματα «αξιοποιούν και προβάλλουν την απαράμιλλη φυσική ομορφιά του τόπου, με κορυφαίους Έλληνες ηθοποιούς και με τη συμμετοχή αρκετών συνδημοτών μας» αναφέρει σε σχετική ανακοίνωσή του ο Δήμος Κόνιτσας.

Ο δήμος από την πρώτη επαφή που είχε με την ομάδα παραγωγής της σειράς, πριν μερικούς μήνες, αγκάλιασε το όλο εγχείρημα και παρέχει κάθε δυνατή βοήθεια για την επιτυχία της παραγωγής, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωσή του.

Δείτε φωτογραφίες από τα γυρίσματα:

Ο Βίος του

Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης (κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, 25 Ιουλίου 1924 – 12 Ιουλίου 1994) ήταν Έλληνας μοναχός του 20ού αιώνα που έγινε ευρέως γνωστός για τον βίο και το έργο του. Η κατάταξή του ως αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας πραγματοποιήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στις 13 Ιανουαρίου 2015, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του στις 12 Ιουλίου. Το 2017, ανακηρύχθηκε προστάτης άγιος του στρατιωτικού όπλου των Διαβιβάσεων, με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Ο μοναστικός Βίος

Ο Αρσένιος εισήλθε πρώτη φορά στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στα κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του, έτσι το 1950 πήγε στο Άγιο Όρος. Αρχικά κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί γνώρισε τον πατέρα Κύριλλο που ήταν Καθηγούμενος στη Μονή και τον ακολούθησε πιστά.

Λίγο αργότερα αποχώρησε από τη μονή και κατευθύνθηκε στη Μονή Εσφιγμένου. Εκεί τελέσθηκε η τελετή της «ρασοευχής» και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν Αβέρκιος. Και εκεί αμέσως ξεχώρισε για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στον γέροντά του, την ταπεινοφροσύνη του, αφού θεωρούσε εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη. Προσευχόταν έντονα.[εκκρεμεί παραπομπή] Ανάμεσα στα αγαπημένα του αναγνώσματα ήταν οι ρήσεις των Πατέρων της ερήμου και ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.

Το 1954 έφυγε από τη μονή Εσφιγμένου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Φιλοθέου, που ήταν ιδιόρρυθμο μοναστήρι όπου μόναζε και ένας θείος του. Η συνάντησή του όμως με το γέροντα Συμεών ήταν καταλυτική για την πορεία και διαμόρφωση του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Μετά από δύο χρόνια, το 1956, χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν τελικά που ονομάστηκε και «Παΐσιος», προς τιμήν του Μητροπολίτη Καισαρείας Παϊσίου του Β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του από την Καππαδοκία.

Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο Στόμιο Κονίτσης. Εκεί πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους ετερόδοξους αλλά περιελάμβανε και τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών Ελλήνων, είτε με φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, με τον λόγο του Ευαγγελίου. Επί τέσσερα έτη έμεινε στην Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και τον χαρακτήρα του.

To 1962 πήγε στο Όρος Σινά, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στους Βεδουίνους, δίνοντάς τους τρόφιμα με χρήματα από την πώληση στους προσκυνητές ξύλινων σταυρών που έφτιαχνε ο ίδιος.

Επιστροφή στο Άγιο Όρος

Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος και έμεινε στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Ιβήρων. Την εποχή εκείνη ήταν υποτακτικός του Ρώσου μοναχού Τύχωνα, που ασκήτευε στο Σταυρονικητιανό κελλί του Τιμίου Σταυρού[εκκρεμεί παραπομπή] μέχρι το θάνατό του το 1968, μετά τον οποίο, ακολουθώντας την επιθυμία του Τύχωνα, έμεινε στο κελί του για έντεκα χρόνια. Τον ίδιο χρόνο, συμβούλεψε έναν από τους κοντινότερους μαθητές του, το Βασίλειο Γοντικάκη να γίνει ηγούμενος για να βοηθήσει την ανακατασκευή της Μονής Σταυρονικήτα, που ήταν σημαντικό βήμα για την αναβίωση του μοναχισμού στον Άθω. Ο Γέροντας Παΐσιος ευλαβείτο πολύ το γέροντά του, Τύχωνα, και πάντα μιλούσε με συγκίνηση γι’ αυτόν.

Tο 1966 ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου της Θεσσαλονίκης. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπατίου. Μετά μεταφέρθηκε στη Μονή Σταυρονικήτα όπου βοήθησε σημαντικά σε χειρωνακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού.

Στην Παναγούδα

Το 1979 αποχώρησε από την σκήτη του Τιμίου Σταυρού και κατευθύνθηκε προς την Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί εντάχθηκε στη μοναχική αδελφότητα ως εξαρτηματικός μοναχός. Η Παναγούδα ήταν ένα κελί εγκαταλελειμμένο και ο Παΐσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές.

Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.

Λέγεται ότι στο κελί του ζούσαν πολλά ήμερα φίδια, αν και ορισμένοι πιστεύουν ότι αυτό ήταν ένας μύθος που καλλιέργησε ο ίδιος για να αποφεύγει τις οχλήσεις επισκεπτών. Σύμφωνα με μια φιλοσοφική ανάλυση για την αντίληψη της φύσης στον χριστιανισμό, αυτό είναι μέρος μιας ορθόδοξης αγιολογικής παράδοσης όπου οι άγιοι έχουν επικοινωνία με ζώα. Θεωρείται ότι αυτό το επίπεδο αντίληψης της φύσης που είναι εμπεδωμένο στη δυτική κουλτούρα, είναι κάτι που διαφεύγει από τη μονοδιάστατη ιστορικο-αναλυτική αφήγηση πολλών σύγχρονων δυτικών φιλοσόφων.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο