Μία μελέτη από την Νότια Κορέα για τον κορωνοϊό υποστηρίζει ότι ο ιός μπορεί να μείνει στο αναπνευστικό σύστημα των παιδιών για εβδομάδες ακόμα και αν είναι ασυμπτωματικά. Οι ερευνητές ισχυρίζονται ότι αυτό μπορεί να δίνει εξήγηση για τη σιωπηρή διασπορά του ιού στις κοινότητες.
«Αυτή η σειρά ερευνών δείχνει ότι άγνωστες μολύνσεις COVID – 19 σε παιδιά μπορεί να σχετίζονται με τη διασπορά στις κοινότητες» έγραψαν οι επιστήμονες, όπως μεταδίδει το CNNi.
«Είναι ενδιαφέρον αυτό, γιατί η μελέτη αυτή συνάδει με τα δεδομένα για τους ενήλικες, που δείχνουν ότι αρκετοί παραμένουν ασυμπτωματικοί στον ιό» λένε οι δρ. Ρομπέρτα Ντεμπιάσι και δρ. Μέγκαν Ντελάνεϊ, από το Εθνικό Παιδιατρικό Νοσοκομείο της Ουάσινγκτον. Οι δύο Αμερικανίδες ειδικοί «υπογράφουν» ένα συνοδευτικό άρθρο της μελέτης, ωστόσο δεν συμμετείχαν σε αυτή.
«Σε αυτή την έρευνα, οι ειδικοί υπολογίζουν ότι τα 85 παιδιά φορείς (93%) δεν θα είχαν εντοπιστεί και μάλιστα χρησιμοποιώντας στρατηγική τεστ, που εστιάζει στους ασυμπτωματικούς» έγραψαν οι δύο γιατροί.
Η νέα αυτή μελέτη εμφανίζεται ενώ το Αμερικανικό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Nοσημάτων (CDC) δέχεται σφοδρή κριτική για την αλλαγή των πρωτοκόλλων όσον αφορά στον έλεγχο ασυμπτωματικών ατόμων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιάτρων έκανε λόγο για ένα «επικίνδυνο βήμα προς τα πίσω» σε ανακοίνωση που εξέδωσε την Παρασκευή. Το νέο πρωτόκολλο του CDC προβλέπει ότι ορισμένα ασυμπτωματικά άτομα δεν χρειάζεται να υποβάλλονται σε τεστ, ακόμη και εάν έχουν έρθει σε κοντινή επαφή με γνωστό κρούσμα.
Η νέα αυτή έρευνα αναδεικνύει την ανάγκη δημιουργίας μιας νέας στρατηγικής τεστ, που θα ελέγχει μεγαλύτερο αριθμό ατόμων.
«Γνωρίζουμε ότι τα παιδιά πολύ συχνά εμφανίζουν ελάχιστα ή και καθόλου κρούσματα του Covid – 19. Επίσης γνωρίζουμε ότι δεν έχουν ανοσία στον ιό και ότι μπορεί να νοσήσουν πολύ σοβαρά. Οι προληπτικοί έλεγχοι βρήκαν άτομα που δεν εμφάνιζαν ακόμη συμπτώματα και αυτό είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο, που επιτρέπει τον εντοπισμό και τη στήριξη ατόμων που ενδεχομένως να έχουν εκτεθεί στον ιό» λέει η δρ. Σάλι Γκότζα, πρόεδρος της Αμερικανικής Παιδιατρικής Εταιρείας.
Δύσκολη η διάγνωση
Η εν λόγω μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA την Παρασκευή, περιείχε δεδομένα για 91 ασυμπτωματικά, προ-συμπτωματικά και συμπτωματικά παιδιά που διαγνώστηκαν με Covid – 19 από τις 18 Φεβρουαρίου μέχρι την 31η Μαρτίου σε ιατρικά κέντρα της Νότιας Κορέας.
Ανάμεσα σε αυτούς τους ασθενείς ήταν και 20 παιδιά -το 22%- που δεν εμφάνιζαν κανένα σύμπτωμα -και ούτε και εμφάνισαν ποτέ κατά τη διάρκεια της μελέτης.
Άλλα 18 παιδιά, το 20%, ήταν προ – συμπτωματικά. Αυτό σημαίνει ότι δεν αισθάνονταν άρρωστα όταν ξεκίνησε η έρευνα, ωστόσο στη συνέχεια νόσησαν.
Συνολικά 71 παιδιά, ή το 78% των συμμετεχόντων, εμφάνισαν τελικά συμπτώματα όπως πυρετός, βήχας, διάρροια, πόνοι στην κοιλιακή χώρα και απώλεια γεύσης ή οσμής. Διαρκούσαν, μάλιστα, από μια έως και 36 ημέρες.
«Αυτό δείχνει ότι ακόμη και παιδιά που νόσησαν ελαφρά ή μέτρια παραμένουν συμπτωματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα» γράφουν οι Ντεμπιάσι και Ντελάνεϊ.
Τα στατιστικά στοιχεία που συγκεντρώθηκαν έδειξαν πως μόλις το 8,5% των ασθενών με συμπτώματα Covid – 19 διαγνώστηκαν όταν ξεκίνησαν τα συμπτώματά τους. Η πλειοψηφία των ασθενών, δηλαδή το 66,2%, είχαν συμπτώματα που δεν αναγνώριζαν πριν από τη διάγνωσή τους και το 25,4% εμφάνισε συμπτώματα μετά το τεστ.
«Αυτό αναδεικνύει το γεγονός ότι τα παιδιά που έχουν μολυνθεί από τον ιό ενδεχομένως να μην εντοπιστούν -είτε είναι συμπτωματικά είτε όχι- και να συνεχίσουν με τις καθημερινές τους δραστηριότητες, κάτι το οποίο μπορεί να ενισχύσει την εξάπλωση του ιού εντός της κοινότητάς τους» τονίζουν οι ειδικοί.
Ο ιός παρέμεινε στο αναπνευστικό σύστημα
Η ίδια επιστημονική έρευνα έδειξε πως γενετικό υλικό του ιού μπορούσε να ανιχνευτεί στο αναπνευστικό σύστημα των παιδιών για 17,6 ημέρες κατά μέσο όρο. Ακόμη και σε ασυμπτωματικά παιδιά, ο κορωνοϊός ήταν ανιχνεύσιμος για 14 ημέρες κατά μέσο όρο.
Μάλιστα, οι ειδικοί αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο τα χρονικά αυτά διαστήματα να είναι ακόμη μεγαλύτερα, καθώς δεν είναι γνωστή η αρχική ημερομηνία έκθεσης στον ιό. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει πως τα παιδιά μεταδίδουν τον κορωνοϊό, όπως εξηγούν οι ειδικοί.
Η παρουσία γενετικού υλικού «δεν συνεπάγεται διάδοση του ιού, ιδιαίτερα όταν οι ασθενείς δεν έχουν συμπτώματα όπως βήχας ή φτέρνισμα» εξηγεί ο Κάλουμ Σέμπλε, καθηγητής υγείας παιδιών και φαρμάκων επιδημίας στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ.
Αντίστοιχη θέση εξέφρασαν και οι Ντεμπιάσι και Ντελάνεϊ που τονίζουν:
«Η ευαίσθητη μέθοδος μοριακής ανίχνευσης μπορεί να εντοπίσει ιό που ενδεχομένως να μολύνει τρίτους αλλά ίσως να εντοπίσει και μη βιώσιμα στελέχη ή τμήματα RNA που δεν μεταδίδουν τον ιό».
Οι ειδικοί καταλήγουν ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διαπιστωθεί εάν και άλλοι ερευνητές, σε διαφορετικές μεριές του κόσμου, καταλήξουν σε αντίστοιχα συμπεράσματα.
Ωστόσο, η νέα αυτή μελέτη περιέχει σημαντικές πληροφορίες, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από υγειονομικές Αρχές ανά τον κόσμο, που ασχολούνται με το άνοιγμα των σχολείων και την εξάπλωση του ιού σε εκπαιδευτικά ιδρύματα.
«Μια στρατηγική βάσει της οποίας γίνονται τεστ μόνο σε συμπτωματικά παιδιά δεν θα εντοπίσει τους μαθητές που σιωπηρά θα μεταδίδουν τον ιό μέσα στις κοινότητές τους και τα σχολεία» εξηγούν οι Ντεμπιάσι και Ντελάνεϊ.