Με αφορμή τα αποτελέσματα των πανελληνίων εξετάσεων ξεκίνησε ένας διάλογος για τη βάση του 10. Και, όπως ήταν αναμενόμενο, διχαστήκαμε και χάσαμε την ουσία. Άλλοι υπερασπίστηκαν τον παραλογισμό να περνά πανεπιστήμιο κάποιος με 600 μόρια (από 20.000) και ορισμένοι πέρασαν στο άλλο άκρο για επαναφορά της βάσης του 10 χωρίς εξαιρέσεις και την αποπομπή των φοιτητών από τα πανεπιστήμια αν χάσουν ένα μάθημα πάνω από δύο φορές. Αλήθεια, μας είναι τόσο δύσκολο να σκεφτούμε με λογική και επιείκεια; Χωρίς λαϊκισμούς και περιττή αυστηρότητα;
Η λογική των βαθμών είναι πως στις πιο δύσκολες σχολές, ιατρικές και πολυτεχνεία, θα πρέπει να μπαίνουν οι καλύτεροι μαθητές, ώστε να μπορούν να τις τελειώσουν κιόλας, χωρίς η συγκεκριμένη σκέψη να αποτελεί κανόνα χωρίς εξαιρέσεις. Αντίθετα, το να έχεις γράψει τουλάχιστον 15 για να μπεις σε οποιοδήποτε μαθηματικό τμήμα μάλλον είναι μία σκέψη χωρίς εξαιρέσεις. Πώς θα επιβιώσεις σε έναν κόσμο αριθμών αν δεν τους αγαπάς και δεν κατανοείς τη φύση και τη λειτουργία τους; Τους κανόνες του μαθηματικού σύμπαντος.
Ναι, λοιπόν, στις υψηλές βάσεις για τις σχολές που απαιτούν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Από εκεί και πέρα, όμως, μπορούμε να είμαστε πιο ευέλικτοι. Αν κάποιος θέλει να σπουδάσει δασολόγος- δασοπόνος στο Καρπενήσι να μπορεί να το κάνει χωρίς το άγχος του βαθμού.
Και χωρίς τη λαιμητόμο της αποπομπής αν χάσει ένα μάθημα δύο φορές. Αλλά, χωρίς να του χαριστεί το πτυχίο. Γιατί τότε το πρόβλημα δε θα είναι ότι ένας κακός μαθητής μπήκε σε μία σχολή που δε μπορούσε να τελειώσει, αλλά πως το κράτος θα έχει αναγνωρίσει εργασιακά δικαιώματα σε έναν κακό υπάλληλο που θα ταλαιπωρεί τους πολίτες για δεκαετίες. Ενώ σε μία άλλη θέση ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα μπορούσε να είναι πιο παραγωγικός για τον εαυτό του και τους δικούς του. Όπως είναι λάθος να γίνονται δεκτοί σε στρατιωτικές σχολές νέοι χωρίς την απαραίτητη σωματική διάπλαση. Δε θα γίνει κάποιος καλός πυροσβέστης αν ξέρει μαθηματικά. Είναι σημαντικό το να ξέρει μαθηματικά, αλλά δεν είναι καθοριστικό για τη ζωή ενός πυροσβέστη και για τις ζωές των ανθρώπων που θα κληθεί να σώσει.
Σε κάθε περίπτωση, όλα πρέπει να συζητηθούν. Χωρίς αφορισμούς και φανατισμούς. Δε μπορεί να φωνάζουμε για τη βάση του δέκα σε μερικά μαθήματα και να επιτρέπουμε να βρίσκεται κάτω από τη βάση ο δημόσιος διάλογος στη χώρα μας. Δε θα αποκτήσουμε ποτέ καλύτερη παιδεία αν όσοι «συζητούν» και αποφασίζουν για αυτή δε σέβονται τους κανόνες του διαλόγου και της λογικής. Αν δεν έχουν την ψυχραιμία να ακούσουν τα επιχειρήματα των απέναντι και να προσπαθήσουν και εκείνοι με τη σειρά τους να τους πείσουν για τα δικά τους. Απλά είναι τα πράγματα, δεν έχουν παρά να το προσπαθήσουν όσοι τουλάχιστον το επιθυμούν ειλικρινά.