Ελλάδα

Βάσεις 2020: Οι λόγοι για τα χαμηλά αποτελέσματα των υποψηφίων

Βάσεις 2020: Οι πολύ χαμηλές βαθμολογίες με βάση τις οποίες γίνεται η εισαγωγή σε κάποιο πανεπιστήμιο έδωσαν και φέτος την δυναμική τους παρουσία. Οι λόγοι που οδήγησαν σε ιστορικά χαμηλά περιγράφονται από τον εκπαιδευτικό αναλυτή Γιώργο Χατζηγέτα.

Για ακόμα μία χρονιά είχαμε το φαινόμενο κάποιος υποψήφιος να καταφέρνει να περνάει στο πανεπιστήμιο με πολύ χαμηλή βαθμολογία. Στην φετινή χρονιά υπήρξαν περιπτώσεις που η εισαγωγή έγινε με πραγματικά χαμηλούς βαθμούς από 0,6 έως 0,9, σχεδόν με λευκή κόλλα.

Αν φυσικά οι συγκεκριμένοι υποψήφιοι θα καταφέρουν να αντεπεξέλθουν στις πανεπιστημιακές σπουδές, αυτό εξαρτάται κατά πολύ από τους ίδιους και την προσπάθεια που θέλουν να καταβαλουν. Ωστόσο δεν είναι λίγοι αυτοί που εκφράζουν προβληματισμό για αυτές τις αποδώσεις και προσπαθούν να τις αποκρυπτογραφήσουν.

Από τη στιγμή που βγήκαν τα αποτελέσματα των Πανελληνίων, οι εκπαιδευτικοί αναλυτές είχαν σταθεί στις επιπτώσεις του lockdown, λόγω του κορονοϊού. Φαίνεται, όμως, πως αυτή δεν ήταν η μοναδική αιτία που οδήγησε τις Βάσεις 2020 στα ιστορικά χαμηλά

Ο εκπαιδευτικός αναλυτής, Γιώργος Χατζητέγας, εξηγεί στην εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος” τα τρία βασικά αίτια που οι βάσεις φέτος οδηγήθηκαν σε κατακόρυφη πτώση:

Πανδημία

Η εκπαιδευτική διαδικασία από την άνοιξη και μετά αποδιοργανώθηκε. “Δημιουργήθηκε ένα χάσμα μεταξύ των μαθητών. Οι καλοί μαθητές έγιναν καλύτεροι και οι μέτριοι χειρότεροι”, αναφέρει ο κ. Χατζητέγας και συνεχίζει: “Τα αποτελέσματα των βάσεων έχουν ισχυρό το αποτύπωμα της φετινής συγκυρίας”. Η πτώση των βάσεων -σε μερικές περιπτώσεις με θεαματική βουτιά, όπως στις Ιατρικές- είχε προβλεφθεί από την ανακοίνωση των βαθμολογιών. Τα θέματα αντίστοιχης δυσκολίας με πέρσι στην πλειονότητά τους δυσκόλεψαν τους υποψηφίους, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν με πολύ χαμηλές βαθμολογίες. Εκπαιδευτικοί και γονείς έκαναν λόγο για μια δύσκολη χρονιά για τους μαθητές που έπρεπε σε δύο μήνες να εκπαιδευτούν στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση και για πρώτη φορά να συγκεντρωθούν στη μελέτη και στην επανάληψη χωρίς την άμεση επαφή με τον καθηγητή.

Χαμηλός ανταγωνισμός

Η πανδημία ναι μεν ενέτεινε το πρόβλημα, αυτό όμως υπήρχε ήδη. Οπως εξηγεί ο κ. Χατζητέγας, ο αυξημένος αριθμός εισακτέων τα τελευταία χρόνια αλλά και το πολλαπλό σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια εξαλείφουν τον ανταγωνισμό. “Αν δεν κανείς τα νούμερα από τα Γενικά Λύκεια, το 90% των υποψηφίων περνάει στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (σ.σ.: από τους 69.000, οι 60.000 πέτυχαν την εισαγωγή τους). Στις σχολές που παρατηρήθηκαν ακραίες χαμηλές επιδόσεις, οι θέσεις ήταν περισσότερες των υποψηφίων”, σημειώνει. Αυτό σύμφωνα με τον εκπαιδευτικό αναλυτή μειώνει τον ανταγωνισμό και την προσπάθεια.

Διαφορετικά συστήματα εισαγωγής

Παράλληλα, οι πολλαπλοί τρόποι εισαγωγής στο πανεπιστήμιο δημιουργούν φοιτητές πολλαπλών ταχυτήτων. Οι υποψήφιοι φέτος διαγωνίστηκαν με το νέο σύστημα, το παλιό σύστημα, με το 10%, με πανελλαδικές μέσω ΕΠΑΛ πετυχαίνοντας την ίδια σχολή με διαφορετικές επιδόσεις ο καθένας. “Υπάρχουν στρεβλώσεις, οι οποίες ήρθε η ώρα να εξαλειφθούν”, αναφέρει ο κ. Χατζητέγας και συνεχίζει: “Το σύστημα είναι φερέγγυο, όμως ο πολλαπλός διαγωνισμός οδηγεί σε αυτά τα φαινόμενα. Δεν μπορεί να μπαίνει μαθητής με βαθμό 3 στο Μαθηματικό”.