Τις αντιθέσεις ανάμεσα «στο κυβερνητικό σχέδιο που οδηγεί σε νέα χρεοκοπία» και «την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ που κινείται σε ριζικά διαφορετική κατεύθυνση, εκκινεί από την ανάγκη άμεσης στήριξης της κοινωνίας -όχι αύριο, αλλά σήμερα» υπογραμμίζει σε άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα» ο βουλευτής Μεσσηνίας και εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Χαρίτσης.
Εξαπολύοντας σφοδρή επίθεση στην κυβέρνηση Μηστοτάκη που «οδήγησε ήδη μια φορά τη χώρα στη χρεοκοπία», και «αν την αφήσουμε, θα την οδηγήσει εκ νέου» θέτει το ερώτημα «με ποιον τρόπο θα βγούμε όρθιοι από αυτήν την πρωτοφανή συνθήκη της εγχώριας αναζωπύρωσης της πανδημίας και της ύφεσης», υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά: «Η απάντηση δεν μπορεί να είναι “business as usual”».
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει κατηγορηματικά: «Αντί να επενδύσει στην αναζήτηση μίας θετικής διεξόδου, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κατασπατάλησε την παρακαταθήκη που είχε διασφαλίσει η συλλογική υπευθυνότητα της περιόδου του lockdown. Όχι μόνο δεν προχώρησε στην απαραίτητη ενίσχυση του ΕΣΥ αλλά πορεύτηκε σε κρίσιμα ζητήματα -όπως στο άνοιγμα του τουρισμού – με επικίνδυνη προχειρότητα.
Την ίδια στιγμή, φάνηκε να εκλαμβάνει την κρίση ως ευκαιρία για να αναδιοργανώσει την οικονομία σε βάρος των εργαζομένων και της μεσαίας τάξης. Αυτό καταδεικνύουν η εμμονή της να μην στηρίξει την εργασία αλλά την αναστολή της, να μην ενισχύσει με απευθείας ρευστότητα της μικρομεσαίες επιχειρήσεις, να μην στηρίξει εντέλει εμπροσθοβαρώς την οικονομία, παρόλο που είχε τη δυνατότητα, λόγω και του «μαξιλαριού ασφαλείας» που δημιούργησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ».
Μάλιστα, επισημαίνει ότι «η λογική αυτή είναι ακόμα πιο εμφανής στην έκθεση Πισσαρίδη, που δεν παραπέμπει σε ένα συνεκτικό πρόγραμμα κοινωνικής ανασύνταξης, αλλά σε περισσότερους φόρους για την πλειοψηφία και φοροελαφρύνσεις για τους λίγους, μείωση του κόστους εργασίας, ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης».
Αντιπαραθέτει, δε, πως «η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ εκκινεί από την ανάγκη άμεσης στήριξης της κοινωνίας», σημειώνοντας: «Μόνο η αποφασιστική κρατική παρέμβαση μπορεί να στηρίξει ουσιαστικά τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, να προστατεύσει την εργασία και το εισόδημα των πολιτών, και τελικά να μετριάσει την αναπόφευκτη ύφεση». Και καταλήγει στην ανάγκη «να διαμορφώσουμε τους όρους για ένα καλύτερο, δίκαιο αύριο για όλους».