Απλοποιείται ακόμη περισσότερο η περιβαλλοντική αδειοδότηση για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από απόφαση του υπουργού, Κωστή Χατζηδάκη, με την οποία κατατάσσονται περισσότερες κατηγορίες έργων στο απλούστερο καθεστώς αδειοδότησης με βάση τις Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις. Η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΦΕΚ Β 3291/6 Αυγούστου 2020) και προβλέπει μεταξύ άλλων ότι:
Για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς:
- Απαλλάσσονται πλέον από περιβαλλοντική αδειοδότηση οι σταθμοί ισχύος μέχρι 1MW (ενώ μέχρι πρότινος το όριο ήταν στα 0,5MW),
- Υπάγονται πλέον στην «ελαφρότερη» κατηγορία των ΠΠΔ οι σταθμοί με εγκατεστημένη ισχύ από 1 MW έως 10 MW (αντί του μέχρι πρότινος ορίου 2 MW).
Στους αιολικούς σταθμούς αντίστοιχα, υπάγονται σε ΠΠΔ οι σταθμοί με εγκατεστημένη έως 10 MW (αντί 5 ΜW). Επιπλέον, για πρώτη φορά κατατάσσονται περιβαλλοντικά τα έργα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας όταν εγκαθίσταται σε σταθμό ΑΠΕ, καθώς ορίζεται ότι υποχρεωτικά «ακολουθούν» την υποκατηγορία του κυρίως έργου. Όπως σημειώνει το ΥΠΕΝ, η ανάγκη για τροποποίηση της ισχύουσας υπουργικής απόφασης προέκυψε σε συνέχεια της ψήφισης του περιβαλλοντικού νόμου (Ν.4685/2020), με τον οποίο θεσπίστηκε η αντικατάσταση της Άδειας Παραγωγής ΑΠΕ με τη Βεβαίωση Παραγωγού.
Καθώς η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) αναμένεται να εκδώσει σε σύντομο χρονικό διάστημα πλήθος Βεβαιώσεων, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διευκολύνσεις και στην περιβαλλοντική αδειοδότηση που είναι η επόμενη αδειοδοτική φάση. H αρμόδια Ομάδα Εργασίας του ΥΠΕΝ υπό την Γενική Γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Αλεξάνδρα Σδούκου, εξάλλου, εργάζεται εντατικά για την απλοποίηση της Άδειας Εγκατάστασης που είναι ο επόμενος κρίκος της αδειοδοτικής «αλυσίδας».
Τελικός στόχος του υπουργείου είναι η ριζική μείωση του χρόνου αδειοδότησης ενός έργου ΑΠΕ στα δυο χρόνια κατά μέσο όρο (από 5-7 που είναι σήμερα), με την θέσπιση όλων των απαιτούμενων ρυθμίσεων έως το τέλος του τρέχοντος έτους. Κάτι που αποτελεί προαπαιτούμενο για την επίτευξη των στόχων του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα και την ταχεία αύξηση του ποσοστού των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.
Τι είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας:
Οι ΑΠΕ ή ήπιες μορφές ενέργειας ή νέες πηγές ενέργειας ή πράσινη ενέργεια είναι μορφές εκμεταλλεύσιμης ενέργειας που προέρχονται από διάφορες φυσικές διαδικασίες, όπως ο άνεμος, η γεωθερμία, η κυκλοφορία του νερού και άλλες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ως ενέργεια από ανανεώσιμες μη ορυκτές πηγές θεωρείται η αιολική, ηλιακή, αεροθερμική, γεωθερμική, υδροθερμική και ενέργεια των ωκεανών, υδροηλεκτρική, από βιομάζα, από τα εκλυόμενα στους χώρους υγειονομικής ταφής αέρια, από αέρια μονάδων επεξεργασίας λυμάτων και από βιοαέρια.
Ο όρος «ήπιες» αναφέρεται σε δυο βασικά χαρακτηριστικά τους. Καταρχάς, για την εκμετάλλευσή τους δεν απαιτείται κάποια ενεργητική παρέμβαση, όπως εξόρυξη, άντληση ή καύση, όπως με τις μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενες πηγές ενέργειας, αλλά απλώς η εκμετάλλευση της ήδη υπάρχουσας ροής ενέργειας στη φύση. Δεύτερον, πρόκειται για «καθαρές» μορφές ενέργειας, πολύ «φιλικές» στο περιβάλλον, που δεν αποδεσμεύουν υδρογονάνθρακες, διοξείδιο του άνθρακα ή τοξικά και ραδιενεργά απόβλητα, όπως οι υπόλοιπες πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούνται σε μεγάλη κλίμακα. Έτσι θεωρούνται από πολλούς μία αφετηρία για την επίλυση των οικολογικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Γη.
Ως «ανανεώσιμες πηγές» θεωρούνται γενικά οι εναλλακτικές των παραδοσιακών πηγών ενέργειας (π.χ. του πετρελαίου ή του άνθρακα), όπως η ηλιακή και η αιολική. Ο χαρακτηρισμός «ανανεώσιμες» είναι κάπως καταχρηστικός, αφού ορισμένες από αυτές τις πηγές, όπως η γεωθερμική ενέργεια, δεν ανανεώνονται σε κλίμακα χιλιετιών. Σε κάθε περίπτωση οι ΑΠΕ έχουν μελετηθεί ως λύση στο πρόβλημα της αναμενόμενης εξάντλησης των (μη ανανεώσιμων) αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων. Τελευταία, από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και από πολλά μεμονωμένα κράτη, υιοθετούνται νέες πολιτικές για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που προάγουν τέτοιες εσωτερικές πολιτικές και για τα κράτη μέλη. Οι ΑΠΕ αποτελούν τη βάση του μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης της πράσινης οικονομίας και κεντρικό σημείο εστίασης της σχολής των οικολογικών οικονομικών, η οποία έχει κάποια επιρροή στο οικολογικό κίνημα.