Οικονομία

«Βουτιά» της απόδοσης του 5ετούς ελληνικού ομολόγου στο 0,234%

Μεγάλη πτώση στην απόδοση του 5ετούς ελληνικού ομολόγου

Επιβεβαίωσαν για ακόμη μία φορά τον τίτλο του νέου «ασφαλούς επενδυτικού καταφυγίου» τα ελληνικά ομόλογα χθες, σημειώνοντας νέα ρεκόρ, καθώς οι επενδυτές στράφηκαν μακριά από το ρίσκο, εν μέσω ανησυχιών για την αύξηση των νέων κρουσμάτων του κορωνοϊού διεθνώς και λόγω των συνεχιζόμενων πολιτικών εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Αν και οι ελληνικοί τίτλοι δεν αξιολογούνται με «επενδυτική βαθμίδα», έχουν αποδείξει ότι οι αγορές τούς αντιμετωπίζουν σαν να κατέχουν αυτό το «ορόσημο», καθώς το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου –όπως αυτό αποτυπώνεται στην απόδοση των 10ετών ομολόγων– έχει σημειώσει «βουτιά» της τάξης του 75% από τα μέσα Μαρτίου, φλερτάροντας με τα ιστορικά χαμηλά του 0,92% που σημειώθηκαν τον Φεβρουάριο.

Σύμφωνα με την εφημερίδα “Καθημερινή”α γερμανικά ομόλογα καθώς και τα περισσότερα ομόλογα της περιφέρειας της Ευρωζώνης κατέγραψαν χθες σημαντικό ράλι λόγω αυτής της στροφής των επενδυτών προς την «ασφάλεια», με το ελληνικό 5ετές να ξεχωρίζει, καθώς η απόδοσή του βρέθηκε σε νέο ιστορικό χαμηλό, στο 0,234%, με πτώση της τάξης του 14%. Μικρή βελτίωση σημείωσε παράλληλα το 10ετές ελληνικό ομόλογο, με την απόδοση να διαμορφώνεται στο 1,03%, ενώ το spread κινήθηκε στις 158 μονάδες βάσης.

Αξίζει να σημειωθεί πως το ελληνικό 5ετές είναι περίπου 50%… φθηνότερο από το αντίστοιχο ιταλικό (απόδοση 0,46%),  παρά το γεγονός ότι η Ιταλία έχει έως τώρα λάβει τη μερίδα του λέοντος σε ό,τι αφορά την υποστήριξη της ΕΚΤ. Σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ομόλογα, η ΕΚΤ αυτή τη στιγμή κατέχει τίτλους ύψους 9,95 δισ. ευρώ ή περίπου το 13,5% των ελληνικών ομολόγων σε κυκλοφορία, καθώς το διάστημα Ιουνίου – Ιουλίου αγόρασε ελληνικά ομόλογα αξίας 5,256 δισ. ευρώ μετά τα 4,69 δισ. ευρώ που έχει αγοράσει έως τα τέλη Μαΐου.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, στα «όπλα» των ελληνικών ομολόγων τοποθετείται το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει ένα υψηλό ταμειακό απόθεμα, έχει ένα ευνοϊκό προφίλ χρέους και χαμηλό κόστος χρηματοδότησης, ενώ διατηρεί την παρουσία της στις αγορές (με την επόμενη «έξοδο» να αναμένεται στις αρχές του φθινοπώρου).