Στην καρδιά της μακεδονικής γης και τα περίφημα βοσκοτόπια της, στα Κουφάλια Θεσσαλονίκης, έχει τις εγκαταστάσεις της η μεγαλύτερη γαλακτοβιομηχανία στη Βόρεια Ελλάδα, η ΜΕΒΓΑΛ. Η γεωγραφική της θέση της δίνει το πλεονέκτημα να συλλέγει καθημερινά από 500 περίπου φάρμες τη μεγαλύτερη ποσότητα φρέσκου γάλακτος των γειτονικών περιοχών και να το μεταποιεί άμεσα στις εγκαταστάσεις της.
Η φρεσκάδα και η υψηλή ποιότητα της πρώτης ύλης αποτυπώνεται στα τελικά προϊόντα της: Φρέσκο παστεριωμένο γάλα, Γάλα υψηλής παστερίωσης, Γιαούρτια Ευρωπαϊκού και Παραδοσιακού τύπου, Τυροκομικά Προϊόντα, Επιδόρπια και ρυζόγαλο, ζελέ και κρέμες γάλακτος. Νόστιμα και υγιεινά προϊόντα που ταξιδεύουν καθημερινά σε χιλιάδες σημεία πώλησης στην Ελλάδα και σε περισσότερες από 30 χώρες στο εξωτερικό.
H εταιρεία απασχολεί περίπου 650 εργαζόμενους στα Κουφάλια, καθώς και σε άλλες περιοχές (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική, Κατερίνη, Ξάνθη, Ηράκλειο, Χανιά κ.α. ), συνεργάζεται με εκατοντάδες ντόπιους προμηθευτές, και εκτός από τη στήριξη των Ελλήνων κτηνοτρόφων, έχει αναπτύξει μακρόχρονες οικονομικές συνεργασίες με πλήθος τοπικών φορέων αποτελώντας ισχυρό μοχλό επιχειρηματικότητας στη Βόρεια Ελλάδα, από το 1950 που είναι η χρονολογία της ίδρυσής της.
Οι έννοιες υγιεινή διατροφή, υψηλή ποιότητα, παράδοση, άριστη πρώτη ύλη, σύγχρονη τεχνολογία, καινοτομία αλλά και πίστη στον άνθρωπο έχουν ταυτιστεί απόλυτα με τη ΜΕΒΓΑΛ. Μια ποικιλία 170 αγνών και αυθεντικών προϊόντων, φτιαγμένων με φροντίδα και μεράκι από έμπειρους ανθρώπους που αγαπούν τη δουλειά τους, ξεκινούν καθημερινά από τη Μακεδονία, για να συμπληρώσουν το καθημερινό τραπέζι χιλιάδων καταναλωτών, και κάνουν πράξη το σύνθημα «ΜΕΒΓΑΛ. Το γάλα είναι η ζωή μας»
Στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια, λίγο μετά την κατοχή, ο Κωνσταντίνος Χατζάκος, προερχόμενος από οικογένεια προσφύγων με μακριά παράδοση και βαθιές ρίζες στη γαλακτοκομία αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί στον τομέα του γάλακτος.
H σύσταση της ΜΕΒΓΑΛ το 1950 έρχεται σαν φυσική κατάληξη της οικογενειακής παράδοσης και έκτοτε ξεκινάει μια μεγάλη ιστορία επιτυχίας. Αρχικά η εταιρεία στεγάζεται σε νοικιασμένο κτίριο στα Κουφάλια, μια κατεξοχήν κτηνοτροφική περιοχή, γνωστή για το άριστο γάλα της. Η επιλογή της συγκεκριμένης γεωγραφικής θέσης όπου συγκεντρώνεται το 67% της παραγωγής αγελαδινού γάλακτος της Ελλάδας, αποδείχθηκε σοφή, καθώς όλες οι φάρμες βρίσκονται πολύ κοντά στις εγκαταστάσεις της ΜΕΒΓΑΛ και η εγγύτητα αυτή εξασφαλίζει την ταχύτερη εισκόμιση πρώτης ύλης στο εργοστάσιο, την αμεσότητα στην επεξεργασία και τη φρεσκάδα στο τελικό προϊόν. Από την αρχή αναπτύχθηκαν ισχυροί δεσμοί, τόσο με την τοπική κοινωνία αλλά κυρίως με τους κτηνοτρόφους- παραγωγούς πρόβειου και αγελαδινού γάλακτος που συνεργάστηκαν και εξακολουθούν να συνεργάζονται με την εταιρεία, ο αριθμός των οποίων σήμερα πλησιάζει τους 1000.
Τα πρώτα χρόνια η εταιρεία επικεντρώνεται στη συλλογή του γάλακτος και στη μεταποίησή του σε φέτα και κίτρινα τυριά και πολύ σύντομα το μικρό κτίριο, όπου λειτουργούσε το τυροκομείο, δεν «χωράει» τις ανάγκες που συνεχώς αυξάνονται. Το 1967 η ΜΕΒΓΑΛ μεταφέρεται σε νέες εγκαταστάσεις, στο χώρο όπου λειτουργεί και σήμερα. Το εργοστάσιο εξοπλίζεται με τα πιο σύγχρονα μηχανήματα, αγορασμένα από ευρωπαϊκές χώρες και ξεκινάει η παραγωγή σε βιομηχανικό επίπεδο αλλά με παραδοσιακές συνταγές.
Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ο Κωνσταντίνος Χατζάκος αποφάσισε να ασχοληθεί με αυτό που ήξερε καλύτερα, το γάλα, στήνοντας μία μικρή μονάδα παραγωγής τυριών, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το όνειρό του θα εξελισσόταν σε μια ισχυρή και καινοτόμα εταιρεία διεθνούς εμβέλειας που εξακολουθεί να καινοτομεί και να αναπτύσσεται.
Το 1967, η ΜΕΒΓΑΛ, μεταφέρεται σε ένα νέο εργοστάσιο υψηλών προδιαγραφών. Το εργοστάσιο εξοπλίζεται με τα πιο σύγχρονα μηχανήματα, αγορασμένα από ευρωπαϊκές χώρες και ξεκινάει η παραγωγή σε βιομηχανικό επίπεδο αλλά με παραδοσιακές συνταγές. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1971, ξεκινά η διάθεση φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος σε πλαστική φιάλη. Το προϊόν αυτό υποδέχεται με θέρμη η αγορά κι έτσι η ΜΕΒΓΑΛ, προχωρά το 1974 στην κυκλοφορία παραδοσιακού γιαουρτιού ενώ τέσσερα χρόνια μετά, το 1978, ξεκινά την παραγωγή ευρωπαϊκού τύπου γιαουρτιού σε ασηπτική συσκευασία.
Τα χρόνια περνούν, η ΜΕΒΓΑΛ αυξάνει τα μεγέθη της και το 1984, ακολουθώντας τις επιταγές της εποχής, κυκλοφορεί στην αγορά το φρέσκο παστεριωμένο γάλα στη νέα συσκευασία Tetrapak. Την επόμενη χρονιά, το 1985, η ΜΕΒΓΑΛ, ξεκινά τις εξαγωγές και λίγο αργότερα, το 1989, γίνεται η πρώτη εταιρία που παράγει συσκευασμένη φέτα στην αγορά, ένα προϊόν που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία.
Ακολουθώντας τη «μόδα» των καιρών που ήθελε τη διατροφή να περιλαμβάνει ολοένα και πιο θρεπτικά αλλά και φυσικά προϊόντα για όσους προσέχουν τη σιλουέτα τους, η ΜΕΒΓΑΛ, λανσάρει πρώτη το 1992, γιαούρτι με περιέκτη, το Duettino, με δημητριακά ή μέλι-καρύδι και fitline φρυγανίτσες μελιού.
Στο ίδιο δρόμο της υγιεινής διατροφής, η ΜΕΒΓΑΛ, λανσάρει επίσης πρώτη το 1998, προϊόντα χωρίς χοληστερίνη από φρέσκο άπαχο αγελαδινό γάλα, τη σειρά Vita. Το 2002, η εταιρία λανσάρει τη σειρά γιαουρτιών Dolce με κομμάτια σοκολάτας και το 2003, συνεργάζεται με τη Μακεδονική Φάρμα για τη διανομή φρέσκου γάλακτος και γιαουρτιού «Αγρόκτημα Βραχιάς». Η δραστήρια εταιρία ωστόσο δεν επαναπαύεται και έτσι, το 2004 εξαγοράζει και λειτουργεί την τυροκομική μονάδα Εβρογάλ. Δύο χρόνια μετά, το 2006, πιστοποιείται με το πρότυπο συμμόρφωσης για Μη Γενετικά Τροποποιημένα, παραμένοντας πιστή στην υπόσχεση υψηλής ποιότητας που έδωσε στους πελάτες της.
Στο δρόμο των διαρκών επενδύσεων και της ανάπτυξης, η ΜΕΒΓΑΛ, το 2010, κατασκευάζει γραμμή παραγωγής και συσκευασίας γάλακτος υψηλής παστερίωσης προκειμένου να λανσάρει στην αγορά νέα, καινοτόμα προϊόντα. Κάτι που συμβαίνει μόλις δύο χρόνια μετά, το 2012, όταν κυκλοφορεί γαλακτοκομικά προϊόντα με τη γλυκαντική ουσία στέβια, μια «μόδα», που έμελλε στην πορεία να ακολουθήσουν και πολλές άλλες εταιρίες. Ο νέος δρόμος που άνοιξε για τη ΜΕΒΓΑΛ, με τα προϊόντα υγιεινής διατροφής, συνεχίστηκε και το 2015, με την παραγωγή των υπερτροφών Harmony, που επίσης έγιναν δεκτά με ενθουσιασμό από την αγορά.
Την ανοδική πορεία της εταιρίας ΜΕΒΓΑΛ, σημαδεύει η αποχώρηση του Κωνσταντίνου Χατζάκου από το «τιμόνι» το 1998 για λόγους υγείας. Ένας παθιασμένος άνθρωπος που ενέπνευσε πολλούς να ακολουθήσουν το όραμά του, ο Χατζάκος, τα 48 χρόνια που βρισκόταν στην ηγεσία της εταιρίας κατόρθωσε με την εργατικότητά του να καθιερώσει τη ΜΕΒΓΑΛ ως τη μεγαλύτερη γαλακτοβιομηχανία της Βόρειας Ελλάδας και μια από τις τρεις μεγαλύτερες σε όλη τη χώρα.