Οι εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας στη σκιά της πανδημίας είναι αυτές που όλοι αντιλαμβάνονται ακόμα και αν δεν παρακολουθούν ειδήσεις και δεν διαβάζουν οικονομικές αναλύσεις. Αρκεί αυτό που βιώνει ο καθένας ανεξαρτήτως του τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται επαγγελματικά και οι συζητήσεις που κάνει με γνωστούς και φίλους από άλλα πεδία.
Είτε πρόκειται για ιδιωτικούς υπαλλήλους είτε για αυτοαπασχολούμενους είτε για επιχειρηματίες κάποιου μεγέθους όλοι νοσούν από τον κορωνοϊό σε ό,τι αφορά στις οικονομικές επιπτώσεις. Ασυμπτωματικοί στην οικονομία δεν υπάρχουν. Πολλοί περνούν την νόσο βαριά, αρκετοί είναι διασωληνωμένοι, ουκ ολίγοι καταλήγουν, ελάχιστοι έχουν επί του παρόντος ελαφρά συμπτώματα και προσπαθούν να αποφύγουν την υποτροπή, πολύ λίγοι έχουν ανοσία.
Από Σεπτέμβριο που θα γίνει το «ταμείο» σε κλάδους όπως ο τουρισμός, που αντιστοιχεί σε ποσοστό πάνω από 30% του ΑΕΠ μαζί με τους συμπληρωματικούς τομείς, απασχολεί εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους και ο οποίος αναμένεταινα καταγράψει απώλειες περίπου 70%, η Ελλάδα θα είναι μία άλλη χώρα. Αυτό δεν έχει να κάνει με τους κυβερνητικούς χειρισμούς. Αντιθέτως η διαχείριση που έγινε από την κυβέρνηση ήταν από τις καλύτερες διεθνώς και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, λόγω του ελέγχου των υγειονομικών επιπτώσεων, η Ελλάδα να θεωρείται πιο ασφαλής τουριστικός προορισμός από τους ανταγωνιστές της.
«Ο κορωνοϊός έχει χτυπήσει οικονομικά τους εργαζομένους στην Ευρώπη»
Και όμως αυτό δεν φθάνει. Γιατί μπορεί πολλοί από αυτούς που θα ταξιδέψουν να προτιμήσουν την Ελλάδα, αλλά δυστυχώς δεν είναι πολλοί αυτού που θα ταξιδέψουν. Ο κορωνοϊός έχει χτυπήσει οικονομικά εξίσου τους εργαζομένους στην Ευρώπη, το ίδιο και ο φόβος. Η κατάσταση ξεπερνά τις δυνατότητες διαχείρισης οποιασδήποτε κυβέρνησης, οποιασδήποτε χώρας, παρότι τα εθνικά κράτη ανταποκρίθηκαν καλύτερα από τους διεθνείς οργανισμούς. Αυτό, χώρες όπως τη δική μας την έσωσε από την υγειονομική καταστροφή, δεν σώζει όμως την οικονομική παρτίδα.
Οι διαπραγματεύσεις στην εν εξελίξει Σύνοδο Κορυφής στην ΕΕ για το Ταμείο Ανάκαμψης μπορεί να καταλήξουν σε θετικό αποτέλεσμα και για το ύψος του συνολικού πακέτου και για τα χρήματα που θα πάρει η Ελλάδα και για τους όρους θα τα συνοδεύουν. Είναι σαφές όμως ότι ενώ αυτή η τεράστια χρηματοδοτική ενίσχυση μπορεί να αποτελέσει εργαλείο και όχημα για την αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας και την αλλαγή παραγωγικού μοντέλου στη χώρα, αυτό αφορά σε μεσο – μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Το φθινόπωρο η κατάσταση στην αγορά θα θυμίζει Λιβύη και Συρία μαζί.
«Έρχεται η μεγαλύτερη ύφεση από τον Β’ ΠΠ»
Ακόμα και αυτό ωστόσο τελεί υπό την αίρεση της εξέλιξης της πανδημίας. Αν αυτό που φαίνεται τώρα, κάτι μεταξύ πρώτου κύματος που αναζωπυρώνεται και δεύτερου κύματος που έρχεται πριν τελειώσει το πρώτο, επιδεινωθεί, τότε θα μιλάμε για κλασικό παράδειγμα του γνωστού αφορισμού ότι «τα πράγματα δεν είναι ποτέ τόσο άσχημα για να μην μπορούν να γίνουν χειρότερα». Αυτά που αναφέρονται σε αυτό το κείμενο δεν είναι θεωρητική συζήτηση. Είναι αυτό που γνωρίζουν στο κυβερνητικό επιτελείο ότι έρχεται και ψάχνουν επειγόντως τρόπο να το διαχειριστούν.
Πολιτικά είναι όντως άδικο ότι καλούνται να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις μίας κατάστασης για την οποία δεν ευθύνονται και μάλιστα για την οποία έκαναν περισσότερα και με μεγαλύτερη επιτυχία απ’ ό,τι άλλοι σε άλλες χώρες με περισσότερα μέσα, αλλά η πολιτική αρκετές φορές δεν είναι δίκαιη. Το θέμα παραμένει ότι αυτό που φάνηκε από την αρχή της πανδημίας, μία κρίση με ολωσδιόλου ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, πλέον εμφανίζει όλο και πιο καθαρά τις πραγματικές του διαστάσεις. Όπως το περιέγραψαν πολλοί οικονομολόγοι και ηγέτες κρατών συμπεριλαμβανομένου του Έλληνα πρωθυπουργού, «έρχεται η μεγαλύτερη ύφεση από τον Β’ ΠΠ».
Η Ελλάδα υπέστη ακριβώς αυτό ήδη μία φορά την τελευταία δεκαετία λόγω Μνημονίου καθώς η μείωση του ΑΕΠ της ήταν πρωτοφανής για περίοδο ειρήνης και έχει συμβεί μόνο πόλεμο. Τώρα βρίσκεται αντιμέτωπη για δεύτερη φορά με ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Οπότε η Ελλάδα θα πρέπει να προετοιμάζεται για ένα δεύτερο «πόλεμο» – που ήδη έχει ξεκινήσει – και πιθανώς για έναν τρίτο ταυτόχρονα, κανονικό, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε τι έχουν προαναγγείλει οι Τούρκοι ότι θα κάνουν και πως έχει προειδοποιήσει η χώρα μας ότι θα αντιδράσει. Αν η Ελλάδα καταφέρει να ανταπεξέλθει σε όλα αυτά τότε όντως δικαιώνεται το γνωστό εμβατήριο ότι «ποτέ δεν πεθαίνει» ή στη πιο σύγχρονη εκδοχή ότι είναι «πολύ σκληρή για να πεθάνει».