Σήμερα ο ψηλότερος άνθρωπος στον κόσμο είναι ο Σουλτάν Κοσέν της Τουρκίας, που έχει ύψος 2,51 μέτρα. Στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρξε ένας Έλληνας από την περιοχή του Πόντου, ο οποίος, αν ζούσε σήμερα, θα είχε καταγραφεί στο βιβλίο ρεκόρ Γκίνες μιας και είχε ύψος 2,33 μέτρων. Μέχρι και ο πασίγνωστος Γάλλος μυθιστοριογράφος Ιούλιος Βερν, είχε κάνει αναφορά για τον Έλληνα “γίγαντα”της εποχής. Έτσι τον χαρακτήριζαν οι ξένες εφημερίδες που είχαν μάθει την ύπαρξή του.
Σύμφωνα με τις ελληνικές εφημερίδες, το όνομά του ήταν «Αμηνάτης ή μάλλον Όμηρος Σπυρίδωνος Τιγκίτζογλου», όπως έγραφε η ελληνική εφημερίδα Κωνσταντινούπολις στο υπ’ αριθμ. 134 φύλλο της το έτος 1886. Πάντως, στον αμερικάνικο τύπο αναφερόταν ως Amanab.Γεννήθ
Όπως αναφέρει το pontos-news.gr, ο Όμηρος Σπυρίδωνος Τιγκίτζογλου γεννήθηκε το 1868 σ’ ένα μικρό χωριό κοντά στην Κερασούντα. Σε ηλικία 18 ετών το ύψος του έφτανε τα 2,33 μέτρα, ενώ με σηκωμένα τα χέρια το ανάστημά του έφτανε μέχρι τα 3 μ. Το βάρος του ήταν 136 οκάδες (ή 174 με 175 κιλά). Η μεγάλη ανάπτυξη του σώματός του έγινε μεταξύ 13 και 16 ετών.
Ο ίδιος όχι απλά ντρεπόταν για το μεγάλο του ύψος, αλλά θεωρούσε τον εαυτό του καταραμένο από τον Θεό, γι’ αυτό και στην εφηβεία του απομονώθηκε από τον υπόλοιπο κόσμο και ζούσε μόνος του σε φτωχική καλύβα κάτω από άθλιες συνθήκες. Άλλωστε οι συγχωριανοί του, αλλά ακόμη και τα μέλη της οικογένειάς του, τον αποστρέφονταν και τον αντιμετώπιζαν σαν τέρας.
Η τύχη του άλλαξε πρόσκαιρα όταν τον ανακάλυψαν τυχαία οι αδελφοί Σουρμελή από την Κερασούντα. Ας μην βιαστούμε όμως να θεωρήσουμε ότι η ζωή του άλλαξε απαραίτητα προς το καλύτερο.
Ο Τιγκίτζογλου γνώρισε βέβαια παγκόσμια δημοσιότητα μέσα από τα δημοσιεύματα των εφημερίδων, όμως η όποια «καριέρα» του εξαντλήθηκε στο να περιφέρεται σε διάφορες πόλεις σαν αξιοπερίεργο θέαμα. Στις αρχές του 1886 βρέθηκε στη Ρωσία επισκεπτόμενος πόλεις όπως το Ταϊγάνι, το Χάρκοβο, η Μόσχα, η Πετρούπολη κ.ά., όπου οι κάτοικοι πλήρωναν εισιτήριο για να δουν από κοντά τον παράξενο «γίγαντα».
Πιστοποιητικό… επιβεβαίωσης του τεράστιου ύψους του νεαρού άνδρα εξέδωσε ακόμα και ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Γρηγόριος, τον οποίο επισκέφτηκε ο Αμηνάτης στις 21 Μαρτίου 1886.
«Πάντες τρέχουσι και σπουδάζουσι και θαυμάζουσι αυτόν» τηλεγραφούσε ο απεσταλμένος της εφημερίδας Κωνσταντινούπολις, ο οποίος όχι απλά «είδε και εμέτρησε αυτόν», σημειώνοντας ότι «τα γραφόμενά του δεν δύνανται να παράσχωσι ακριβή ιδέαν περί του γίγαντος τούτου», αλλά «πρέπει να τον ίδει τις και περιεργασθή λεπτομερώς». Ως προσωπικότητα πάντως περιγραφόταν «ευφυής και πνευματώδης, αγαθώτατος δε την καρδίαν και συμπαθής την μορφήν».
Αν και υπήρχε διάθεση περιοδείας του και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ωστόσο ο εξασθενημένος από τις στερήσεις και τις ταλαιπωρίες οργανισμός του Τιγκίτζογλου δεν άντεξε. Ο πανύψηλος Έλληνας πέθανε στη Ρωσία από φθίση περίπου ένα χρόνο μετά την έναρξη του ταξιδιού στη χώρα αυτή, όπως διαβάζουμε στο περ. Άστυ της 13ης Μαρτίου 1887.
Η αντιμετώπισή του ως κάτι αξιοπερίεργο, οδήγησε στη δημοσίευση απίστευτων λεπτομερειών για τις διαστάσεις του. Γράφτηκε ότι:
- η διάμετρος του θώρακά του έφτανε τα 1,41 μέτρα
- η περιφέρεια του κεφαλιού του ήταν 69 εκ.
- το πόδι του είχε μήκος 41 εκ.
- το πλάτος του στήθους του ήταν 57 εκ.
- η κνήμη του έφτανε τα 70 εκ.
- το μεσαίο δάχτυλό του (!) είχε μήκος 16 εκ. και πάχος 10,5 εκ.
- η περιφέρεια του τραχήλου του μετρήθηκε στα 46 εκ.
Αρκετά χρόνια αργότερα, στο μυθιστόρημά του Παράξενη διαθήκη (Le Testament d’un excentrique), ο Ιούλιος Βερν έκανε μια σύντομη αναφορά στον «Έλληνα Auvassab ύψους 2 μέτρων και 33 εκατοστών» στο πλαίσιο μιας σειράς αναφορών σε γιγαντόμορφους ανθρώπους, οι οποίοι είχαν ζήσει σε παλαιότερους αιώνες. Τα χαρακτικά που απεικονίζουν τον «Έλληνα γίγαντα» Αμηνάτη ή Όμηρο Τιγκίτζογλου δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα The Graphic στις 29 Μαΐου 1886 και στο Scientific American supplement στις 4 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά ο Έλληνας γίγαντας “χτυπήθηκε” από φυματίωση. Λέγεται ότι ένας συγγενής του τον μετέφερε στην πόλη Συμφερούπολη όπου έφυγε από τη ζωή τον Ιανουάριο του 1887 σε ηλικία 22 ετών. Το άψυχο κορμί του ήθελαν να το πάρουν έναντι κάποιων χρημάτων διάφορες ιατρικές σχολές για ερευνητικούς σκοπούς.
Ωστόσο ο συγγενής του τον μετέφερε στην Ελλάδα. Αφού πήρε άδεια από τις ρωσικές αρχές και ταρίχευσε το πτώμα το έφερε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1887. Όπως αναφέρει η εφημερίδα “Δημοκρατία” οι ελληνικές τελωνειακές αρχές ζητούσαν αρκετά χρήματα για τον εκτελωνισμό ενώ ο συγγενής ζητούσε να καλυφθούν τα έξοδα που είχε κάνει για την μεταφορά.
Λόγω του ότι κανείς δεν πλήρωνε το ξύλινο κιβώτιο με το πτώμα βρέθηκε ακουμπισμένο σε κάποια γωνιά της εισόδου του Πανεπιστημίου. Τελικά συστάθηκε επιστημονική επιτροπή επικεφαλής της οποίας ήταν ο αρχίατρος Ορνστάιν όπου αποφασίστηκε ότι ήταν σε προχωρημένη σήψη το πτώμα και δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί.
Έτσι το σώμα του Έλληνα γίγαντα τάφηκε, χωρίς να έχει γίνει γνωστό το μέρος της ταφής του.