Αν και η κυβέρνηση έριξε περί τα 17 δις ευρώ στην οικονομία από την έναρξη του lockdown και μετά, δεν πέτυχε ούτε να ανασχέσει ή έστω να περιορίσει την κρίση αλλά ούτε να βελτιώσει οποιαδήποτε οικονομικά μεγέθη.
Τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου επιβεβαιώνουν τις πιο αρνητικές προβλέψεις που είχαν γίνει στο ξεκίνημα της κρίσης του κορωνοϊού. Καθώς μάλιστα τα 17 δις ευρώ δεν είναι λίγα χρήματα, προκύπτει ότι η αποτυχία να συγκρατηθεί η αρνητική εξέλιξη, οφείλεται στον κακό σχεδιασμό και στην λάθος ιεράρχηση των μέτρων. Η κυβέρνηση από τη αρχή έδειξε ότι εκείνο που την ενδιέφερε ήταν να ενισχύσει τις πελατείες της όπως οι ιδιοκτήτες των ΙΕΚ -με την επιδότηση που εξελίχθηκε στο πρώτο μεγάλο σκάνδαλο της περιόδου- ή να εξαγοράσει την πολιτική στήριξη των ΜΜΕ με τα 20 εκατομμύρια ευρώ (τα οποία ακόμη δεν έχει δώσει παρότι ο πρωθυπουργός διαβεβαίωνε εδώ και μία εβδομάδα περί του αντιθέτου), που εξελίχθηκε στο δεύτερο σκάνδαλο.
Ίσως πιο χαρακτηριστικό είναι ότι η κυβέρνηση δίνει χρήματα μέσω επιδότησης ενοικίου σε μεγάλες εταιρείες αθλητικών ειδών -που κατά την διάρκεια της κρίσης αύξησαν τον τζίρο τους – ενώ αφήνει χωρίς ενίσχυση τους μικρομεσαίους του εμπορικού κόσμου. Παρομοίως δεν δίνονται δάνεια παρά τις διακηρύξεις με αποτέλεσμα οι μικρομεσαίοι κυριολεκτικά να ασφυκτιούν. Είναι παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι στόχος της κυβέρνησης είναι μία συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας με την επίκληση της υγειονομικής κρίσης με στόχο την ενίσχυση των μεγάλων εκμεταλλεύσεων ή και νέες συγκεντρώσεις. Το ότι αυτή η νεοφιλελεύθερη σύλληψή της θα έχει υφεσιακό αποτέλεσμα, της είναι αδιάφορο αρκεί να μπορέσει να το διαχειριστεί πολιτικά.
Προς τούτο κλιμακώνει τις επιθέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ με έναν γενικευμένο πόλεμο λάσπης. Η λογική είναι απλή: αν δεν μπορείς να κερδίσεις την ανοχή η συμφωνία του κόσμου στην πολιτική σου, διατηρείς χαμηλά τον πολιτικό αντίπαλο ασκώντας συνεχή πίεση και επιθέσεις μέσα από το σύστημα των καλοταϊσμένων μέσων ενημέρωσης. Κάπως έτσι οι μικρομεσαίοι έμποροι που είχαν στηρίξει Μητσοτάκη, βλέπουν ότι θα κλείσουν, αλλά τα μέσα ενημέρωσης προβάλλουν ότι «ο Νίκος Παππάς μίλησε για μαγαζιά στον Μιωνή».
Βεβαίως η οικονομία έχει την δική της λογική. Μπορεί το Μέγαρο Μαξίμου να ελέγξει το πολιτικό κλίμα απαξιώνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ -και με τον τρόπο αυτό να κρατήσει ικανοποιημένη και αδρανή την ακροδεξιά πτέρυγα υπό την ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά ακόμη και δίνοντας το μισό Αιγαίο– δεν θα αποτρέψει όμως την κοινωνική δυσαρέσκεια, όταν η ανεργία σκαρφαλώσει ξανά στο 25% και η ύφεση θα ξεπεράσει το 10%, όπως όλα δείχνουν.
Με την πολιτική της το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησής της -και πριν τον κορωνοϊό– η κυβέρνηση δημιούργησε τις προϋποθέσεις για αρνητική οικονομική εξέλιξη το 2020. Ακόμη και πρωτοετείς φοιτητές οικονομικών σχολών θα μπορούσαν να προβλέψουν ότι μειώνοντας την κατανάλωση των χαμηλότερων στρωμάτων -με την αναδιανομή προς όφελος των πλουσίων- θα δημιουργούσε υφεσιακό αποτέλεσμα -αλλά δεν μπόρεσαν να το δουν οι καθηγητές των οικονομικών σχολών και οι απόφοιτοι των πανάκριβων πανεπιστημίων του εξωτερικού που είναι στη ηγεσία της κυβέρνησης των αρίστων.
Στην συνέχεια τα 17 δις που διέθεσε δεν είχαν θετική επίδραση στην οικονομία. Με αυτά τα δεδομένα πού βασίζει την αισιοδοξία της για το 2021 η κυβέρνηση, όταν μάλιστα οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης δεν φαίνονται να βρίσκουν σύντομα τον δρόμο τους; Εκτός βέβαια από την ανάγκη της να διατηρεί ποσοστά στις δημοσκοπήσεις. Το μόνο που διαφαίνεται είναι ο κίνδυνος μακροχρόνιας ύφεσης.