Η ιστορία των επίπλων της οικογένειας Βαράγκη μετρά πάνω από 120 χρόνια, η οποία ξεκίνησε από την οδό Σόλωνος, επεκτάθηκε στα Βασιλικά Ανάκτορα και έφθασε μέχρι και το Κατάρ. Σήμερα η ιστορική επιπλοβιομηχανία απειλείται με ξαφνικό θάνατο, παρά το γεγονός ότι έχει φθάσει σε συμφωνία με τους πιστωτές, έχει βρει στρατηγικό επενδυτή και οι πωλήσεις της στο εξωτερικό, σύμφωνα με το management, ανθούν. Η απόρριψη της αίτησης επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης του Ιουνίου 2019 από το Πρωτοδικείο Θηβών, οδήγησε πριν από λίγες ημέρες στην κατάθεση νέας αίτησης επικύρωσης συμφωνίας με τον ίδιο στρατηγικό επενδυτή.
Η εταιρεία, σύμφωνα με ανακοίνωσή της στο Χρηματιστήριο την Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020 εκτιμά ότι «οι όροι της νέας συμφωνίας εξυγίανσης διασφαλίζουν την ανάκαμψη και τη βιωσιμότητα της επιχειρηματικής δραστηριότητάς της». Η συμφωνία, στην οποία, όπως και στην προηγούμενη, συναινεί άνω του 60% των πιστωτών, θα συζητηθεί από το αρμόδιο δικαστήριο στις 17 Σεπτεμβρίου 2020.
Ας δούμε όμως την ιστορία της ιστορικής επιπλοποιίας
Όλα ξεκίνησαν, το 1894, όταν ο Θεμιστοκλής Βαράγκης, Ανδριώτης στην καταγωγή, παιδί οκταμελούς οικογενείας, έρχεται στην Αθήνα για να βρει την τύχη του. Αποφασίζει να γίνει μαραγκός και παρακολουθεί μαθήματα στη Διπλάρειο Σχολή Επιπλοποιών. Την περίοδο εκείνη, η Αθήνα υποδέχεται τις νέες αισθητικές τάσεις, τα νέα ρεύματα, τις νέες απόψεις «περί τρόπου ζωής» που υπαγορεύει η γηραιά Ευρώπη.
Αρχές του 1900 και ο Θεμιστοκλής Βαράγκης μαζί με τον Δημήτρη Αθηναίο ανοίγουν στην γωνία Πινακωτών και Σόλωνος ένα πρότυπο εργαστήρι κατασκευής σύγχρονων ευρωπαϊκών επίπλων, που σε σύντομο χρονικό διάστημα θα εξελιχθεί σε ορόσημο της ποιότητας και της υψηλής αισθητικής. Η αναγνώριση των προσπαθειών τους θα έρθει 7 χρόνια μετά. Ο τότε Βασιλιάς Γεώργιος ο Α’ τους αναθέτει την επίπλωση των θερινών βασιλικών ανακτόρων στο Τατόι. Η φήμη τους φθάνει στα ύψη και όλη η αθηναϊκή ελίτ αρχίζει να ζητά τα έπιπλα τους και οι παραγγελίες διαδέχονται η μία την άλλη, ανεξάρτητα από την τιμή που ήταν υψηλή για την εποχή.
Τα χρόνια περνούν και το μικρό εργαστήρι των 60 τ.μ. δεν είναι αρκετό για να καλύψει την ζήτηση που ανεβαίνει συνεχώς και έτσι το 1917 δημιουργείται το πρώτο εργοστάσιο στην οδό Λεωνίδου στον Βοτανικό. Δεν είναι ούτε αυτό όμως αρκετό για να στεγάσει μια τόσο ανερχόμενη εταιρεία. Πέντε χρόνια αργότερα, το εργοστάσιο μεταφέρεται σε νέες εγκαταστάσεις στην Ιερά οδό 41 και παράλληλα τα ηνία της εταιρείας τα αναλαμβάνει η δεύτερη γενιά που μπαίνει δυναμικά στην επιχείρηση. Πρόκειται τον Δημήτρη Βαράγκη (παππού του σημερινού Δημήτρη Βαράγκη) και τον Νικόλαο Αθηναίο, και οι δύο παιδιά των ιδρυτών.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα ewood, έχοντας σπουδάσει αμφότεροι επιπλοποιοί στο Παρίσι, φέρνουν στην Ελλάδα μια νέα νοοτροπία και αισθητική αντίληψη για το έπιπλο, το οποίο έχει αρχίσει ήδη να αναγεννιέται και στα ευρωπαϊκά σαλόνια. Αυτό τους επιφυλάσσει μεγάλη αποδοχή από την υψηλή αθηναϊκή κοινωνία του μεσοπολέμου, που βεβαίως μεταφράζεται σε πωλήσεις. Η δεκαετία 1928 με 1937 είναι ορόσημο για την εταιρεία, αφού κερδίζει δύο φορές το χρυσό βραβείο στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης το 1928 και το 1931. Παράλληλα τα έπιπλα της εταιρείας έχουν ξεφύγει από την αθηναϊκή ελίτ και βρίσκονται πλέον στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία», στο «Ακροπόλ», στο Μέγαρο Σταθάτου, στου Ζόναρς, στη Παλιά Βουλή και στο Υπουργείο Εξωτερικών. Το 1937 ανοίγει η πρώτη έκθεση στην πλατεία Συντάγματος.
Ακολουθεί η δύσκολη περίοδος του πολέμου και της Κατοχής και όλες οι εταιρείες περνούν μια τραγική περίοδο συρρίκνωσης ή και αφανισμού. Η εταιρεία παρά τις αντίξοες συνθήκες κατάφερε να αντέξει και μετά την απελευθέρωση, μόλις η κατάσταση ομαλοποιείται, μπαίνει πάλι δυναμικά σε μια νέα εποχή. Μετά το θάνατο του Δημήτρη Βαράγκη το 1954, αναλαμβάνει την εταιρεία η τρίτη γενιά, ο Θεμιστοκλής Βαράγκης, γιος του Δημήτρη, και εγγονός του ιδρυτή Θεμιστοκλή. Η εταιρεία μετατρέπεται σε Ομόρρυθμη και αμέσως το 1960 σε Α.Ε και με όλο το εργατικό δυναμικό εκατό εργαζομένων, μεταφέρεται στην Πεύκη, σε ένα υπερσύγχρονο εργοστάσιο μοναδικό για την εποχή. Παράλληλα αλλάζει και η εμπορική πολιτική της εταιρείας.
Ο Θεμιστοκλής Βαράγκης που έχει σπουδάσει στην Αγγλία και γνωρίζει καλά από μάρκετινγκ, αποφασίζει τα έπιπλα του να μην αποτελούν προνόμιο μόνο μιας μικρής ελίτ, αλλά να μπουν και σε κάθε αστική οικογένεια. Οι τιμές εξακολουθούν να είναι ακριβές σε σχέση με τον ανταγωνισμό, προσιτές όμως για πολλούς. Αυτό είχε τεράστια επιτυχία αφού είδε τις πωλήσεις του να εκτοξεύονται!. Αλλάζει πάλι η νομική μορφή της εταιρείας και γίνεται η γνωστή μέχρι σήμερα, Βαράγκης ΑΒΕΠΕ Α.Ε. και προσβλέποντας στις διεθνείς αγορές ανοίγει στο Παρίσι το 1970 το πρώτο της κατάστημα στο εξωτερικό.
Το 1972, μετά από μια ανεξέλεγκτη φωτιά που ξέσπασε στο εργοστάσιο στη Πεύκη, το οποίο κάηκε ολοσχερώς, η εταιρία μέσα ελάχιστο χρόνο καταφέρνει να ανασυσταθεί και να συνεχίσει με μεγαλύτερη θέληση.Το 1975 είναι εξίσου μια σημαντική χρονιά για την εταιρεία αφού, αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την επίπλωση του Μεγάρου Μαξίμου. Η δεκαετία του 1980 έχει αλλάξει οριστικά την Ελλάδα και μαζί και την αγορά του επίπλου. Σπουδαίοι οίκοι του εξωτερικού, κυρίως από την Ιταλία, αρχίζουν να κατακλύζουν την αγορά και να αυξάνεται κατακόρυφα ο ανταγωνισμός στο ποιοτικό έπιπλο. Η εταιρία Βαράγκης απαντά στον ανταγωνισμό αναπτύσσοντας ένα δικό της δίκτυο λιανικής πώλησης.
Το σλόγκαν του Θεμιστοκλή Βαράγκη «Δια χειρός Βαράγκη», μέσω των εντύπων και των τηλεοπτικών ΜΜΕ που έχουν πολλαπλασιαστεί στη δεκαετία του ’80, έχει μπει πλέον σε κάθε σπίτι της ελληνικής κοινωνίας και παραπέμπει σε ένα έπιπλο που είναι χειροποίητο και μοναδικής ποιότητας. Το 1988 η εταιρεία περνάει πλέον στην 4η γενιά, με τον Δημήτρη Βαράγκη γιο του Θεμιστοκλή, που έχει σπουδάσει Αρχιτεκτονική στο Μόναχο, να αναλαμβάνει το τιμόνι της εταιρείας. Δέκα χρόνια αργότερα η εταιρεία κάνει αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου με Δημόσια Εγγραφή και εισάγεται στην Παράλληλη Αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών.
Η παραγωγή της εταιρείας μεταφέρεται μαζί με τους 150 εργαζόμενους, στο νέο ιδιόκτητο εργοστάσιο στο Σχηματάρι Βοιωτίας και η έδρα της στο Μαρούσι Αττικής. Το 2000 αναλαμβάνει την αποκλειστική αντιπροσωπεία σε Ελλάδα και Κύπρο της STEELCASE SA μιας πολυεθνικής εταιρείας κατασκευής και διανομής επαγγελματικού επίπλου. Παράλληλα ιδρύει από κοινού με την κυπριακή εταιρεία TROKKOUDES EUROMARKETS, την TROKKOUDES and AVEPE για την περαιτέρω διείσδυση των προϊόντων της STEELCASE στην κυπριακή αγορά.
Το 2002 σΣυνάπτεται συνεργασία και αντιπροσώπευση σε Ελλάδα και Κύπρο με τον ιταλικό οίκο σύγχρονων επίπλων Zanotta SpA, αναπτύσσοντας παράλληλα ένα ανεξάρτητο δίκτυο πωλήσεων. Ενώ τη χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, η συλλογή Varangis schemata ενσωματώνεται στα προϊόντα της εταιρείας. Είναι μια σύγχρονη συλλογή κυρίως ξύλινων επίπλων, που βασίζονται στην έμπνευση σύγχρονων Ελλήνων σχεδιαστών.
Το 2006 η εταιρεία συνάπτει συμφωνία με την MVS για εφαρμογές Megayacht. Πρόκειται για την επίπλωση με πρωτοποριακά σχέδια και λύσεις εσωτερικής αρχιτεκτονικής σε πολυτελή σκάφη. Και ένα χρόνο αργότερα έχουμε σμφωνία συνεργασίας με την Lexington, μια σουηδική εταιρεία παγκοσμίου φήμης στην κατασκευή πολυτελών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων σπιτιού όπως σεντόνια, παπλώματα καλύμματα κλπ.
Δυο χρόνια αργότερα ιδρύεται στη περιοχή Ρουφ της Αθήνας το VARANGIΣΗΜΕΙΟ44. Πρόκειται για ένα χώρο επίδειξης και πώλησης συλλογών επίπλων της εταιρείας, που βασίζεται στο σύγχρονο βιομηχανικό σχεδιασμό και σε νέες και εναλλακτικές τεχνικές προώθησης. Το 2010 ξεκινά η επέκταση εκτός συνόρων με την ίδρυση της Varangis Turnkey Interior Project LLC στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και ξεκινά και η συνεργασία με την Blue Umbrella LLC για έργα στο Ομάν και το 2011 ιδρύεται η Varangisqatar LLC, στο Κατάρ. Εφτά χρόνια αργότερα με την οικονομική κρίση να έχει χτυπήσει όσο ποτέ την Ελλάδα η εταιρεία καταθέτει αίτηση για την λήψη προληπτικών μέτρων προκειμένου να υπαχθεί στο άρθρο 6 του Πτωχευτικού Κώδικα. Ενώ το 2019 κατέθεσε πρόταση συμφωνίας εξυγίανσης και όπως προαναφέραμε απορρίφτηκε για να ξανακατατεθεί νέα αίτηση επικύρωσης συμφωνίας με τον ίδιο στρατηγικό επενδυτή.