Οικονομία

ΟΟΣΑ έκθεση για υγειονομική περίθαλψη: Το ποσοστό εργαζομένων πρέπει να αυξηθεί 60%

ΟΟΣΑ έκθεση για υγειονομική περίθαλψη: Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από τη μελέτη που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, για την ανάγκη να αυξηθεί ο αριθμός των εργαζομένων στη μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη τα επόμενα 20 χρόνια.

Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) δημοσίευσε έρευνα στην οποία χαρτογραφεί το προφίλ των εργαζομένων στην μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη για όλα τα κράτη μέλη του, μεταξύ των οποίων είναι και η Ελλάδα. Εκτός από τα ενδιαφέροντα στοιχεία για τους ανθρώπους που στηρίζουν αυτήν τη στιγμή αυτές τις υπηρεσίες, η έρευνα επισημαίνει την ανάγκη να αυξηθεί το ποσοστό των εργαζομένων κατά 60% τα επόμενα είκοσι χρόνια.

Γυναίκες απασχολούνται στην μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη

Από την έρευνα προκύπτει πως οι εργαζόμενοι στην μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη που εκτίθενται σήμερα στον κίνδυνο που προκαλεί η πανδημία του κορωνοϊού, είναι στη συντριπτική πλειοψηφία τους γυναίκες, συγκαταλέγονται μεταξύ των χαμηλότερα αμειβόμενων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και οι συνθήκες εργασίας τους είναι συχνά πολύ δύσκολες και απαιτητικές.

Σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ οι εργαζόμενοι στην μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη δεν έχουν πάντα την κατάλληλη εκπαίδευση ή την ικανότητα να εφαρμόζουν πρωτόκολλα σε περιπτώσεις μόλυνσης ή άλλες δραστηριότητες πρόληψης. Αυτό δεν ισχύει για την Ελλάδα που ένα ποσοστό άνω του 40% στον κλάδο διαθέτει πανεπιστημιακό τίτλο σπουδών.

«Τα κρούσματα λοιμώξεων προκαλούν συχνά απουσία προσωπικού, καθώς οι εργαζόμενοι παίρνουν άδεια ασθενείας ή φοβούνται να πάνε στη δουλειά. Στον τομέα της κατ ‘οίκον φροντίδας, η απουσία εργαζομένων μακροχρόνιας περίθαλψης αυξάνει επίσης το βάρος για τους «άτυπους» ή οικογενειακούς φροντιστές», σημειώνεται στην σχετική έκθεση.

Οι ηλικιωμένοι θα αυξηθούν λόγω πτώσης των γεννήσεων και οι ανάγκες για περίθαλψη θα είναι αυξημένες

Η έλλειψη επαρκούς εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού και ο ανεπαρκής συντονισμός με το υπόλοιπο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης καθιστούν επίσης την κρίση οξύτερη στο χώρο της μακροχρόνιας υγειονομικής περίθαλψης. Όπως αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ μακροπρόθεσμα λόγω του δημογραφικού η ζήτηση για παροχή υπηρεσιών μακροχρόνιας υγειονομικής περίθαλψης και σε ηλικιωμένους θα αυξηθεί σημαντικά.

Κατά μέσο όρο σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 και άνω θα αυξηθεί από σχεδόν 5% σήμερα σε σχεδόν 10% του πληθυσμού έως το 2050. Έτσι, ο αριθμός των εργαζομένων στην μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη θα πρέπει να αυξηθεί κατά 60% έως το 2040 – κάτι που σημαίνει πως θα απαιτηθούν επιπλέον 13,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι – στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, προκειμένου να διατηρήσουν την τρέχουσα αναλογία φροντιστών προς ηλικιωμένους.

Οι εργαζόμενοι στην μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη είναι από τους χαμηλότερα αμειβόμενους και κερδίζουν πολύ λιγότερα από εκείνους που εργάζονται με παρόμοια προσόντα σε άλλους τομείς της υγειονομικής περίθαλψης. Ο μέσος ωριαίος μισθός για τους εργαζόμενους στην μακροχρόνια υγειονομική περίθαλψη σε 11 χώρες του ΟΟΣΑ ήταν 9 ευρώ ανά ώρα το 2014, σε σύγκριση με 14 ευρώ για τους νοσοκομειακούς εργαζόμενους που ασκούν το ίδιο επάγγελμα. Αυτή η μεγάλη διαφορά αποτυπώνεται και στα επιμέρους στοιχεία του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα.

Η έκθεση του ΟΟΣΑ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο βελτιωμένος συντονισμός με την πρωτοβάθμια υγειονομική περίθαλψη είναι το κλειδί για τη βελτίωση του αποτελέσματος της μακροχρόνιας υγειονομικής περίθαλψης, ειδικά σε περιπτώσεις ηλικιωμένων με πολλαπλές χρόνιες παθήσεις.