Μόλις ο Α/ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνος Φλώρος έκανε τη γνωστή δήλωση, ότι «όποιος τολμήσει να πατήσει το πόδι του σε ελληνικό έδαφος, πρώτα θα τον κάψουμε και μετά θα ρωτήσουμε ποιος είναι», μπήκε ακαριαία σε κίνηση ο γνωστός μηχανισμός «συμμόρφωσης».
Από αλαφιασμένες παραινέσεις να χαμηλώσουν οι τόνοι μην τυχόν και ενοχληθεί η Τουρκία και εκκλήσεις να ζητηθεί συγνώμη για την ασύγγνωστη απρέπεια να διαμηνυθεί ότι η χώρα θα υπερασπιστεί την κυριαρχία της, μέχρι εγκλήσεις «να μαζέψει» η κυβέρνηση τον Αρχηγό ή να τον αποπέμψει πάραυτα. Προσπερνώντας τους άσχετους που είδαν μόνο μία «δήλωση υψηλών τόνων» και όχι το δομημένο μήνυμα αποτροπής ακριβώς για να αποφευχθεί η σύγκρουση, έχουν ενδιαφέρον οι δηλώσεις των καθ΄ έξιν κατευναστών που καιροφυλακτούν μήπως σπάσει το κουκούλι της αποχαύνωσης και της εθελούσιας φινλανδοποίησης.
Είναι εντυπωσιακή η κινητοποίηση η οποία γίνεται κάθε φορά που εκδηλώνεται κινητικότητα προς εξορθολογισμό της ελληνικής πολιτικής έναντι της Τουρκίας. Οπωσδήποτε τα κίνητρα όλου αυτού του συστήματος που κινητοποιείται για να καταστείλει κάθε φυσιολογική ελληνική αντίδραση που κινείται στο πλαίσιο των αντιδράσεων όλων των νορμάλ κρατών, είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο προς διερεύνηση και ένα πολύ μεγάλο ερώτημα.
Είναι μόνο ιδεοληψία ή ασχετοσύνη ή αδυναμία αντίληψης του τρόπου λειτουργίας των διεθνών σχέσεων και της διαχείρισης των απειλών εθνικής ασφαλείας; Είναι ένας συνδυασμός κάποιων ή όλων αυτών των εκδοχών;
Ή είναι κάτι άλλο, το οποίο ενσωματώνεται στον υβριδικό πόλεμο τρίτων εναντίον της χώρας μας; Είναι γνωστό ότι στο πλαίσιο διεξαγωγής ψυχολογικών επιχειρήσεων εντάσσεται και η καλλιέργεια παθητικότητας στην κοινωνία ακόμα και έναντι εξόφθαλμων κινδύνων, η απόπειρα εμπέδωσης κλίματος ηττοπάθειας, η καταστολή της αντίδρασης από το πρώιμο αντιληπτικό στάδιο ώστε τα μείζονα να παρουσιάζονται ως ήσσονος σημασίας, η απονεύρωση κρίσιμων λειτουργιών άμυνας και στο θεσμικό πεδίο, η κουλτούρα συμβιβασμού ή ματαιότητας του αγώνα, γενικά ο διανοητικός και ψυχικός ευνουχισμός σε κάθε επίπεδο ώστε τα εχθρικά σχέδια να υλοποιηθούν με την ελάχιστη δυνατή αντίδραση και την έμμεση ή και ανοιχτή αιτιολόγηση μέχρι και υποστήριξη των επιχειρημάτων του επιτιθέμενου.
Η βιομηχανία αποθάρρυνσης από την εφαρμογή των βασικών κανόνων, αποτροπής από τη διεκδίκηση των αυτονόητων και ενοχοποίησης των αναγκαίων συνθηκών εθνικής επιβίωσης, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως μία ακόμη άποψη όταν αυτή ταυτίζεται με τις επιδιώξεις ενός διακηρυγμένου εχθρού που έχει ως διακηρυγμένο στόχο την κατάλυση του ελληνικού κράτους.
Όταν κάποιος μπαίνει στη διαδικασία να συμμερίζεται τις επιδιώξεις τρίτων οι οποίες εκ των πραγμάτων αντιβαίνουν ζωτικά εθνικά συμφέροντα, όταν κάποιος βρίσκει συζητήσιμη την επιχειρηματολογία της Τουρκίας, όταν κάποιος θεωρεί ότι η Ελλάδα πρέπει να προσαρμόζεται στις επιθετικές ατζέντες άλλων ακόμα και όταν αυτές περιλαμβάνουν αρπαγή κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων, τότε το μυαλό μας για αυτόν τον κάποιον πρέπει να πηγαίνει λίγο παραπέρα από την ιδεοληψία και την άγνοια.
Ένας άνθρωπος του εχθρού δεν είναι απαραίτητα κάποιος που φοράει ρεπούμπλικα, καπαρντίνα, μαύρα γυαλιά και κλέβει έγγραφα ή κάνει σαμποτάζ. Μπορεί να είναι και κάποιος με περίεργη άποψη που προσπαθεί να πείσει γιατί δεν είναι κακό να συζητήσει η Ελλάδα για την κυριαρχία της με την Τουρκία και γιατί το εθνικό συμφέρον είναι passe’.