Από το πρωί της Πέμπτης οι αρχές της αστυνομίας περίμεναν την 35χρονη γυναίκα να κατέβει από το διαμέρισμά της στην περιοχή του Ζωγράφου. Όπως έδειχναν όλα είναι η Νο 1 ύποπτη για την επίθεση με θύμα την 34χρονη Ιωάννα στην Καλλιθέα. Οι αστυνομικοί είχαν γίνει η σκιά της για τέσσερα 24ωρα και γνώριζαν το πρόγραμμά της. Όλοι στην υπηρεσία τους είχαν έντονο άγχος. Ήξεραν ότι ερευνούν μια υπόθεση με την οποία ασχολείται το πανελλήνιο και την οποία παρακολουθεί στενά ακόμα και ο ίδιος ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Στοιχεία σε βάρος της ύποπτης υπήρχαν, όχι όμως τέτοια που να «δένουν» απόλυτα τις κατηγορίες.
Η σύλληψη της 35χρονης
Η 35χρονη κατέβηκε στην ώρα της από το σπίτι για να πάει στο δικηγορικό γραφείο όπου εργάζεται, στο Κολωνάκι. Οι άνδρες της Ασφάλειας τη σταμάτησαν για να την προσαγάγουν και τότε ήρθε γι’ αυτούς η μεγάλη έκπληξη. Τα στοιχεία που έλειπαν από την Αστυνομία βρέθηκαν ανέλπιστα στο πιο απίθανο σημείο. Η γυναίκα που είχε αφήσει τους πάντες άναυδους με τη μεθοδικότητα και την οργάνωσή της είχε μέσα στην τσάντα της την καστανόχρωμη περούκα που φορούσε την ημέρα της επίθεσης και την τηλεκάρτα που χρησιμοποίησε για να κλείσει το ταξί που τη μετέφερε στην Καλλιθέα. Τα ευρήματα συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι από την ημέρα που εκτόξευσε το βιτριόλι δεν άφησε από πάνω της τα σύνεργα.
Οι αστυνομικοί είναι σχεδόν βέβαιοι ότι δεν πρόκειται για «επιχειρησιακό» λάθος. Η γυναίκα που τελικά συνελήφθη θα μπορούσε κάλλιστα να είχε εξαφανίσει τα πάντα. Είχε αποδείξει με πολλούς τρόπους ότι είχε μελετήσει με κάθε λεπτομέρεια τις κινήσεις της. Εμπειροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. εκτιμούν ότι η ψυχοσύνθεσή της ήταν τέτοια που ήθελε να κρατήσει στην κατοχή της την περούκα και την τηλεκάρτα σαν «τρόπαια», που θα της προσφέρουν ικανοποίηση για την εκδίκηση που πήρε από το θύμα και θα της υπενθυμίζουν ότι τα κατάφερε.
Το μοιραίο τηλεφώνημα
Οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Αθηνών «ξεκλείδωσαν» τις έρευνες την Πέμπτη 4 Ιουνίου, όταν από τις «σαρώσεις» των κινητών τηλεφώνων διαπίστωσαν ότι η ύποπτη είχε τηλεφωνήσει το βράδυ της 29ης Απριλίου με την ίδια τηλεκάρτα σε έναν υπήκοο Μπανγκλαντές που τον χρειαζόταν για εργασίες κηπουρικής. Από το κινητό τηλέφωνο του μετανάστη οι αστυνομικοί βρήκαν το προσωπικό τηλέφωνο της γυναίκας, η οποία τον είχε καλέσει και από την κανονική της συσκευή. Μέχρι τότε το συγκεκριμένο πρόσωπο δεν υπήρχε στο κάδρο των ερευνών.
Από εκείνη τη στιγμή δόθηκε εντολή σε αστυνομικούς με πολιτικά να την ακολουθούν σε κάθε της βήμα. Εκείνη, ωστόσο, έφυγε το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος για διακοπές στο χωριό της στην Αιτωλοακαρνανία, προκαλώντας «πονοκέφαλο» στην Αστυνομία. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν οι αστυνομικοί ήταν να ακούν το τηλέφωνό της, καθώς στις 5 Ιουνίου πήραν έγκριση για άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Με αγωνία προσπαθούσαν κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου να καταλάβουν εάν η φωνή που ακούν είναι η ίδια με αυτή που είχαν ήδη στην κατοχή τους από την κλήση της δράστιδος στην εταιρεία ραδιοταξί. Εμπειρος αστυνομικός κατάλαβε από τις πρώτες επικοινωνίες της ότι πρόκειται για τη γυναίκα που αναζητά.
Τα ραντεβού σε ουζερί
Η φυσική παρακολούθηση ξεκίνησε τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, με την επιστροφή της στην Αθήνα. Οι άνδρες της Ασφάλειας αντιλήφθηκαν γρήγορα ότι η δράστις συνέχιζε κανονικά τη ζωή της και δεν έδινε την παραμικρή εντύπωση ότι κάτι συμβαίνει. Αγαπημένο της στέκι ήταν ένα καφενείο – ουζερί στου Ζωγράφου, όπου έβλεπε και τον άνδρα με τον οποίο είχε εμμονή και ήθελε να συνάψει δεσμό.
Τα πρώτα λόγια της Ιωάννας για την 35χρονη
Κατά τη διάρκεια των ίδιων κρίσιμων ημερών, κλιμάκιο της Ασφάλειας μετέβη στο Θριάσιο Νοσοκομείο, προκειμένου να δείξει στην 34χρονη Ιωάννα φωτογραφίες από τέσσερις – πέντε ύποπτες γυναίκες. Δεν παρέθεσαν μόνο την περίπτωση της 35χρονης για να μην επηρεάσουν την Ιωάννα. Όπως λένε αρμόδιες πηγές στο «Έθνος», όταν οι άνδρες της Ασφάλειας έφτασαν στο όνομα της 35χρονης, η Ιωάννα είπε αυθόρμητα πως «είναι μια χαρά κοπέλα. Αποκλείεται να το έκανε αυτή». Οι δυο τους γνωρίζονταν από το σχολείο. Δεν είχαν ποτέ στενές επαφές, ήταν φίλες στο Facebook και είχαν αρκετούς κοινούς γνωστούς. Μάλιστα, συγγενικό πρόσωπο της Ιωάννας είχε παντρέψει την αδελφή της δράστιδος.
Η εμμονή
Η εμμονή της 35χρονης με το θύμα ξεκίνησε πριν από περίπου έναν χρόνο, όταν ερωτεύτηκε άνδρα που εργάζεται σε εταιρεία παραγωγής αθλητικών προγραμμάτων. Οι δυο τους γνωρίστηκαν στο καφενείο στου Ζωγράφου. Ο άνδρας αυτός υποστήριξε στους αστυνομικούς ότι δεν είχε δεσμό με την 35χρονη, αλλά ελεύθερη σχέση. Αστυνομικές πηγές αναφέρουν ότι η τελευταία φορά που συναντήθηκαν ήταν στις 16 Μαΐου. Ο άνδρας αυτός παράλληλα μιλούσε μέσω διαδικτυακής εφαρμογής (Messenger) με την Ιωάννα, κάτι που έγινε αντιληπτό από την 35χρονη.
Στο μυαλό της θεώρησε ότι μπαίνει εμπόδιο ανάμεσα σε εκείνη και τον άνδρα που επιθυμεί. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΛ.ΑΣ., ξεκίνησε να οργανώνει την επίθεση τουλάχιστον έναν μήνα πριν από την εκδήλωσή της. Ενδεικτικό είναι ότι αγόρασε την περούκα στις 9 Μαΐου, με τους αστυνομικούς να θεωρούν ότι αυτή ήταν μία από τις τελευταίες πράξεις κατά την προετοιμασία της φρικτής ενέργειας. Η τελευταία ήταν να κλείσει το ταξί που θα τη μετέφερε στην οδό Θησέως στην Καλλιθέα, όπου εργαζόταν ο στόχος της. Επικοινώνησε με γνωστή εταιρεία ραδιοταξί, προσποιούμενη την Ελληνοαμερικανίδα που έχει σειρά συνεντεύξεων για εύρεση εργασίας σε εταιρείες στην Καλλιθέα. Οταν η οδηγός ταξί τής ζήτησε ένα προσωπικό τηλέφωνο επικοινωνίας για την περίπτωση που συμβεί κάτι έκτακτο και αλλάξει η ώρα συνάντησης, εκείνη της απάντησε ότι είχε αμερικανικό τηλέφωνο και δεν το έχει ενεργοποιήσει. «Μην ανησυχείς, η ώρα είναι στάνταρ» ήταν η χαρακτηριστική της απάντηση.
Έκανε like σε αναρτήσεις της Ιωάννας
Το διαστημα που οργάνωνε το σχέδιό της η 35χρονη έκανε like σε αναρτήσεις της Ιωάννας στο Facebook και σχολίαζε τις φωτογραφίες της. Παράλληλα, εκτιμάται ότι συγκέντρωνε πληροφορίες για εκείνη, όπως για το πού βρίσκεται η ασφαλιστική εταιρεία όπου εργάζεται, μέσω κοινών γνωστών ή ακόμα και συγγενικών προσώπων που φυσικά δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για την εμμονή της.
Το βιτριόλι
Το καυστικό υγρό το προμηθεύτηκε μέσω Διαδικτύου έναντι 4,5 ευρώ.Οι αστυνομικοί προσπάθησαν επί ώρες να κάνουν την 35χρονη να ομολογήσει, αλλά μάταια. «Ηταν ένας άνθρωπος που έμοιαζε να μην έχει παρακολουθήσει ούτε ένα λεπτό την επικαιρότητα. Εδειχνε αποστασιοποιημένη από τα γεγονότα. Σαν να μην έχει διαβάσει ή ακούσει τίποτα για την υπόθεση» περιγράφει αστυνομικός με γνώση των όσων έλαβαν χώρα μετά τη σύλληψή της. Ενώπιον του εισαγγελέα υποστήριξε ότι αγόρασε την περούκα επειδή δεν είχε πετύχει η βαφή στα μαλλιά της.
Στην ερώτηση γιατί έλειπε την επίμαχη ημέρα από τη δουλειά της, ανέφερε πως είχε πάει να φτιάξει τα νύχια της. Υποστήριξε, επίσης, ότι γνώριζε την Ιωάννα μέσω μιας εξαδέρφης της, χωρίς, όμως, ποτέ να τη ζηλεύει. Σε βάρος της ασκήθηκε δίωξη για το κακούργημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Την ερχόμενη Τρίτη θα απολογηθεί στον ανακριτή.