Ελλάδα

Ευγενίδειο Πλανητάριο: Πενήντα τέσσερα χρόνια μας μαθαίνει για το σύμπαν

Ευγενίδειο Πλανητάριο: Σαν σήμερα στις 7 Ιουνίου του 1966 εγκαινιάζεται το Πλανητάριο του Ιδρύματος Ευγενίδου στη Λεωφόρο Συγγρού.

Το 1954 ο Ευγένιος Ευγενίδης ίδρυσε με τη διαθήκη του το Ίδρυμα Ευγενίδου, του οποίου ως μοναδικό σκοπό έταξε «νὰ συμβάλη εἰς τὴν ἐκπαίδευσιν νέων ἑλληνικῆς ὑπηκοότητος ἐν τῷ ἐπιστημονικῷ καὶ τεχνικῷ πεδίῳ». Ο πολύπειρος αυτός Έλληνας, ο επιτυχημένος επιχειρηματίας και εφοπλιστής, ο πολυμήχανος έμπορος ξυλείας, ο αντιπρόσωπος και ιδιοκτήτης διεθνών ναυτιλιακών γραμμών, ο πολίτης του κόσμου, με τις δραστηριότητές του διεσπαρμένες ανά την υφήλιο, έκρυβε μέσα του ασίγαστη αγάπη για την πατρίδα του και ουδέποτε έπαψε να μελετά τρόπους για να βοηθήσει την ανάπτυξή της.

Από νωρίς είχε οραματισθεί μια Ελλάδα ώριμη και ικανή να συναγωνισθεί συν τω χρόνω τις άλλες προηγμένες χώρες στους διάφορους τομείς της τεχνικής και της βιομηχανίας. Τούτο όμως πίστευε ότι δεν ήταν δυνατόν να κατορθωθεί χωρίς την κατάρτιση ικανών στελεχών, που θα βοηθούσαν την πατρίδα τους. Την πίστη του αυτήν μετουσίωσε σε έργο εν ζωή, με την σύσταση trust στο εξωτερικό, που είχε στόχο να βοηθήσει τους νέους της Ελλάδος χορηγώντας υποτροφίες, ώστε «νὰ καταστοῦν ἱκανοὶ νὰ ἀναλάβουν σημαντικὰς εὐθύνας εἰς τὴν μελλοντικὴν ἀνάπτυξιν τῆς Ἑλλάδος καὶ τὴν ἀξιοποίησιν τῶν πόρων αὐτῆς».

Το πρώτο αυτό επιτυχημένο βήμα, τον οδήγησε στην απόφαση να διασφαλίσει την συνέχεια μετά θάνατον και την επέκταση του έργου που είχε αρχίσει εν ζωή. Ένα από τα μεγάλα έργα του Ιδρύματος ήταν και η κατασκευή του πρώτου πλανηταρίου στην Ελλάδα. Τα εγκαίνια του οποίου έγιναν σαν σήμερα το 1966.

Η απόφαση για την κατασκευή του Πλανηταρίου

Η αείμνηστη Μαριάνθη Σίμου, αδελφή του εθνικού ευεργέτη Ευγένιου Ευγενίδη, πρώτη διαχειρίστρια-διοικήτρια και «ψυχή» του Ιδρύματος, αποφάσισε την δημιουργία ενός πλανηταρίου στο κτηριακό συγκρότημα του Ιδρύματος, ύστερα από σχετικές εισηγήσεις των συμβούλων της Σταύρου Πλακίδη, καθηγητή της έδρας της αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Δημητρίου Κασσάπη, επιμελητή στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.

Παράλληλα και με προτροπή του Σταύρου Πλακίδη, η αείμνηστη Μαριάνθη Σίμου προσέλαβε το 1962, ως πρώτο διευθυντή του εν δημιουργία Πλανηταρίου, τον τότε υφηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και καθηγητή Μαθηματικών της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων Δημήτριο Κωτσάκη, ο οποίος το 1965 εξελέγη καθηγητής της έδρας της Αστρονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το ποσό που δαπανήθηκε για τον σκοπό αυτόν ήταν υπέρογκο για την εποχή εκείνη, ενώ ο πολύ μεγάλης αξίας κεντρικός πλανηταριακός προβολέας, ήταν δωρεά του Νικόλαου Βερνίκου-Ευγενίδη. Ο πρώτος εκείνος προβολέας Mark IV της εταιρείας Carl Zeiss, ύψους 6 m και βάρους 2,5 τόνων αποτελούνταν από 29.000 εξαρτήματα. Τα δύο σφαιρικά του άκρα, καθώς και ο ενδιάμεσος κορμός ήταν κατάσπαρτα με 150 προβολικά συστήματα, που του επέτρεπαν να προβάλλει στον ημισφαιρικό θόλο, εκτός των άλλων, 8.900 άστρα μεγέθους μέχρι 6,5, την κίνηση του Ηλίου, της Σελήνης και των πέντε λαμπρών πλανητών, την εικόνα του ορατού ουράνιου θόλου, όπως αυτή φαίνεται από κάθε σημείο της Γης, και τις εποχικές αλλαγές.

Στις 7 Ιουνίου του 1966 εγκαινιάστηκε το νέο κτηριακό συγκρότημα του Ιδρύματος Ευγενίδου στη Λεωφόρο Συγγρού και άρχισε να λειτουργεί το πρώτο Πλανητάριο στην Ελλάδα και το μοναδικό της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Για να τιμηθεί το γεγονός αυτό, τα Ελληνικά Ταχυδρομεία εξέδωσαν ειδικό γραμματόσημο με σφραγίδα πρώτης ημέρας κυκλοφορίας.

Η εγκατάσταση του Πλανηταρίου, πραγματικό στολίδι και πόλος έλξης για τους μαθητές και το ευρύτερο κοινό, θεωρήθηκε εξ αρχής ένα έργο εθνικής εμβέλειας, με βασική επιδίωξή του την ποιοτική βελτίωση της επιστημονικής επιμόρφωσης του λαού μας. Ένα επιστημονικό κέντρο με σημαντική αποστολή και αντικειμενικό στόχο την εκλαΐκευση και διάδοση των επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας.

Από τα πρώτα του, άλλωστε, βήματα αναπτύχθηκε δυναμικά, ώστε να εξελιχθεί σε ένα κέντρο παιδείας, ψυχαγωγίας και βοήθημα για όλες τις επιστήμες. Γιατί το Πλανητάριο χρησιμοποίησε όλες τις δημιουργικές και τεχνικές δυνατότητες των οπτικοακουστικών μέσων με κατάλληλους συνδυασμούς, ώστε να είναι σε θέση να αφηγηθεί την ιστορία της επιστήμης με τον πιο εντυπωσιακό, θεαματικό και ψυχαγωγικό τρόπο. Ο Δημήτριος Κωτσάκης παρέμεινε διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου έως το 1973, με σύμβουλο Αστρονομίας του Ιδρύματος τον Σταύρο Πλακίδη.

Σ’ αυτήν την περίοδο λειτουργίας του Πλανηταρίου σημαντική ήταν επίσης και η προσφορά του αστρονόμου Κωνσταντίνου Χασάπη, ο οποίος ως δεινός ομιλητής, συνέπαιρνε κυριολεκτικά το πολυπληθές ακροατήριό του στις εβδομαδιαίες αστρονομικές του διαλέξεις στο Αμφιθέατρο του Ιδρύματος, ιδιαιτέρως δε τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του.

Στην πρώτη αυτή περίοδο της λειτουργίας του, το Πλανητάριο βρήκε αρωγούς των δραστηριοτήτων του πολλούς έγκριτους συνεργάτες από το εξωτερικό. Σημειώνεται ιδιαίτερα η συμβολή του Σιδώνιου Κοπάλ, καθηγητή Αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ της Αγγλίας, του Χένρι Κινγκ, διευθυντή του Πλανηταρίου του Λονδίνου και του Φ. Πολ, διευθυντή του Πλανηταρίου της Νυρεμβέργης.

Παράλληλα δόθηκε έμφαση στις παραστάσεις για τους τελειόφοιτους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι διδάσκονταν το μάθημα της Κοσμογραφίας. Στη διάρκεια ενός έτους, οι μαθητές είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν έξι παραστάσεις ειδικά διασκευασμένες γι’ αυτούς. Είχαν, επίσης, την ευκαιρία να παρακολουθούν και ειδικές επιμορφωτικές διαλέξεις, αρχικά του αστρονόμου Πέτρου Ροβίθη και αργότερα της αστρονόμου Μάρως Παπαθανασίου , οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι, επίσης, με τις καθημερινές παρατηρήσεις του Ηλίου, που πραγματοποιούνταν με το τηλεσκόπιο του Ιδρύματος σε συνεργασία με αντίστοιχα κέντρα της Σουηδίας και της Ελβετίας.

Ο καθηγητής Τηλεπισκόπησης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Μιχάλης Μουτσούλας, προσέφερε επίσης πολλές και εξαιρετικές υπηρεσίες ως σύμβουλος του Ιδρύματος και φίλος του Πλανηταρίου μέχρι τον πρόωρο θάνατό του το 1995. Στις αρχές του 1970 ο Διονύσης Σιμόπουλος, ενώ βρισκόταν ακόμη στις ΗΠΑ, άρχισε στενή συνεργασία με τον αείμνηστο Τζώρτζη Αθανασιάδη, τότε εκδότη της εφημερίδας «Η Βραδυνή», δημοσιεύοντας εκτενή άρθρα για τα αποτελέσματα των διαστημικών αποστολών του επανδρωμένου προγράμματος Απόλλων.

Η αρθρογραφία εκείνη αποτέλεσε την αφορμή το καλοκαίρι του 1972 να προσκληθεί στην Αθήνα από την Ελληνική Αστροναυτική Εταιρεία για μία διάλεξη, οπότε του δόθηκε η ευκαιρία να συναντηθεί και με την Μαριάνθη Σίμου. Η συνάντηση εκείνη ήταν καθοριστική, αφού, δύο μήνες αργότερα, ορίστηκε διάδοχος του Δημητρίου Κωτσάκη στη διεύθυνση του Ευγενιδείου Πλανηταρίου, αν και ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 6 Απριλίου του 1973.

Επηρεασμένος από την πενταετή εμπειρία του ως επιμελητής και αργότερα ως διευθυντής του πλανηταρίου Zeiss στο Κέντρο Τεχνών και Επιστημών της Λουιζιάνας (ενός από τα δέκα μεγαλύτερα πλανητάρια των ΗΠΑ, την εποχή εκείνη), εισήγαγε καινοτομίες (όπως στη μουσική, στην καλλιτεχνική και σκηνοθετική επένδυση των επιστημονικών διαλέξεων του Πλανηταρίου), με αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση των θεατών του.

Το 1978 οι επισκέπτες του Πλανηταρίου είχαν τετραπλασιαστεί φθάνοντας τους 116.000 τον χρόνο, αριθμός ο οποίος με βάση τις θέσεις που διέθετε το Πλανητάριο, αλλά και των παραστάσεων που πραγματοποιούσε τότε, ήταν, εκ των πραγμάτων, αξεπέραστος. Η θεαματική αυτή αύξηση της κίνησης του Πλανηταρίου οφειλόταν κυρίως στην εντυπωσιακή αναβάθμιση του οπτικοακουστικού εξοπλισμού του, με την εγκατάσταση δεκάδων βοηθητικών προβολέων, εξαιτίας των οποίων οι παραστάσεις γίνονταν όλο και πιο θεαματικές. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργήθηκαν δεκάδες νέες παραστάσεις και το Πλανητάριο απευθυνόταν πλέον σε όλες τις ηλικίες και σε όλα τα μορφωτικά επίπεδα θεατών.

Κατά τη δεκαετία του ’70 όμως, παρατηρήθηκε διεθνώς μείωση στον αριθμό ανέγερσης νέων πλανηταρίων, λόγω του ότι το ενδιαφέρον για τις σεληνιακές αποστολές του προγράμματος Απόλλων είχε μειωθεί. Ωστόσο, αυτό δεν αποτέλεσε εμπόδιο στην εξέλιξη των τεχνολογιών που αφορούσαν στα πλανητάρια. Πολλές αίθουσες άρχισαν να χρησιμοποιούν καθίσματα που ήταν προσανατολισμένα σε μία συγκεκριμένη κατεύθυνση και όχι κατ’ ανάγκην προς το κέντρο της αίθουσας. Αυτό βοήθησε το κοινό να επικεντρωθεί ακόμα περισσότερο στην ουσία του θέματος, που περιγραφόταν στη διάρκεια της παράστασης. Το 1976 κατασκευάστηκε ένα σύστημα πολλαπλών προβολέων, το οποίο πρόβαλλε μία εικόνα (π.χ. το εσωτερικό ενός αστεροσκοπείου) που κάλυπτε ολόκληρο τον θόλο.

Με διάφορους άλλους πειραματισμούς επιτεύχθηκε, κυρίως σε ό,τι αφορούσε στην αίσθηση του κοινού σε σχέση με τον θόλο, να έχει ο θεατής την εντύπωση ότι αποτελεί μέρος του θεάματος «αιωρούμενος» μέσα στο Διάστημα και όχι παρακολουθώντας απλά ένα θέαμα. Το Σαν Ντιέγκο πρωτοστάτησε το 1973 στη δημιουργία του πρώτου διαστημικού θεάτρου στον κόσμο, όπου ο θόλος είχε κλίση και περιελάμβανε για πρώτη φορά ένα κινηματογραφικό προβολικό σύστημα θόλου, γνωστό τότε ως σύστημα Omnimax. Έναν χρόνο αργότερα, η εμπειρία εκείνη επέδρασε σημαντικά, ώστε να πέσουν τότε οι πρώτοι σπόροι της σημερινής διαμόρφωσης του Νέου Ψηφιακού Πλανηταρίου του Ιδρύματος Ευγενίδου.

Ο αυτοματοποιημένος έλεγχος των παραστάσεων ήταν ακόμα σπάνιος, αν και το 1976 εμφανίστηκε το πρώτο στον κόσμο απολύτως αυτοματοποιημένο πλανητάριο, το Διαστημικό Θέατρο Άλμπερτ Αϊνστάιν, στο Εθνικό Μουσείο Αεροπορίας και Διαστήματος του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν της Ουάσιγκτον.

Για μία παράσταση πλανηταρίου αρκούσε πλέον να πιέσεις μόνο ένα κουμπί, προκειμένου αυτή να εκτελεστεί αυτόματα. Ο ήχος επίσης βελτιώθηκε αισθητά, περνώντας αρχικά στον διπλό στερεοφωνικό ήχο και κατόπιν στο τετρακάναλο surround. Τα χαρακτηριστικά αυτά δημιούργησαν μία νέα γενιά πλανηταρίων, τα οποία πλέον χρησιμοποιούνταν και για την παρουσίαση θεατρικών έργων, συναυλιών και ειδικών παραστάσεων με ακτίνες λέιζερ. Αυτό είχε ως συνέπεια την αύξηση των εσόδων των πλανηταρίων, ενώ προσέλκυε κοινό, που διαφορετικά ίσως δεν θα επισκεπτόταν ποτέ ένα πλανητάριο.

Τις διεθνείς αυτές εξελίξεις ακολούθησε και το πλανητάριο του Ιδρύματος Ευγενίδη, χάρη κυρίως στο θερμό ενδιαφέρον που επιδείκνυε εξ αρχής η αείμνηστη Μαριάνθη Σίμου, η οποία διέθεσε τα αναγκαία κεφάλαια για την αναβάθμιση του εξοπλισμού του. Την περίοδο εκείνη αντικαταστάθηκε η σταθερή εικόνα των Αθηνών από ένα σύστημα προβολικών διαφανειών, που είχαν τη δυνατότητα να προβάλλουν στον θόλο πανοραμικές απόψεις απ’ όλο τον κόσμο, αλλά και από τις επιφάνειες των άλλων πλανητών και δορυφόρων, όπως υπολόγιζαν τότε οι επιστήμονες ότι πρέπει αυτές να φαίνονται στους μελλοντικούς τους επισκέπτες.

Έτσι, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’70 το Πλανητάριο του Ιδρύματος Ευγενίδου χρησιμοποιούσε τον κεντρικό του Παγκόσμιο Προβολέα της Zeiss και έναν μόνο βοηθητικό προβολέα 5-10 διαφανειών ανά παράσταση, στα τέλη της δεκαετίας αυτής διέθετε πάνω από 75 προβολείς, με 80 διαφάνειες ο καθένας, και τουλάχιστον 200 προβολείς ειδικών εφέ, που αναπαριστούσαν εκατοντάδες διαφορετικά αστρονομικά φαινόμενα, τα οποία δεν μπορούσε να παρουσιάσει ο προβολέας της Zeiss.

Η προσπάθεια αναβάθμισης του οπτικοακουστικού εξοπλισμού του Πλανηταρίου ευοδώθηκε χάρη σε τρεις τεχνικούς, οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν γι’ αυτόν τον σκοπό στο εξωτερικό: τον αείμνηστο Γιάννη Γαλατά, από την πρώτη ημέρα της εγκατάστασης και λειτουργίας του και αργότερα τους Δημήτρη Χατζάκη και Γιώργο Τσεσμελή. Την ίδια εκείνη περίοδο σημαντική ήταν επίσης και η προσφορά του Μωρίς Αλτσέχ, ενός πραγματικού μετρ της φωτογραφίας στην αισθητική και καλλιτεχνική εμφάνιση των παραστάσεων.

Θα ήταν, τέλος, μεγάλη παράλειψη αν δεν υπογραμμιζόταν και η μεγάλη συνεισφορά του εκφωνητή της ΕΡΤ Γιώργου Αθανασόπουλου, ο οποίος από το 1966 έως το 1990 ήταν, ως ο μοναδικός αφηγητής, η «φωνή του Πλανηταρίου» σε περισσότερες από 250 παραστάσεις. Παρόλη την αναβάθμισή του, όμως, οι δραστηριότητες του Πλανηταρίου, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70, σταματούσαν λίγα μόνο μέτρα από τις πόρτες του.

Το κοινό που επισκεπτόταν τις εγκαταστάσεις του ήταν μεν ικανοποιημένο, αλλά οι παρεχόμενες υπηρεσίες περιορίζονταν στις παραστάσεις του, όσο θεαματικές κι αν είχαν γίνει στο μεταξύ. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε σιγά-σιγά σε μιαν αλλαγή της φιλοσοφίας των δραστηριοτήτων του. Έτσι το Πλανητάριο έπαψε να περιορίζεται μόνο στην κτηριακή του εγκατάσταση, επεκτείνοντας τις δραστηριότητές του και πέρα απ’ αυτήν, με επιμορφωτικά άρθρα και συνεντεύξεις στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο, με εκπομπές εκλαϊκευμένης επιστήμης στην τηλεόραση, αλλά και με επιμορφωτικές διαλέξεις σε όλη τη χώρα.

Αποφασίσθηκε τότε να μετατραπεί σ’ ένα ενημερωτικό, εκλαϊκευτικό και εκπαιδευτικό κέντρο, συμμετέχοντας –με έναν μακρόπνοο προγραμματισμό– σε δραστηριότητες μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι, αφού μόνο μέσω της πλατιάς συνεργασίας με την κοινωνία η λειτουργία του μπορούσε να πετύχει πραγματικά τον σκοπό της και να αναπτυχθεί. Τέθηκαν έτσι τα θεμέλια για την έντονη εξωστρέφεια στη δεκαετία που ακολούθησε.

Το 1978 το Πλανητάριο του Ιδρύματος Ευγενίδου, σε συνεργασία με το Πλανητάριο Aρμά της Βόρειας Ιρλανδίας και το Πλανητάριο του Αμβούργου, συνέστησαν την European-Mediterranean Planetarium Association με σκοπό την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των μεγάλων πλανηταρίων της Ευρώπης, ενώ 16 χρόνια αργότερα, με το Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο (E.S.O.), αποτέλεσαν έναν νέο πόλο συσπείρωσης για τη δημιουργία μιας δεύτερης πανευρωπαϊκής επιστημονικής οργάνωσης με την επωνυμία European Association for Astronomy Education.

Το φθινόπωρο του 1996, ο τότε Πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου Νικόλαος Βερνίκος-Ευγενίδης, ακολουθώντας το παράδειγμα των μεγάλων εθνικών ευεργετών Ευγένιου Ευγενίδη και Μαριάνθης Σίμου και διαβλέποντας ότι ο επερχόμενος νέος αιώνας απαιτούσε τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση των υπηρεσιών που προσέφερε μέχρι τότε το Ίδρυμα Ευγενίδου στη χώρα, αποφάσισε να διαθέσει ένα ιδιαίτερα σεβαστό ποσό για την επέκταση των εγκαταστάσεων και των δραστηριοτήτων του Ιδρύματος και συμμετείχε ο ίδιος αποφασιστικά στη διαμόρφωση των σχεδίων για την επέκταση των εγκαταστάσεων και των δραστηριοτήτων του Ιδρύματος έως και τον αδόκητο θάνατό του, τον Νοέμβριο του 2000.

Την υλοποίηση αυτού του οράματος συνεχίζει έκτοτε ο διάδοχός του και νέος Πρόεδρος του Ιδρύματος κ. Λεωνίδας Δημητριάδης-Ευγενίδης. Τον Ιούνιο του 1999 το παλαιό ‒πλέον‒ Πλανητάριο κλείνει οριστικά τις πύλες του προκειμένου να ξεκινήσει άμεσα η κατασκευή του Νέου Ψηφιακού Πλανηταρίου. Από τότε ως σήμερα ο πρώτος κεντρικός πλανηταριακός προβολέας της ZEISS, το υπέροχο αυτό όργανο, κοσμεί ‒ως έκθεμα πλέον‒ την είσοδο του Πλανηταρίου.

54 χρόνια μετά τη δημιουργία του πρώτου Πλανηταρίου στην Ελλάδα από το Ίδρυμα Ευγενίδου το 1966, ο υπερσύγχρονος «διάδοχός του», το Νέο Ψηφιακό Πλανητάριο βρίσκεται στη διάθεση του κοινού από τον Νοέμβριο του 2003. Αν το παλαιό Πλανητάριο ήταν μοναδικό στο είδος του στην Ελλάδα και ένα από τα πλέον σύγχρονα πλανητάρια της εποχής του, το Νέο Ψηφιακό Πλανητάριο με διάμετρο θόλου 24,5 μέτρα και συνολική επιφάνεια σχεδόν ένα στρέμμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα ψηφιακά Πλανητάρια στον κόσμο.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο