Το δράμα συνεχίζεται στο Μεξικό, όπου ο κορωνοιός σαρώνει στο πέρασμα του χιλιάδες ανθρώπους. Συγκεκριμένα, η πανδημία έχει σκοτώσει 11.729 ανθρώπους. Επισημαίνεται δε ότι ο ημερήσιος απολογισμός των ανθρώπων που υπέκυψαν στη νόσο μέσα σε 24 ώρες στο διπλασιάστηκε και ξεπέρασε για πρώτη φορά χθες Τετάρτη τους χίλιους, έναντι 470 το προηγούμενο, ενώ ξεπέρασε επίσης για πρώτη φορά αυτόν που καταγράφηκε στις γειτονικές ΗΠΑ, ενώ παράλληλα έχουν επιβεβαιωθεί επίσημα 101.238 επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Η πανδημία του κορωνοϊού έχει στοιχίσει τη ζωή σε 11.729 ανθρώπους στο Μεξικό. Πρόκειται για τον δεύτερο βαρύτερο απολογισμό στη Λατινική Αμερική, μετά από αυτόν της Βραζιλίας.
Ο υφυπουργός Υγείας του Μεξικού Ούγο Λόπες-Γκατέλ, αρμόδιος για τη χάραξη στρατηγικής για την αντιμετώπιση της πανδημίας είχε δηλώσει στο Γαλλικό Πρακτορείο πως θεωρεί πιθανό οι θάνατοι εξαιτίας της COVID-19 στη χώρα να φθάσουν τους 30.000. Ωστόσο, αν και επιδεινώνεται η κατάσταση με τον φονικό ιό στη χώρα, η κυβέρνηση του Μεξικού των 120 εκατομμυρίων κατοίκων, δεχόμενη πίεση από την Ουάσινγκτον, αποφάσισε να επιταχύνει την Τρίτη τη διαδικασία επανεκκίνησης της οικονομίας, ειδικά της αυτοκινητοβιομηχανίας, με τον πρόεδρο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ να μιλά περί «νέας ομαλότητας» όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Ο Λόπες-Γκατέλ ανέφερε ότι οι υψηλότεροι αριθμοί εν μέρει οφείλονται στη βελτίωση της καταγραφής δεδομένων.
Οι χώρες που είχαν τους περισσότερους νέους θανάτους είναι η Βραζιλία με 1.262, οι ΗΠΑ με 1.052 νέους θανάτους, και το Μεξικό (470) – 4.753 νέοι θάνατοι και 120.242 νέα κρούσματα καταγράφηκαν στον κόσμο σε 1 ημέρα
Ειδικότερα ο νέος κορωνοιός έχει προκαλέσει τον θάνατο τουλάχιστον σε 382.016 ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε στην Κίνα, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο και μέχρι χθες στις 22.00 ώρα Ελλάδος. Ακόμη, περισσότεροι από 6.440.940 άνθρωποι έχουν διαγνωστεί με κορωνοϊό σε 196 χώρες και εδάφη από την έναρξη της πανδημίας του ιού ενώ υπολογίζεται ότι 2.768.700 έχουν θεραπευτεί. Εν τούτοις, ο αριθμός των διαγνωσμένων κρουσμάτων δεν αντανακλά παρά ένα κλάσμα του πραγματικού αριθμού των μολύνσεων, καθώς ορισμένες χώρες κάνουν διαγνωστικά τεστ μόνο στα βαριά περιστατικά, άλλες χρησιμοποιούν τα τεστ κατά προτεραιότητα για την ιχνηλάτηση, ενώ ένας αριθμός φτωχών χωρών διαθέτει περιορισμένες δυνατότητες ανίχνευσης.