Ακούγοντας την είδηση για την Πρόταση της Κομισιόν για 750 δις. ευρώ ( 500 δις. ως επιχορηγήσεις και 250 δις. ευρώ υπό μορφή δανείων ) για το Ευρωπαικό Ταμείο Ανάκαμψης αναθάρησα για τυς όρους με τους οποίους ετοιμάζεται να δώσει την μάχη κατά της κρίσης και της ύφεσης η Ευρωπαική Ένωση. Πολύ περισσότερο που αν λάβουμε υπόψη τον Κοινοτικό Προυπολογισμό, το Πρόγραμμα SURE , την δραστηριότητα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και το σύνολο των χρηματοδοτικών εργαλείων η δύναμη πυρός της Ε.Ε φτάνει τα 2,4 τρις. ευρώ.
Δεν τα λες και λίγα , ούτε δείχνει αδύναμη Ε.Ε. Ασφαλώς και έχουμε δρόμο να διαβούμε , διαδικασίες για να υποχωρήσουν οι τέσσερις « σκληροί » ( Ολλανδία, Σουηδία, Αυστρία , Δανία). Ωστόσο η Πρόταση της Κομισιόν και η συνολική θωράκιση της Ε.Ε συνιστούν δείγματα που τροφοδοτούν ελπίδα και αισιοδοξία. Πρόκειται για παρέμβαση τεράστιας έκτασης που δείχνει και το μέγεθος της κρίσης που έρχεται, αλλά και αλλαγή παραδείγματος στην ευρωπαϊκή διακυβέρνηση.
Αν έρθουμε στην χώρα μας το ποσόν κατανέμεται σε 22.5 δις. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 9 δις. ευρώ υπό μορφή δανείων. Παράλληλα αν προσθέτουμε τα παραπάνω χρηματοδοτικά εργαλεία, η χώρα μας παίρνει μία ισχυρή ένεση για να δώσει την μάχη. Ας σημειώσουμε δε ότι η Ελλάδα έρχεται 6η στην σειρά οικονομικής στήριξης από το σύνολο των 27 χωρών της Ε.Ε.
Πρόκειται για αποτέλεσμα της εκτίμησης της κατάστασης της χώρας μετά από δέκα χρόνια δοκιμασίας, της υγειονονομικής επιτυχίας μας που ανόρθωσε κατακόρυφα το κύρος της χώρας, αλλά απ΄ότι φαίνεται και από την παρέμβαση του Πρωθυπουργού που πολλοί από την αντιπολίτευση του ασκούν κριτική ότι δεν διεκδικεί, δεν μιλάει όσο πρέπει στα διεθνή φόρα και άλλα παρόμοια. Φαίνεται ότι η Ελλάδα έχει ανακτήσει έδαφος και ρόλο σε μια Ευρώπη που κάνει έστω δειλά βήματα ομοσπονδιοποίησης και πιο δυναμικής εισόδου σε ένα παγκόσμιο τοπίο που οι Η.Π.Α υποχωρούν και η Κίνα δείχνει πληγωμένη.
Τέτοιες ώρες πρέπει να αναλογιστούμε και την αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας που συχνά τμήματά της ασκούν εσπευσμένως εύκολη κριτική προς το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα δείχνοντας ένα ανεξήγητο σκεπτικισμό. Πρόκειται για παλιά συνήθεια αφού διαχρονικά οι Ελληνικές Κυβερνήσεις εμφάνιζαν ως δικά τους επιτεύγματα τα θετικά από τα Κοινοτικά Προγράμματα και ως αρνητικά της Ε.Ε σε όσα δεν συμφωνούσε η κοινή γνώμη. Θα άξιζε να εμφανιστούν αναλυτικά τα κονδύλια που δόθηκαν στην χώρα από τα Κοινοτικά Προγράμματα, τα Μεσογειακά Προγράμματα, τον Ευρωπαϊκό Προυπολογισμό, τις αγροτικές αποζημιώσεις κ.ά.
Θα άξιζε να δοθούν αναλυτικά όλα τα στοιχεία ποια από τα μεγάλα έργα που τα τελευταία τριάντα χρόνια έγιναν χωρίς κοινοτικούς πόρους. Ζούμε στιγμές που δικαιώνεται ο αγώνας του Κωνσταντίνου Καραμανλή να μπούμε στην Ε.Ο.Κ και του Κώστα Σημίτη να μπει η χώρα στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε , στην ζώνη του ευρώ.
Τέτοιες ώρες πρέπει να αναλογιστούμε όσους ενοχοποιούσαν της Ευρώπη για την υπερχρέωση της χώρας , για όσους χαρακτήριζαν ευρωλιγούρηδες όσους έδιναν την μάχη να μείνει η Ελλάδα στην Ε.Ε. Ο Α. Τσίπρας έκανε καριέρα και ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε ως αντιευρωπαική δύναμη, ως δύναμη που δεν έβλεπε να υπάρχει αρχικά χρέος και μετά θα έσκιζε τα Μνημόνια κάνοντας όλη την Ευρώπη να υποκλιθεί στο μεγαλείο αυτής της παρδαλής Αριστεράς.
Στην συνέχεια και ως Κυβέρνηση έφτασε συχνά την χώρα στον γκρεμό μια με την υπερήφανη διαπραγμάτευση, μια με τις ιδέες για είσοδο στο Νομισματοκοπείο , το παράλληλο νόμισμα ή το άνοιγμα των Τραπεζικών θυρίδων , φτάνοντας στο αποκορύφωμα του δημοψηφίσματος . Ήταν ενέργειες που οδηγούσαν την χώρα στην κατάρρευση και εκτός Ε.Ε και ευρώ για να φτάσουν να χρεώσουν την Οικονομία με 85 δις. ευρώ και να φορτώσουν τις πλάτες του Ελληνικού λαού ένα τρίτο Μνημόνιο. Αλήθεια, που θα ήταν η χώρα όλα αυτά τα χρόνια, που θα βρισκόταν οικονομικά αν είχαν πετύχει τα επαναστατικά ( δες λαικίστικα , επικίνδυνα) σχέδιά τους;
Έχουμε μπροστά μας δύσκολο δρόμο και εμείς και η Ευρώπη συνολικά, όπως και η Παγκόσμια Οικονομία. Έχουμε πολύ δρόμο μέχρι η Πρόταση της Κομισιόν γίνει αποδεκτή και αρχίσουν οι εκταμιεύσεις. Ωστόσο, με όλες τις δυσκολίες που θα υπάρχουν το 2020, φαίνεται ότι το 2021 μπορεί να είναι μια διαφορετική, ελπιδοφόρα χρονιά. Η πρόταση της Κομισιόν αλλά και η αντίληψη με την οποία κινείται η Ε.Κ.Τ δίνουν μία νέα αισιοδοξία και μια απάντηση στους απανταχού λαικιστές και ευρωσκεπτικιστές.