Πολιτισμός

Βίκτωρ Ουγκώ: Ο μεγάλος φιλέλληνας

Βίκτωρ Ουγκώ: Ο άνθρωπος που χάρισε στην ανθρωπότητα τους «Άθλιους».

Βίκτωρ Ουγκώ: Το όνομά του συνδέθηκε με τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά και κάθε μορφής αγώνα καταπιεσμένων λαών και ανθρώπων. Φημισμένος Γάλλος συγγραφέας και διανοούμενος, υπέρμαχος της κοινωνικής αλλαγής, της δικαιοσύνης και της ισότητας. Είναι κατά πολλούς ο κορυφαίος εκπρόσωπος του γαλλικού Ρομαντισμού, ο άνθρωπος που χάρισε στην ανθρωπότητα τους «Άθλιους», που δεν χρειάζεται συστάσεις, καθώς το όνομά του στέκει φάρος μεταξύ των κλασικών συγγραφέων.

Ο ρομαντικός Βίκτωρ Ουγκό περιέγραψε γλαφυρά την πνευματική και υλική παρακμή μιας εποχής που στέναζε κάτω από τα δεσμά μιας ξεπερασμένης εξουσίας, παραμένοντας με το οικουμενικό του μήνυμα διαχρονικός. Παράλληλα, υπήρξε και μεγάλος φιλέλληνας, πρόθυμος να συνταχθεί με κάθε αγώνα για ανεξαρτησία.

Ο Ουγκώ κατηγόρησε ανοιχτά τον Έλγιν για την αρπαγή των μαρμάρων του Παρθενώνα, ισχυριζόμενος ότι «η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού δεν πρέπει να γίνεται κτήμα ενός άλλου». Σαν σήμερα στις 22 Μαϊου του 1885 έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών έχοντας λάβει εν ζωή σπάνια δόξα για πνευματικό δημιουργό. Στη Γαλλία κηρύχθηκε εθνικό πένθος. Την ημέρα της κηδείας του που έγινε την 1η Ιουνίου 1885, περίπου 2.000.000 άνθρωποι συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό από την Αψίδα του Θριάμβου στο Πάνθεον, το οποίο ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.

Γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν του Νομού Φρανς-Κοντέ της ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιος του Ιωσήφ Ουγκώ και της Σοφί Τρεμπισέ. Ο πατέρας του ήταν στρατηγός της Αυτοκρατορίας του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική.

Ως αποτέλεσμα της ασυμφωνίας πεποιθήσεων του ζεύγους Ουγκώ ήρθε το 1803 ο σύντομος χωρισμός του και η μετακίνηση της Σοφί και των παιδιών στο Παρίσι. Το 1807 η οικογένεια επανενώθηκε για δύο χρόνια με την απόφαση της Σοφί να μεταβεί στην Ιταλία, όπου ο σύζυγός της υπηρετούσε ως κυβερνήτης επαρχίας. Το 1809 φεύγουν πάλι και παραμένουν για δύο χρόνια στην κωμόπολη Φεγιαντίν. Η οριστική διάσταση των γονιών του Βίκτωρα φτάνει το 1813, οπότε και εγκαθίστανται με τη μητέρα του οριστικά στο Παρίσι, όπου μόλις που τα έβγαζαν πέρα. Ο Βίκτωρ Ουγκώ διέμεινε από το 1815 έως το 1818 στο οικοτροφείο Pension Cordier ενώ παρακολουθούσε μαθήματα στο περίφημο Κολλέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου.

Από πολύ νωρίς ξεκίνησε να γράφει ποιήματα και να μεταφράζει κλασσικούς Λατίνους ποιητές όπως ο Βιργίλιος. Η πρώιμη φιλοδοξία του τον έσπρωξε να γράψει σε ηλικία μόλις 14 ετών σε μία εφημερίδα της εποχής: “Je veux être Chateaubriand ou rien” (Επιθυμώ να γίνω ή Σατωβριάνδος ή τίποτα). Στα 1817 βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία για κάποιο ποίημά του και το 1819 βραβεύτηκε από τα Ανθεστήρια της Τουλούζης (Académie des Jeux floraux de Toulouse).

Ο Σατωβριάνδος αποκάλεσε τον Ουγκώ “εξαιρετική φυσιογνωμία”, προφητεύοντας έτσι το μεγάλο μέλλον του νεαρού συγγραφέα. Αυτά τα γεγονότα έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να αφιερωθεί στη λογοτεχνία παρά τα σχέδιά του να φοιτήσει ο γιος του στην Πολυτεχνική Σχολή. Λίγο καιρό αργότερα θα εγκαταλείψει και τις σπουδές του στη Νομική Σχολή. Άλλωστε τα βραβεία ποιήσεως που κέρδισε, του έδωσαν θάρρος να συνεχίσει. Αν και επί ένα έτος ήταν αναγκασμένος να μένει σε μία σοφίτα επί της οδού Ντι Ντραγκόν, παρέα με ποντίκια, έγραφε ωστόσο με μεγάλη επιμέλεια, επιμονή και αυτοπεποίθηση, αρετές που δεν του έλειψαν ποτέ στη ζωή του.

Το 1819 ιδρύει μαζί με τους αδερφούς του το περιοδικό Conservateur Littéraire όπου υποστηρίζει τις θέσεις του Σατωβριάνδου (François René Chateaubriand). Στις 27 Ιουνίου 1821 πεθαίνει η μητέρα του και ένα μήνα, περίπου, αργότερα στις 20 Ιουλίου ο πατέρας του ξαναπαντρεύεται. Το 1822, δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή Nouvelles Odes et Poésies Diverses, η οποία προσήλκυσε την προσοχή και την εύνοια του βασιλές, κι έτσι έλαβε μία βασιλική επιχορήγηση από τον Λουδοβίκο. Την ίδια εποχή συνεργάζεται με το περιοδικό Muse Française και συχνάζει στο λογοτεχνικό σαλόνι του Καρόλου Νοντιέ (Charles Nodier), όπου συναναστρέφεται με τον Αλφρέ Ντε Βινύ (Alfred de Vigny) και το Λαμαρτίνο (Lamartine).

Ο Βίκτορ Ουγκό συνδέθηκε ερωτικά με την παιδική του φίλη Adele Foucher και παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις της μητέρας του, συνέχισε να τη βλέπει κρυφά. Όταν λοιπόν η σκληροπυρηνική Σοφί πέθανε το 1821, ο δρόμος ήταν ανοιχτός για τον Ουγκό να κάνει τη σχέση του δημόσια.

Το ζευγάρι παντρεύεται την επόμενη χρονιά και το 1823 υποδέχεται τον πρώτο του γιο, ο οποίος θα πεθάνει ωστόσο σε παιδική ηλικία. Ο Ουγκό απέκτησε άλλα τέσσερα παιδιά και παρέμεινε στο πλευρό της συζύγου του μέχρι τον θάνατό της, το 1868. Η πρώτη ποιητική συλλογή του Ουγκό κυκλοφορεί το 1824, προοιωνίζοντας το μέλλον του στα λογοτεχνικά πράγματα της Γαλλίας. Κι έτσι σε ηλικία μόλις 20 ετών, ο νεαρός ποιητής βρίσκεται να λαμβάνει βασιλικό επίδομα από τον Λουδοβίκο ΙΗ΄, για να αφιερωθεί απερίσπαστος στο συγγραφικό του έργο.

Κι έτσι το δεύτερο ποιητικό του πόνημα, οι «Ωδές και Μπαλάντες», θα κυκλοφορήσει δύο χρόνια αργότερα, το 1826, εγκαθιδρύοντας τον φέρελπι συγγραφέα στο λογοτεχνικό στερέωμα της Γαλλίας ως μάστορα της λυρικής και δημιουργικής γραφής. Το 1829, ο Ουγκό δημοσιεύει το μυθιστόρημα «Η τελευταία μέρα ενός θανατοποινίτη», που βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα, το οποίο αποδεικνύεται εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία! Ο ίδιος φιγουράρει πια ως ανατόμος των κοινωνικών συνθηκών και μέγας πολέμιος της θανατικής ποινής.

Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία όμως ως μυθιστορηματογράφος θα έρθει λίγο αργότερα, όταν θα χαρίσει στην ανθρωπότητα την «Παναγία των Παρισίων», η οποία δημοσιεύεται το 1831 και μεταφράζεται σχεδόν αμέσως σε πλήθος γλωσσών! Ταυτοχρόνως, το βιβλίο μετατρέπει τον καθεδρικό ναό του Παρισιού, τη Νοτρ Νταμ, σε τουριστικό αξιοθέατο και καταλήγει σε μια ανανέωση του ενδιαφέροντος για την εκτίμηση αλλά και τη διατήρηση των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς.

Την ίδια εποχή, ο Ουγκό αρχίζει να δουλεύει πάνω στο σημαντικότερο έργο του, αυτό που θα τον εκτοξεύσει στη λογοτεχνική κορυφή των κλασικών συγγραφέων: «Οι Άθλιοι» χρειάστηκαν 17 σχεδόν χρόνια για να ολοκληρωθούν και εκδίδονται το 1872! Το έργο συγκεντρώνει διθυραμβικές κριτικές και κάνει τον Ουγκό έναν ιδιαιτέρως πλούσιο άνθρωπο, με τον αντίκτυπό του στην ταραγμένη εποχή της Γαλλίας και τις κοινωνικές συγκρούσεις να παραμένει αξεπέραστος από λογοτεχνικό έργο.

Ταγμένος πλέον στα δημοκρατικά ιδεώδη και μεγάλος υπέρμαχος κάθε κινήματος ανεξαρτησίας στον πλανήτη, ο Ουγκό εκλέγεται το 1841 μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Τότε είναι που αρχίζει να δείχνει απαράμιλλο ενδιαφέρον για τα κοινά, όντας ανοιχτά υπέρ της δημοκρατικής διακυβέρνησης.

Ο μεγάλος φιλέλληνας διατηρεί σχέσεις με την πνευματική ιντελιγκέντσια του τόπου μας και παραμένει στο πλευρό των αγωνιζόμενων Ελλήνων από το 1821 μέχρι και τον αγώνα της Κρήτης. Σε μήνυμά του προς τους σκλαβωμένους Κρήτες (1867), παρατηρεί: «Η Κρήτη είναι η Ελλάδα. Υπολογίζετε σε εμένα ως συγγραφέα και πολίτη … Ανήκω στην Ελλάδα όσο και στην Ιταλία. Θα έδινα για την Ελλάδα τους στίχους μου, όπως ο Τυρταίος, και το αίμα μου, όπως ο Βύρωνας … Η ιερή σας πατρίδα έχει την πιο βαθιά μου αγάπη. Σκέφτομαι την Αθήνα όπως σκέπτεται κανείς τον ήλιο». Και βέβαια υπογράφει: “Ο αδελφός σας, Βικτωρ Ουγκό”.

Το 1841, ο βασιλιάς Λουδοβίκος-Φίλιππος τον προάγει στο ανώτατο αξίωμα που θα μπορούσε να λάβει πολίτης (μέλος της Άνω Βουλής) και ο Ουγκό, ριζοσπάστης δημοκρατικός, καταφέρεται δημόσια κατά της θανατικής ποινής και της κοινωνικής αδικίας. Το ακτιβιστικό του έργο και η προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα τον μετατρέψουν σε λαμπρή μορφή του πολιτικού κόσμου της χώρας, ενώ κατά την Επανάσταση του 1848 και την ανακήρυξη της Β΄ Γαλλικής Δημοκρατίας, ο Ουγκό θα βρεθεί στα κοινοβουλευτικά έδρανα ως βουλευτής του Παρισιού, τόσο στη Συντακτική όσο και τη Νομοθετική Συνέλευση!

Η πραξικοπηματική παλινόρθωση της μοναρχίας όμως το 1851 από τον Λουδοβίκο-Ναπολέοντα αναγκάζει τον ποιητή να αυτοεξοριστεί στα νησιά της Νορμανδίας, καθώς από την πρώτη στιγμή τού επιτέθηκε δημόσια με πύρινους λόγους! Σε κατάσταση εξορίας-αυτοεξορίας θα παραμείνει ο Ουγκό μέχρι το 1870, με τον λόγο του να ριζοσπαστικοποιείται ακόμα πιο πολύ στα 20 αυτά χρόνια, γεγονός που φανερώνεται στα καταγγελτικά μανιφέστα του για τον Ναπολέοντα Γ΄.

Παρά το γεγονός ότι τα αντιπολιτευτικά του έργα κατά της μοναρχίας απαγορεύονται και κατάσχονται, αυτό δεν θα τους στερήσει φυσικά τη δυνατότητα να γίνουν ανάρπαστα σε όλο τον κόσμο. Το 1859, όταν δόθηκε χάρη σε όλους τους πολιτικούς εξόριστους του αυτοκρατορικού καθεστώτος, ο Ουγκό δεν επιστρέφει στη Γαλλία, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη ναπολεόντεια δυναστεία, και δηλώνει πως δεν θα γυρίσει στη χώρα του μέχρι να ανατραπεί η μοναρχία. Πράγμα που συμβαίνει τελικά με την Γ΄ Γαλλική Δημοκρατία και ο Ουγκό επιστρέφει θριαμβευτικά στη Γαλλία για να αναλάβει θέση βουλευτή στην Εθνοσυνέλευση.

Ο Βίκτωρ Ουγκώ και η Ελλάδα

Ο Βίκτωρ Ουγκώ αναφορικά με το ελληνικό ζήτημα υπήρξε από τους πλέον όψιμους Ευρωπαίους διανοούμενους, που έλαβαν φιλελληνική στάση. Παρότι, όμως, εισέρχεται αργά στον κύκλο των φιλελλήνων παραμένει ο συνεπέστερος των υποστηρικτών του νεότευκτου ελληνικού κράτους. Η ελληνόφωνη εφημερίδα Κλειώ της Τεργέστης αποδίδει φόρο τιμής στο Βίκτωρα Ουγκώ στο φύλλο της 13ης Ιουνίου 1885.

Οι πρώτες του ποιητικές αναφορές σχετικά με τον αγώνα των Ελλήνων εμφανίζονται το 1826 με τη δημοσίευση στο γαλλικό Τύπο του ποιήματος Τα Κεφάλια του Σαραγιού (Les têtes du serail), εμπνευσμένου από την Έξοδο του Μεσολογγίου, όπου εμφανίζονται μεταξύ των 6000 κεφαλών, που είχαν αποσταλεί στο σαράγι να συνομιλούν μεταξύ τους τα τρία κεφάλια του Μάρκου Μπότσαρη, του Επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ και του Κωνσταντίνου Κανάρη. Το 1827 συνθέτει τα ποιήματα Ναβαρίνο (Navarin) και Ενθουσιασμός (Enthousiasme) και την επόμενη χρονιά τα Κανάρης (Canaris), Λαζάρα (Lazzara) καθώς και το περίφημο Ελληνόπουλο (L’ enfant). Όλα τα παραπάνω ποιήματα περιελήφθησαν στη συλλογή Τα Ανατολίτικα.

Στα 1829 ο κορυφαίος των Ελλήνων διαφωτιστών Αδαμάντιος Κοραής δηλώνει την αντίθεσή του προς το ρομαντικό κίνημα, του οποίου αρχηγέτης είναι ο Ουγκώ. Παρά ταύτα στην Αθήνα τα μέλη του λογοτεχνικού ρεύματος της Αθηναϊκής Σχολής στρέφονται προς το ρομαντισμό. Ο Νικόλαος Σούτσος είναι ο πρώτος που μεταφράζει ποιήματα του Ουγκώ στα 1842.

Κατά τη δεκαετία του 1850 πραγματοποιούνται αρκετές μεταφράσεις θεατρικών έργων του στην ελληνική αρχής γενομένης με το Angelo, tyran de Padoue, και μέσω αυτών καθίσταται γνωστός στο ελληνικό κοινό κυρίως ως δραματικός συγγραφέας. Στα 1862 έρχεται η μετάφραση των Αθλίων από τον Ιωάννη Ισιδωρίδη – Σκυλίτση σχεδόν αμέσως μετά την κυκλοφορία τους στα γαλλικά. Το μυθιστόρημα ενθουσίασε τους Έλληνες αναγνώστες και επηρέασε πολλούς εγχώριους λογοτέχνες.

Το ενδιαφέρον του Ουγκώ για την ελεύθερη πλέον Ελλάδα φάνηκε ιδιαίτερα σε σχέση με το κρητικό ζήτημα. Το διάστημα της Κρητικής Επανάστασης του 1866 – 1869 δημοσιεύει τρεις επιστολές υπέρ των Κρητών στον ευρωπαϊκό τύπο το Δεκέμβριο του 1866, το Φεβρουάριο του 1867 και το Φεβρουάριο του 1869, παρά το γενικότερο αρνητικό για τα ελληνικά ζητήματα κλίμα της εποχής.

Εκτός της συμπαράστασης προς τους Κρήτες έδειξε ενδιαφέρον και για την αρπαγή των μαρμάρων του Παρθενώνα κατηγορώντας τον Έλγιν για αυτή του την πράξη, στη βάση της αντίληψής του ότι η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού δεν πρέπει να γίνεται κτήμα ενός άλλου. Ο θάνατός του, τέλος, είχε μεγάλο αντίκτυπο στην Ελλάδα και στο σύνολό του σχεδόν ο ελληνικός Τύπος κάλυψε το γεγονός της απώλειας του διακεκριμένου φιλέλληνα συγγραφέα. Μάλιστα πραγματοποιήθηκαν τελετές προκειμένου να τιμηθεί ο μεγάλος νεκρός αντίστοιχες με αυτές, που έλαβαν χώρα στη Γαλλία.

Η τραγωδία και ο θάνατος

Ο Ουγκό κατεβαίνει στις δημοκρατικές εκλογές του 1872 και παρά το όνομα και το κύρος του, χάνει. Τότε είναι που τον χτυπά η τραγωδία, χάνοντας τη σύζυγό του το 1868, τη μακροχρόνια ερωμένη του το 1883 και δύο από τα παιδιά του (ένα τρίτο κλείστηκε σε άσυλο φρενοβλαβών).

Παρά τη συνεχώς επιδεινούμενη υγεία του, ο Ουγκό δεν εγκαταλείπει τη δημόσια ζωή και τους αγώνες και το 1876 εκλέγεται ισόβιο μέλος της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης. Και το 1881, όταν έκλεισε το 80ό έτος της ηλικίας του, τα γενέθλιά του γιορτάζονται με τη μεγαλύτερη παρέλαση που έγινε ποτέ στη Γαλλία για αντίστοιχο γεγονός. Ήταν πια ταυτισμένος με τη δημοκρατία, με την ίδια τη Γαλλία, τέτοιες ήταν οι τιμές που απολάμβανε. Εξάλλου το ομολογεί και ο ίδιος: «Δεν γνωρίζω πλέον το όνομά μου. Ονομάζομαι Πατρίδα».

Ο Βίκτωρ Ουγκό πέθανε στις 22 Μαΐου 1885, σε ηλικία 83 ετών. Ο θάνατός του έριξε τη σκιά του στη δημόσια ζωή του τόπου του και εκατομμύρια άνθρωποι έκλαψαν για τον χαμό του κορυφαίου συγγραφέα, του μεγάλου αυτού πολιτικού άντρα.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο