Μία φράση του πρωθυπουργού στο προχθεσινό τέταρτο κατά σειρά “διάγγελμά του”, πυροδότησε την σεναριολογία περί εκλογών: “Μετά την κρίση, η κάθε εξουσία οφείλει να εγκαταλείπει το απυρόβλητο της ανάγκης, δυναμώνοντας την λογοδοσία”. Ένας πρωθυπουργός όμως λογοδοτεί μόνο στον λαό, η αναφορά σε λογοδοσία εκ των πραγμάτων παραπέμπει σε κάλπες. Προς την ίδια κατεύθυνση συντείνει και η διαπίστωση ότι στον διάγγελμά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είπε τίποτε καινούργιο, πέρα από το ότι θα δώσει επίδομα 400 ευρώ σε 155.000 μακροχρόνια ανέργους. Αλλά αυτή είναι μία εξαγγελία στο επίπεδο του υπουργού Απασχόλησης και όχι του πρωθυπουργού που απευθύνει διάγγελμα στην κορύφωση της επιδημίας και ενώ οι συνέπειες στην οικονομία είναι ήδη αισθητές.
Ο κ. Μητσοτάκης από την αρχή αξιοποιεί την κρίση για να χτίσει ηγετικό προφίλ και να διευρύνει το ακροατήριό του πέραν της ΝΔ. Στα διαγγέλματά του μιλά σε πρώτο ενικό πρόσωπο επιδιώκοντας μία αδιαμεσολάβηση σχέση του με τον λαό, κάτι που είναι ίδιον των λαϊκιστών ηγετών. Υπέρ των εκλογών επιχειρηματολογούν και οι ενσωματωμένοι εκδότες και δημοσιογράφοι οι οποίοι τον βλέπουν ως Μωυσή, ως Τσόρτσιλ ή οι πιο μετριοπαθείς ως ηγέτη που θα μπει στο Πάνθεον των μεγάλων της ελληνικής ιστορίας. Η καλλιέργεια της προσωπολατρείας από τα φιλικά Μέσα Ενημέρωσης είναι πρωτοφανής και φυσικά -πέρα από το ότι αντιαισθητική- δεν είναι καλό δείγμα ούτε για τον πρωθυπουργό, ούτε για την λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Στο Μέγαρο Μαξίμου πάντως επιμένουν ότι οι εκλογές δεν είναι στον σχεδιασμό του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο Στέλιος Πέτσας μάλιστα ανέφερε ότι “οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, δεν ασχολούμαστε με τις φοβίες της αξιωματικής αντιπολίτευσης”. Αν σε κάτι έχει δίκιο ο κ. Πέτσας είναι το δεύτερο σκέλος της πρότασής του “η φοβία της αξιωματικής αντιπολίτευσης για το ενδεχόμενο εκλογών”. Η βεβαιότητα της ήττας κάνει την Κουμουνδούρου να αντιδρά υπερβολικά και να αυτοεκτίθεται. Υπ΄ αυτή την έννοια εντείνει τον πειρασμό για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Κυρίως όμως, ακόμη κι αν δεν έχει αποφασίσει να πάει σε εκλογές, τον βοηθά να διαχειρίζεται την απειλή της προσφυγής στις κάλπες για να πετύχει τον βασικό του στόχο: να επιβάλλει τις αποφάσεις για “μεταρρυθμίσεις” στην οικονομία στην κοινωνία και στο πολιτικό σύστημα, όπως άλλωστε επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία. Η απειλή είναι απλή: εάν αντιδράσετε έντονα στις μεταρρυθμίσεις και στην οικονομική μου πολιτική τότε υπάρχει και ο λαός ο οποίος θα αποφασίσει. Η διαχείριση της απειλής ενίοτε είναι το ίδιο ή και πιο αποτελεσματική από την υλοποίησή της.