Ασφαλιστικές εισφορές επικουρική ασφάλιση: Αναρτήθηκε στη «Διαύγεια», η απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννη Βρούτση. Σε αυτή αντικαθίστανται οι διατάξεις του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 με αυτές του άρθρου 45 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43). Ταυτόχρονα, στην υπουργική απόφαση, αναφέρεται ότι, από 1 Μαρτίου 2020, ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) μετονομάζεται σε Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ) και, από την ίδια ημερομηνία, εντάσσονται στον e-ΕΦΚΑ οι κλάδοι επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχών του Ενιαίου Ταµείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), το οποίο καταργείται.
Επίσης, με τις διατάξεις του άρθρου 45, αντικαθίσταται το άρθρο 97 του ν. 4387/2016 και, συγκεκριμένα, οι διατάξεις που αφορούν τις ασφαλιστικές εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης των αυτοαπασχολουμένων, των ελεύθερων επαγγελματιών και έμμισθων δικηγόρων. Αναλυτικά για τις ασφαλιστικές εισφορές:
1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, μετά την τροποποίησή του, ορίζονται τα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών όλων των μισθωτών ασφαλισμένων, πριν και μετά την 1 Ιανουαρίου 1993.
Σημειώνεται ότι, για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων, δεν επέρχεται καμία μεταβολή στα ποσοστά υπέρ επικουρικής ασφάλισης, ενώ εξακολουθεί να ισχύει η τμηματική μείωση των εν λόγω ποσοστών. Συνεπώς, από 1 Ιουνίου 2016 έως και 31 Μαϊού 2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς για την επικουρική ασφάλιση στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ (πρώην ΕΤΕΑΕΠ) όλων των μισθωτών ασφαλισμένων, πριν και μετά την 1 Ιανουαρίου 1993, υπολογίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 3,5% για τον εργοδότη, από 1 Ιουνίου 2019 έως και 31 Μαΐου 2022 υπολογίζεται σε ποσοστό 3,25% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 3,25% για τον εργοδότη και από 1 Ιουνίου 2022 και εφεξής επανέρχεται στο ποσοστό που ίσχυε 31 Δεκεμβρίου 2015, ήτοι 3% για τον ασφαλισμένο και 3% για τον εργοδότη, επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργαζομένου, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38 ή στο άρθρο 5, όπως ισχύουν, του ν. 4387/2016.
2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, μετά την τροποποίησή του, ορίζεται ότι εξακολουθεί να εφαρμόζεται η περ. β του άρθρου 59 του ν. 3371/2005, σύμφωνα με την οποία συνεχίζεται η καταβολή της προβλεπόμενης από το καταστατικό του Τ.Ε.Α.Π.Ε.Τ.Ε. αυξημένης εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη κατά το μέρος που υπερβαίνει τη βασική εισφορά και αφορά τους μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992 ασφαλισμένους του.
Επίσης, εξακολουθεί να ισχύει και η πρόσθετη ειδική εισφορά του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4225/2014, που αφορά τους υπαγόμενους στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, καθώς και τους απασχολούμενους σε υπόγειες στοές μεταλλείων-λιγνιτωρυχείων, σε υποθαλάσσιες εργασίες και σε ορυχεία, σταθμούς παραγωγής και δίκτυα της ΔΕΗ. Επιπλέον, με την παρ. 2, ορίζεται ότι παύουν να καταβάλλονται, από 1 Ιανουαρίου 2018, άλλες ειδικές εισφορές, άπαξ καταβαλλόμενες από τους ασφαλισμένους των εντασσομένων στο πρώην ΕΤΕΑΕΠ ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, καθώς και άλλα προβλεπόμενα επιπλέον έσοδα υπέρ του πρώην ΕΤΕΑΕΠ, πέραν των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένων και εργοδοτών, που καταβάλλονταν, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου τούτου.
3. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, μετά την τροποποίησή του, ορίζονται, από την 1 Ιανουαρίου 2020 και εφεξής, τα νέα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης των αυτοαπασχολουμένων, των ελεύθερων επαγγελματιών και των έμμισθων δικηγόρων του οικείου τομέα του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του πρώην ΕΤΑΑ.
Ειδικότερα, αντικαθίστανται οι διατάξεις που αφορούν στα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης των εν λόγω προσώπων, όπως είχαν οριστεί με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 και, εν συνέχεια, είχαν αντικατασταθεί με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4578/2018. Σημειώνεται ότι, με τη διάταξη αυτή, επιτυγχάνεται η αποσύνδεση της εισφοράς των ανωτέρω προσώπων από τον κατώτατο βασικό μισθό μισθωτού, ενισχύεται η ευελιξία και η ελεύθερη επιλογή του ασφαλισμένου, απλοποιώντας σε σημαντικό βαθμό τον τρόπο καταβολής της ασφαλιστικής εισφοράς υπέρ του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του πρ. ΕΤΕΑΕΠ και ήδη e-ΕΦΚΑ. Ειδικότερα, από την 1 Ιανουαρίου 2020, τα ανωτέρω πρόσωπα κατατάσσονται σε τρεις ασφαλιστικές κατηγορίες.
4. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4, ρυθμίζονται θέματα κατάταξης και επιλογής ασφαλιστικής κατηγορίας από τους ασφαλισμένους.
Ειδικότερα, οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία από τις τρεις ασφαλιστικές κατηγορίες, ενώ η κατάταξη σε μία από τις τρεις είναι υποχρεωτική. Σημειώνεται ότι, σε περίπτωση μη επιλογής, ο ασφαλισμένος κατατάσσεται στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία. Επίσης, δίδεται η δυνατότητα στον ασφαλισμένο να επιλέξει οποτεδήποτε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία ή, σε περίπτωση που βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να επιλέξει κατώτερη. Η εν λόγω μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα πραγματοποιείται την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την υποβολή της σχετικής αίτησης, ενώ είναι υποχρεωτική η παραμονή στη νέα κατηγορία όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.
Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά η αίτηση. Επισημαίνεται ότι η επιλογή της ασφαλιστικής κατηγορίας αφορά και τους έμμισθους δικηγόρους, χωρίς, όμως, να επέρχεται αλλαγή στον τρόπο καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών τους. Ως εκ τούτου, εξακολουθεί να ισχύει ο επιμερισμός των ανωτέρω ποσών της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους έμμισθους δικηγόρους, κατά 50% για τον εντολέα και κατά 50% για τον ασφαλισμένο.
Συνεπώς, οι εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης για τους αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες ασφαλισμένους, πριν και μετά την 1 Ιανουαρίου 1993, από την 1 Ιανουαρίου 2017 και εφεξής, διαμορφώνονται, ως εξής:
- α) Από 1 Ιανουαρίου 2017 μέχρι και 31 Μαΐου 2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς διαμορφώνεται σε ποσοστό 7% και υπολογίζεται επί του κατώτατου βασικού μισθού μισθωτού, όπως εκάστοτε ισχύει.
- β) Από την 1 Ιουνίου 2019 και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2019, το εν λόγω ποσοστό διαμορφώνεται σε 6,5% επί της ίδιας ως άνω βάσης υπολογισμού και
- γ) από 1 Ιανουαρίου 2020, εφαρμόζονται οι ασφαλιστικές κατηγορίες, κατά τα παραπάνω αναφερόμενα.
Όσον αφορά τους έμμισθους δικηγόρους, πριν και μετά την 1 Ιανουαρίου 1993, του οικείου τομέα του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του πρώην ΕΤΑΑ (πρώην Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Δικηγόρων-ΤΕΑΔ), από την 1 Ιανουαρίου 2019 και μέχρι 31 Μαΐου 2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς υπολογίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο και 3,5% για τον εντολέα, επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού, όπως εκάστοτε ισχύει. Από 1 Ιουνίου 2019 και μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2019, τα εν λόγω ποσοστά διαμορφώνονται σε 3,25% για τον ασφαλισμένο και 3,25% για τον εντολέα, επί της ίδιας βάσης υπολογισμού και, από 1 Ιανουαρίου 2020 και εφεξής, εφαρμόζονται οι ασφαλιστικές κατηγορίες, κατά τα παραπάνω αναφερόμενα.
5. Με τις διατάξεις της παραγράφου 5, προσδιορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία που αφορά στην προσαύξηση κατ’ έτος των ασφαλιστικών κατηγοριών από την 1 Ιανουαρίου 2023 έως και 31 Δεκεμβρίου 2024 και από 1 Ιανουαρίου 2025 και εφεξής.
Ειδικότερα, προβλέπεται η έκδοση διαπιστωτικής πράξης του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για την κατ’ έτος προσαύξηση των ασφαλιστικών κατηγοριών από την 1 Ιανουαρίου 2023 έως και 31 Δεκεμβρίου 2024, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού, το ποσό της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγούμενου έτους, ενώ, από 1 Ιανουαρίου 2025 και εφεξής, τα ως άνω ποσά προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά το δείκτη μεταβολής μισθών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.
6. Επιπλέον, με τις διατάξεις της παραγράφου 6, καθορίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές που υποχρεούνται να καταβάλουν τα πρόσωπα που θα υπαχθούν από την 1 Ιανουαίου 2021 και εφεξής προαιρετικά στην ασφάλιση του κλάδου επικουρικής ασφάλισης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 37 του ν. 4052/2012, όπως έχει τροποποιηθεί με τις διατάξεις του άρθρου 76 του ν. 4387/2016 και τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 4670/2020.
Συγκεκριμένα, όσα από τα εν λόγω πρόσωπα αναλάβουν μισθωτή απασχόληση, θα καταβάλουν τις ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη της παρ. 1, ενώ, όσοι είναι υγειονομικοί αυτοαπασχολούμενοι ή ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, θα καταβάλουν τις εισφορές της παρ. 3 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016. Τέλος, με τις διατάξεις της παραγράφου 7, ορίζεται ότι δεν επιστρέφονται οι νομίμως καταβαλλόμενες εισφορές.