Ηλικιωμένοι (αν και με μέσο όρο τα 69 έτη φοβάμαι πως ο όρος δεν είναι και πολύ ακριβής), με υποκείμενα νοσήματα οι νεκροί μέχρι στιγμής στη χώρα μας. Φαντάζομαι πως η δημοσιοποίηση των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών έχει έναν διπλό σκοπό: να δείξουν αυξημένη εγρήγορση όσοι τα έχουν και να καθησυχαστούν στο βαθμό που πρέπει οι φόβοι του γενικού πληθυσμού. Όμως, δυστυχώς, έχει δημιουργηθεί μία άλλη τάση, ανεξέλεγκτη: «γέρος και άρρωστος ήταν, δεν πειράζει που πέθανε!» λένε ορισμένοι και το σκέφτονται πολλοί περισσότεροι. Κρίμα πραγματικά. Κρίμα να σκέφτονται έτσι άνθρωποι, νομίζοντας πως οι ίδιοι δε θα μεγαλώσουν και δε θα αρρωστήσουν ποτέ.
Άνθρωποι που θέλουν τους γονείς τους για να κρατάνε τα δικά τους παιδιά, αλλά τους αντιμετωπίζουν κυνικά όταν κάποιος θα πρέπει να κατέβει από το τρένο. Αρκεί να μην είναι οι ίδιοι. «Ποιον θα κρεμάσουμε», ρώτησαν κάποτε κάποιοι κατακτητές δύο αδέρφια. «Τον αδερφό μου γιατί εγώ ζαλίζομαι», απάντησε ο ένας. Ανέκδοτα που στη ζωή επαναλαμβάνονται ως τραγωδίες. Πολύ καλά κάνει ο κ. Τσιόδρας και αναφέρει τις ομάδες υψηλού κινδύνου. Βέβαια, οι ηλικιωμένοι δεν φαίνεται να απασχολούνται ιδιαίτερα. Όπου και να πάω είναι παντού γύρω μου: στα σούπερ μάρκετ, στη βόλτα γύρω από το σπίτι, στην τράπεζα, παντού. Λαϊκή δεν πηγαίνω, αλλά απ’ ότι είδα στις φωτογραφίες χαμός γίνεται.
Η σημερινή συνέντευξη Τύπου είχε μία επιπλέον είδηση.
Πως υπάρχει στα σοβαρά κρούσματα και ένας νέος με πρόβλημα παχυσαρκίας. Αμέσως τα λαγωνικά έπεσαν επάνω να μάθουν λεπτομέρειες. Αντέδρασε άμεσα ο κ. Τσιόδρας: «να αποφευχθεί το στίγμα» είπε. Αλλά αυτό δε μπορεί να γίνει, γιατί ο ρατσισμός αυτού του είδους είναι βαθειά ριζωμένος σε πολλούς ανθρώπους. Ήμουν προ εβδομάδων σε μία μεγάλη παρέα (όταν μπορούσαμε), όταν ένας άγνωστος σε εμένα κύριος άρχισε να αναλύει τη… στρατηγική του για την Υγεία. Καπνίζοντας το τσιγάρο του τόνισε στους κοινούς γνωστούς μας πως «δεν έχω καμία υποχρέωση να πληρώνω αναπνευστήρες για χοντρούς!» (σ.σ. τότε ήταν στα επάνω της η γρίπη, ο κορωνοϊός ήταν στα πρώτα του στην Κίνα)! Φράση που επανέλαβε για να μη χάσει τα credits της σοφίας του, προφανώς.
Αλλοίμονο κυρίες και κύριοι αν χωριστούμε σε χοντρούς, σε καπνιστές, σε μοτοσικλετιστές, σε καρδιακούς, σε καρκινοπαθείς. Προς Θεού! Τι παραλογισμός είναι αυτός; Εντάξει να μην ασφαλίζουν χοντρούς οι ιδιωτικές ασφαλιστικές, αλλά να θέλουμε να τους πετάξουμε έξω και από τη δημόσια υγεία; Θα βάλουμε ζυγαριά και μέτρο; Αν κάποια οικογένεια έχει δύο καρδιοπαθείς ή δύο καρκινοπαθείς θα αποβάλλεται; Οι χοντροί δε θα δικαιούνται αναπνευστήρα και οι ψηλοί θα πληρώνουν για ειδικό κρεβάτι; Τραγωδία. Θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω και πιο βαριά λέξη, αλλά δε θέλω να χαθεί η ουσία.
Αν κάποιοι αναρωτιέστε αν αντέδρασα στη συγκεκριμένη αποστροφή η απάντηση είναι όχι.
Είμαι πολύ μεγάλος πια (σε ηλικία) για να ασχολούμαι με τόσο μικρόψυχους και αγενείς ανθρώπους. Γιατί αυτό ήθελε. Να πιαστώ στο αγκίστρι και να έχει την αντιπαράθεση που είχε στο μυαλό του. Είσαι καχύποπτος θα μου πείτε. Όχι. Δεν την επανέλαβε μία φορά την άποψή του, ούτε δύο. Τέσσερις φορές το είπε και όταν κανείς δεν του έδωσε σημασία (οι υπόλοιποι ήταν φίλοι μου βλέπετε) συνέχισε να επιχειρηματολογεί μόνος του. Εύχομαι μόνο ο Θεός, η τύχη ή ότι πιστεύει να είναι καλό μαζί του και να μην του τύχει η στραβή. Ειλικρινά. Και όχι για να μην πληρώσω τον αναπνευστήρα του. «Και η δική σου αναφορά είναι ρατσιστική», θα μπορούσε να πει κανείς (για την περιγραφή πως έλεγε όσα έλεγε καπνίζοντας). Πάλι όχι θα πω. Δεν έχω κανένα πρόβλημα με τους καπνιστές, απλά μετέφερα με ακρίβεια τη σκηνή.